Ψηφιακή εργασία, gig οικονομία και τρόποι αντίστασης




Μέχρι το τέλος του χρόνου, οι χρήστες του Internet θα έχουν φτάσει να αντιπροσωπεύουν την πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού. Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της ψηφιακής ανάπτυξης έρχεται από την Αφρική, την Ασία και τη Νότια Αμερική: περιοχές όπου τα εισοδήματα είναι χαμηλά και η καλά αμειβόμενη εργασία σπανίζει.


Των Alex Wood και Μark Graham


Δεν είναι λοιπόν έκπληξη που πολλοί από αυτούς τους νέους χρήστες του Internet στρέφονται σε διαδικτυακές πλατφόρμες εργασίας για να βρουν μια δουλειά σε αυτό που αποκαλείται πλέον «gig economy» [1]. Πλατφόρμες όπως το Fiverr, το Freelancer και το Upwork φέρνουν σε επαφή εργαζόμενους με πελάτες ανεξάρτητα από το γεωγραφικό σημείο όπου βρίσκεται ο καθένας.

Για πρώτη φορά στην ιστορία έχουμε μαζική μετανάστευση εργατικής δύναμης, χωρίς απαραίτητα να μεταναστεύουν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, υπάρχουν σήμερα 48 εκατομμύρια διαδικτυακοί εργαζόμενοι σε μια αγορά που έχει αξία πάνω από 5 δισεκατομμύρια δολάρια.

Αυτή η νέα παγκόσμια αγορά εργασίας επιτρέπει στους εργαζόμενους από χώρες με χαμηλούς μισθούς να βρουν δουλειές και εισοδήματα που δεν θα είχαν αλλιώς τη δυνατότητα να εξασφαλίσουν. Για αυτόν τον λόγο, οι κυβερνήσεις της Κένυας, της Νιγηρίας, των Φιλιππίνων και άλλων χωρών, έθεσαν σε εφαρμογή φιλόδοξα προγράμματα, προκειμένου να σπρώξουν τους πολίτες τους να εγγραφούν σε πλατφόρμες gig εργασίας. Από την πλευρά τους, οι συγκεκριμένες πλατφόρμες ισχυρίζονται ότι φέρνουν μια επανάσταση στην αγορά εργασίας, βγάζοντας τους ανθρώπους από τη φτώχεια.

Τα τελευταία τρία χρόνια πραγματοποιήσαμε περίπου 125 συνεντεύξεις με διαδικτυακούς gig εργαζόμενους στην Αφρική και την Ασία, ενώ στην έρευνά μας συμπεριλάβαμε και χιλιάδες ακόμα εργαζόμενους. Αυτό που βρήκαμε είναι ότι η πραγματικότητα είναι πιο περίπλοκη.

Την ίδια στιγμή που η gig εργασία μπορεί πράγματι να προσφέρει σε κάποιους ανθρώπους μεγαλύτερα εισοδήματα και ένα αίσθημα ελευθερίας, δημιουργεί ορισμένα σοβαρά προβλήματα.

To πιο ανησυχητικό είναι η μαζική υπερπροσφορά εργασίας σε ορισμένες από τις μεγαλύτερες gig πλατφόρμες εργασίας. Το 90% περίπου των ανθρώπων που εγγράφονται σε αυτές δεν βρίσκουν ποτέ δουλειά. Αυτή η υπερπροσφορά ασκεί μια πτωτική πίεση στους μισθούς και τις συνθήκες εργασίας. Ένας εργαζόμενος στην Κένυα γνωρίζει ότι αν διεκδικήσει υψηλότερο μισθό, ένας άλλος εργαζόμενος από την Ινδία ή τις Φιλιππίνες μπορεί εύκολα να τον αντικαταστήσει. Είναι μια αγορά εργασίας για τους αγοραστές.

Η διαδικτυακή gig εργασία είναι, επίσης, εγγενώς επισφαλής. Σπάνια υπάρχει κάποιο είδος εργασιακής ασφάλισης, και ένας/μια εργαζόμενος/η που αρρωσταίνει, μένει έγκυος, ή πολύ απλά χρειάζεται μια άδεια, χάνει το εισόδημά του. Επειδή οι περισσότεροι εργαζόμενοι ζουν σε χώρες με περιορισμένη κοινωνική ασφάλιση, όταν δεν τα καταφέρνουν να παραμείνουν στη διαδικτυακή gig οικονομία, αντιμετωπίζουν σοβαρούς κινδύνους διαβίωσης.

Επειδή οι εργαζόμενοι στο διαδίκτυο στερούνται ασφάλειας και επειδή η απειλή του ανταγωνισμού είναι συνεχής, πολλοί μπαίνουν στον πειρασμό να δουλεύουν εξαιρετικά μεγάλες βάρδιες.

Πολλές ώρες ξοδεύονται καθημερινά για την εύρεση και την υποβολή αιτήσεων για τέτοιου είδους «αποσπασματικά κομμάτια εργασίας». Όταν αυτός ο απλήρωτος χρόνος συνδυάζεται με τον χρόνο που χρειάζεται ένας εργαζόμενος για να ικανοποιήσει τα αιτήματα των πελατών του, ο συνολικός εργάσιμος χρόνος της εβδομάδας μπορεί να φτάσει τις 70-80 ώρες, συμπεριλαμβανομένων νυχτερινών βαρδιών.

Δεν προκαλεί έκπληξη ότι προκειμένου να αυξήσουν τον αριθμό των πληρωμένων «κομματιών εργασίας», οι εργαζόμενοι προσπαθούν να ολοκληρώσουν τα καθήκοντά τους με ολοένα και πιο εντατικό ρυθμό, προκειμένου να προχωρήσουν στο επόμενο «κομμάτι» ή να επιστρέψουν στην αναζήτηση επιπλέον εργασίας. Το να δουλεύει κανείς με εντατικό ρυθμό, όντας καθισμένος για πολλές ώρες μπροστά από έναν υπολογιστή, μπορεί να έχει οδυνηρές συνέπειες, ενώ η επιβράβευση είναι μόλις λίγα δολάρια την ώρα.

fiverr
Aφίσα την καμπάνια της εταιρίας Fiverr για την προσέλκυση εργαζομένων με τίτλο “In doers we trust”

Παρ’ όλα αυτά, η διαδικτυακή gig εργασία αυξάνεται κατά 25% κάθε χρόνο. Έτσι, ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός εργαζομένων παγκοσμίως θα βρεθεί σύντομα να κάνει μια τέτοια δουλειά. Καθώς αυτή η αγορά επεκτείνεται, χρειάζεται να σκεφτούμε τρόπους που να υπηρετούν όχι μόνο αυτούς που τα καταφέρνουν μέσα σε αυτό το σύστημα (τους πιο επιτυχημένους εργαζόμενους), ούτε μόνο αυτούς που επωφελούνται περισσότερο από αυτό (οι πελάτες και οι ιδιοκτήτες κάθε είδους πλατφόρμας).

Οι καταναλωτές, οι ελεγκτικοί μηχανισμοί, οι πλατφόρμες, οι εργαζόμενοι, έχουν ο καθένας έναν ξεχωριστό ρόλο να διαδραματίσουν στη δημιουργία ενός δικαιότερου κόσμου εργασίας.

Καταρχάς οι καταναλωτές: εσείς, ως χρήστης του Internet, έχετε σημαντική ευθύνη σε αυτόν τον κόσμο εργασίας. Τις τελευταίες δεκαετίες, το κίνημα του δίκαιου εμπορίου προέτρεψε εκατομμύρια ανθρώπους να αποφεύγουν τον καφέ, τα διαμάντια ή τα αθλητικά παπούτσια που παράγονται κάτω από αθέμιτους όρους εργασίας.

Δεν υπάρχει κανένας λόγος να μην έχουμε αντίστοιχη ηθική επίγνωση όταν χρησιμοποιούμε μια μηχανή αναζήτησης, ένα λογισμικό σύστημα ή ένα μέσο κοινωνικής δικτύωσης: όλα αυτά συντηρούνται από πραγματικούς εργαζόμενους στον ψηφιακό κόσμο. Με άλλα λόγια, χρειαζόμαστε ένα κίνημα καταναλωτών «δίκαιης εργασίας».

Δεύτερον, οι ελεγκτικοί μηχανισμοί μπορούν να κάνουν πολλά περισσότερα για να βοηθήσουν τους εργαζόμενους στον ψηφιακό χώρο. Μέχρι στιγμής, το μεγαλύτερο μέρος αυτού του είδους της εργασίας περνά απαρατήρητο από το ραντάρ των ελεγκτικών μηχανισμών. Οι φόροι πληρώνονται σπάνια, και οι εργαζόμενοι δεν αισθάνονται ότι έχουν τη δύναμη ή τη θεσμική υποστήριξη για να καταγγείλουν τη μη πληρωμή των μισθών τους.

Η εταιρία Uber, για παράδειγμα, σχεδίασε κατά παραγγελία ένα είδος τεχνολογίας, προκειμένου να αναγκάζει τους εργαζόμενους να παραβιάζουν τις κρατικές ρυθμίσεις εργασίας.

Η αλλαγή αυτού του καθεστώτος, προϋποθέτει επίσης ότι οι κυβερνήσεις σε χώρες όπως η Ινδία, οι Φιλιππίνες, η Νότια Αφρική, θα εστιάσουν στη διαδικτυακή εργασία, θα ενισχύσουν –και ιδανικά θα προσαρμόσουν περαιτέρω– τις υπάρχουσες εργατικές νομοθεσίες.

Xρειάζεται, όμως, να έχουμε κατά νου ότι είναι μόνο μια χούφτα χώρες –οι ΗΠΑ, η Ινδία, η Μεγάλη Βρετανία, ο Καναδάς και η Αυστραλία– που εκμεταλλεύονται το μεγαλύτερο μέρος της ψηφιακής εργασίας. Πρέπει, λοιπόν, πρώτα από όλα σε αυτές τις χώρες να ενισχυθούν τα διεθνή κριτήρια προστασίας της εργασίας. Φανταστείτε πώς θα ήταν αν οι εταιρίες σε αυτές τις χώρες ήταν νομικά υπεύθυνες και υπόλογες σε περίπτωση που δεν διασφαλίζουν ότι όλοι οι εργαζόμενοί τους –ανεξάρτητα από το πού ζουν– έχουν ορισμένες μίνιμουμ προϋποθέσεις εργασιακής προστασίας.

Τρίτον, επειδή όλες σχεδόν οι μεγάλες διαδικτυακές πλατφόρμες εργασίας είναι ιδιωτικής ιδιοκτησίας εταιριών, σπάνια ενδιαφέρονται για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Κρατούν μεγάλη προμήθεια –συχνά το 20% της πληρωμής– απλώς και μόνο επειδή διαθέτουν μια πλατφόρμα που επιτρέπει σε πελάτες να έρθουν σε επαφή με εργαζόμενους. Θα μπορούσαν, αντίθετα, να δημιουργηθούν πλατφόρμες που να τις λειτουργούν οι εργαζόμενοι ως κοοπερατίβες και που θα τους επιτρέπουν να αντλούν μεγαλύτερη αξία για τη δουλειά που παράγουν.

Τέλος, οι εργαζόμενοι στον ψηφιακό χώρο δεν είναι χωρίς δύναμη. H διασκορπισμένη, αλλά και ψηφιακά διασυνδεδεμένη, φύση αυτής της εργασίας κάνει πολλούς εργαζόμενους να αισθάνονται ότι ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλο σε μια παγκόσμια αγορά.

Ωστόσο, αυτά τα ψηφιακά δίκτυα θα μπορούσαν επίσης να χρησιμοποιηθούν σε τοπικό επίπεδο για ενισχύσουν την οριζόντια συνεργασία των εργαζομένων. Οι εργαζόμενοι μπορούν να συντονίζονται για καταγγελίες, για την οικοδόμηση στρατηγικών, για την οργάνωση διαδικτυακών απεργιακών κινητοποιήσεων και σε ορισμένες περιπτώσεις για τη μαζική αποχή από την εργασία.

Παρά το γεγονός ότι υπάρχει μια παγκόσμια αγορά για την ψηφιακή εργασία, στην ερευνά μας δείχνουμε ότι, στην πραγματικότητα, δεν είναι όλη η ψηφιακή gig εργασία παγκόσμια καταμερισμένη.

Οι οικονομικοί γεωγράφοι έχουν εδώ και πολλά χρόνια δείξει ότι ο καπιταλισμός δημιουργεί «χωρικούς διαχωρισμούς της εργασίας»: οι εταιρίες χρησιμοποιούν τις ψηφιακές τεχνολογίες για να αυξήσουν τα κέρδη τους, εστιάζοντας και ενεργοποιώντας την ίδια στιγμή χαμηλών και υψηλών προσόντων δίκτυα παραγωγής σε διαφορετικά σημεία του πλανήτη.

Όμως, αυτές οι οικονομικές γεωγραφίες μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν ως τόπος ενδυνάμωσης των εργαζομένων. Η συγκέντρωση εργασίας και εργαζομένων σε συγκεκριμένους τόπους σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι δεν χρειάζεται να αισθάνονται ότι είναι απλώς απομονωμένα άτομα σε μια παγκόσμια αγορά. Αντί για τον ανταγωνισμό, διαμορφώνονται ευκαιρίες συνεργασίας και κινητοποίησης σε τοπικό επίπεδο.

jobonline

Δεν υπάρχει τρόπος να γυρίσουμε πίσω το ρολόι και να επιστρέψουμε σε έναν προ-παγκοσμιοποιημένο κόσμο εργασίας. Αλλά δεν μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι και με ένα σύστημα που εξυπηρετεί μόνο αυτούς που τα καταφέρνουν και παρέχει ελάχιστη προστασία στους πιο ευάλωτους. Ας χρησιμοποιήσουμε αυτά που ξέρουμε για τα δίκτυα, τις γεωγραφίες και τα συστήματα ψηφιακής εργασίας για να αγωνιστούμε για έναν δικαιότερο κόσμο εργασίας.

[1] Με τον όρο «gig economy» περιγράφεται η αγορά εργασίας που χαρακτηρίζεται από την υπερίσχυση μικρής διάρκειας συμβολαίων εργασίας από αυτοαπασχολούμενους εργαζόμενους, σε αντίθεση με το μοντέλο εργασίας που βασίζεται σε μόνιμες θέσεις εργασίας. Στο παρόν άρθρο εξετάζεται αυτό το μοντέλο εργασίας στον ψηφιακό και διαδικτυακό χώρο [Σ.τ.Μ.].

Η έρευνα που παρουσιάζεται διήρκεσε τρία χρόνια και έχει τον τίτλο “Microwork and Virtual Production Networks in Sub-Saharan Africa and Southeast Asia” [Μικρο-εργασία και δίκτυα ψηφιακής παραγωγής στην Υποσαχάρια Αφρική και τη Νοτιοανατολική Ασία]. Για περαιτέρω ανάγνωση της δουλειάς των συγγραφέων βλ. το επιστημονικό άρθρο  και τη σχετική έκθεση.

To άρθρο δημοσιεύτηκε στο redpepper, στις 14 Απριλίου 2017.

Για τους συγγραφείς

Ο Alex Wood είναι κοινωνιολόγος της εργασίας @tom­_swing

O Mark Graham είναι Καθηγητής στον τομέα της Γεωγραφίας του Internet στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης @geoplace