Τι συμβαίνει στις Φιλιππίνες




Στις 23 Μαΐου, ο Πρόεδρος των Φιλιππίνων Ροντρίγκο Ντουτέρτε κήρυξε υπό στρατιωτικό νόμο το Μιντανάο, το δεύτερο μεγαλύτερο νησί της χώρας. Από τότε, επί δύο εβδομάδες, η πόλη Μαράουι, στα βόρεια του νησιού, σπαράσσεται από στρατιωτικές μάχες που διεξάγονται ανάμεσα στις κυβερνητικές στρατιωτικές δυνάμεις και σε αντάρτικες ομάδες που συνδέονται με το Ισλαμικό Κράτος.

Η αποτυχημένη έφοδος που επιχείρησαν κυβερνητικές στρατιωτικές μονάδες στο κρησφύγετο του Ίσνιλον Χάπιλον, διεθνώς καταζητούμενου ισλαμιστή ηγέτη που θεωρείται ο σύνδεσμος του Ισλαμικού Κράτους στη νοτιοανατολική Ασία, οδήγησε στη βίαιη αντεπίθεση των τζιχαντιστικών ομάδων που δρουν στην περιοχή.

Πρόκειται για δύο τουλάχιστον φράξιες: την ανταρτική ομάδα Αμπού Σαγιάφ (Abu Sayyaf), η οποία έχει σχετιστεί με την Αλ-Κάιντα και συνδέεται με βομβαρδισμούς και απαγωγές Χριστιανών στις Φιλιππίνες, καθώς και τη λιγότερο γνωστή ομάδα Maute, της οποίας ο Χάπιλον ηγείται αυτή τη στιγμή.

Μετά την αποτυχία της στρατιωτικής εφόδου, οι ισλαμιστές μαχητές πήραν υπό τον έλεγχό τους αρκετές γειτονιές της πόλης Μαράουι, κατέλαβαν δημόσια κτίρια και απελευθέρωσαν κρατουμένους. Επιχειρώντας να ανακτήσει την πόλη, η κυβέρνηση πραγματοποίησε εναέριες και χερσαίες επιθέσεις, χωρίς ωστόσο να έχει καταφέρει να απωθήσει τους αντάρτες. Σύμφωνα με το Al-Jazeera, ο Πρόδρος Ντουτέρτε εμφανίζει μεγάλη αισιοδοξία, λέγοντας μάλιστα: «μπορώ να τελειώσω αυτόν τον πόλεμο μέσα σε 24 ώρες. Το μόνο που έχω να κάνω είναι να βομβαρδίσω όλη την περιοχή και να την ισοπεδώσω».

Το ζήτημα των αμάχων που είναι εγκλωβισμένοι στην πόλη αποτελεί ένα από τα κρισιμότερα ζητήματα. Σύμφωνα με πληροφορίες του Reuters, πέρα από τη δράση των ανταρτών, οι εναέριες επιθέσεις της κυβέρνησης έχουν προκαλέσει μαζικές καταστροφές και δεκάδες θανάτους αμάχων, ενώ αντίθετα η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι μέχρι στιγμής οι εναέριες επιχειρήσεις παραμένουν περιορισμένες.

To International Crisis Group καταγράφει ότι από την περιοχή έχουν αναγκαστεί να διαφύγουν περίπου 200.000 άνθρωποι. Η ολιγόωρη ανακωχή της 4ης Μαΐου, που συνάφθηκε ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους αντάρτες με τη μεσολάβηση της αντάρτικης ομάδας Μέτωπο Ισλαμικής Απελευθέρωσης Μόρο (Moro Islamic Liberation Front), τηρήθηκε οριακά και απεγκλωβίστηκαν 134 άνθρωποι, ενώ 2.000 ακόμη παραμένουν εγκλωβισμένοι.

Οι πληροφορίες που δίνουν οι αρχές των Φιλιππίνων κάνουν λόγο για 38 νεκρούς από την πλευρά των κυβερνητικών δυνάμεων και για 120 μέλη των τζιχαντιστών μαχητών.

Ένα από τα ερωτήματα που διατυπώνεται από αναλυτές, ειδικούς στη γεωπολιτική ανάλυση της περιοχής, είναι ο βαθμός και το είδος της σύνδεσης των συγκεκριμένων ομάδων με το Ισλαμικό Κράτος, καθώς και οι λόγοι που οδηγούν στη ριζοσπαστικοποίηση της δράσης τους κατά τη συγκεκριμένη περίοδο.

Το ρεπορτάζ του Reuters τον Ιούνιο του 2016 ανέδειξε ένα βίντεο διάρκειας 20 λεπτών που έδινε το χρίσμα του Ισλαμικού Κράτους στον Χάπιλον ως σύνδεσμο της οργάνωσης στις Φιλιππίνες. Σύμφωνα με το ίδιο ρεπορτάζ, το συγκεκριμένο βίντεο είχε μεγάλη στρατηγική σημασία, καθώς επιδίωκε να διαδώσει το μήνυμα ότι οι μαχητές μπορούν να στρατευτούν σε οργανώσεις που βρίσκονται κάτω από την ομπρέλα του Ισλαμικού Κράτους στη Νοτιοανατολική Ασία, και όχι απαραίτητα να συμμετάσχουν στις μάχες της Μέσης Ανατολής.

Ενώ αντι-τρομοκρατικές ομάδες και ειδικοί σήμαναν συναγερμό, θεωρώντας το συγκεκριμένο μήνυμα ως προάγγελο κοινής δράσης τζιχαντιστικών ομάδων, συνδεδεμένων με το Ισλαμικό Κράτος, στη Μαλαισία, την Ινδονησία και τις Φιλιππίνες, η κυβέρνηση των Φιλιππίνων υποβάθμισε τον κίνδυνο, αντιμετωπίζοντας τις συγκεκριμένες κινήσεις ως απλή επικοινωνιακή προπαγάνδα.

Σύμφωνα με τον Guardian, η Σίντεϊ Τζόουνς (Sidney Jones), διευθύντρια του Ινστιτούτου Ανάλυσης Πολιτικών και Συγκρούσεων στη Τζακάρτα, σχολιάζει ότι στο Μιντανάο των Φιλιππίνων έχει συντελεστεί μια συμμαχία διαφορετικών εξτρεμιστικών ισλαμιστικών φραξιών, που έχουν μεγάλη ιστορία ένοπλης δράσης στην περιοχή για τον έλεγχο της γης και των πηγών.

Η ίδια προσθέτει ότι αυτή τη στιγμή οι συγκεκριμένες ομάδες έχουν συνασπιστεί απέναντι σε έναν κοινό εχθρό, και η κυβέρνηση του Ντουτέρτε απέτυχε να διαβλέψει τους ιδεολογικούς μετασχηματισμούς που πραγματοποιούνται στο εσωτερικό τους. Υπό την επιρροή του Ισλαμικού Κράτους, τα μέλη των συγκεκριμένων οργανώσεων «δεν κινητοποιούνται απλώς από την πολιτική των φατριών και τα χρήματα. Οι ηγέτες τους μπορεί κάποτε να ήταν “λήσταρχοι”, αυτή τη στιγμή όμως έχουν γίνει ιδεολόγοι», υποστηρίζει.