Μια από τις μεγαλύτερες ζυθοποιίες στον κόσμο και πρώτη στην παραγωγή μπύρας στην Ευρώπη, η ολλανδική πολυεθνική Heineken επεκτείνει διαρκώς τη δράση της σε χώρες της Αφρικής, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής, δημιουργώντας νέα εργοστάσια.
Συντακτική ομάδα pass–world.gr
Με παρουσία 80 χρόνων στην Αφρική, η εταιρία επιδιώκει να ενισχύσει την παρουσία της στην «γρηγορότερα αναπτυσσόμενη αγορά μπύρας στον κόσμο», όπως την χαρακτηρίζει, και ισχυρίζεται ότι τα εργοστάσιά της δίνουν ευκαιρίες ανάπτυξης στην περιοχή, παρέχοντας θέσεις εργασίας και αξιοποιώντας τοπικές πρώτες ύλες.
Χαρακτηριστικά, διαφημίζοντας πέρυσι το νέο εργοστάσιό της στη Μοζαμβίκη, η Heineken δεσμευόταν ότι μέχρι το 2020 θα αντλεί το 60% των πρώτων υλών της από την Αφρική και ότι το ζυθοποιείο της Μοζαμβίκης θα δημιουργήσει 200 θέσεις εργασίας.
Το βιβλίο του Ολλανδού δημοσιογράφου Ολιβιέ βαν Μπέεμεν [Οlivier van Beemen] «Η Heineken στην Αφρική: Μια πολυεθνική χωρίς φραγμούς» [1] αποδομεί το συγκεκριμένο αφήγημα «γενναιοδωρίας», επιβεβαιώνοντας για ακόμα μια φορά τη ζημιογόνα και συχνά κυνική δράση των πολυεθνικών εταιριών σε χώρες εκτός του δυτικού κόσμου.
Το βιβλίο αποτελεί προϊόν τριετούς δημοσιογραφικής έρευνας και βασίζεται σε τετρακόσιες συνεντεύξεις που πραγματοποίησε ο Μπέεμεν, επισκεπτόμενος έντεκα χώρες της Αφρικής, όπου η Heineken διαθέτει εργοστάσια.
Στις σελίδες του βιβλίου παρουσιάζεται ο τρόπος με τον οποίο η εταιρία επιχείρησε να συνθλίψει τοπικά εργοστάσια παραγωγής μπύρας, συνεργάστηκε με δικτάτορες και αυταρχικά καθεστώτα, δημιούργησε μυστικές θυγατρικές για να αποφύγει τη φορολογία, συνδέθηκε με παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και με υποθέσεις διαφθοράς σε ανώτατα κλιμάκια.
Όπως εξηγεί ο συγγραφέας, η αφρικανική ήπειρος έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα προσοδοφόρα για τις πολυεθνικές παραγωγής μπύρας, καθώς το συγκεκριμένο προϊόν αποδίδει εκεί «50% περισσότερο από ό,τι σε οποιοδήποτε άλλο σημείο του κόσμου». Ορισμένες αφρικανικές αγορές μπύρας, όπως αυτή της Νιγηρίας, συγκαταλέγονται στις πιο κερδοφόρες παγκοσμίως.
Στην αγορά της Νιγηρίας, η Heineken έχει καταστεί αδιαμφισβήτητος ηγέτης και, όπως αναλύεται στο βιβλίο, στις αρχές της δεκαετίας του 2000, η εταιρία ενεπλάκη σε μια υπόθεση διευρυμένης διαφθοράς, ενώ χρησιμοποιούσε ανήλικα κορίτσια για την προώθηση των προϊόντων της σε τοπικά μπαρ.
Σύμφωνα με την έρευνα του Μπέεμεν, στην κεντρική Αφρική, η πολυεθνική αντιστάθηκε στις εθνικοποιήσεις του Moμπούτου Σέσε Σέκο, αλλά απολάμβανε την μακρά παραμονή του στην εξουσία. Στη Ρουάντα, στις αρχές του 1990, φέρεται να συνεργάστηκε με υπευθύνους της γενοκτονίας, ενώ στο Μπουρούντι είχε σχέσεις με το καθεστώς του Πιέρ Νκουρουνζίζα που κατηγορείται από τα Ηνωμένη Έθνη για εγκλήματα εναντίον της ανθρωπότητας.
Από τις αποκαλύψεις του Μπέεμεν προκύπτει ότι η Heineken απολαμβάνει συνθήκες υψηλής προστασίας από τις τοπικές ελίτ και από καθεστώτα τα οποία επωφελούνται με τη σειρά τους από την παρουσία της στην Αφρική.
Κατά τη διάρκεια της έρευνάς του, ο Μπέεμεν ζήτησε να καταγράψει και την άποψη της διοίκησης της Heineken για τα όσα αποκαλύπτει. Η διοίκηση της εταιρίας αρνήθηκε αρχικά να τον συναντήσει και έτσι η πρώτη έκδοση του βιβλίου δεν περιλαμβάνει τα συγκεκριμένα στοιχεία.
Δύο χρόνια αργότερα, η διοίκηση δέχτηκε να δώσει στον συγγραφέα κάποιες συνεντεύξεις. «Δεν είχαμε ποτέ πολύ κριτικά βιβλία για την Heineken, και δεν μας αρέσει. Έχει αποδειχθεί μια πρόκληση για εμάς και οδηγεί σε μεγάλη αναζήτηση κάποια στελέχη μέσα στην εταιρία», ισχυρίζεται σε μια από τις τοποθετήσεις του ο Ζαν Φρανσουά βαν Μπόξμεερ, Διευθύνων Σύμβουλος της Ηeineken.
[1] Olivier van Beemen, Heineken in Africa: Α Multinational Unleashed, Hurst Publishers, 2018.
Πηγές: Ηurst Publishers, Le Monde