«Η Δανία είναι πλέον μία από τις λιγότερο ελκυστικές χώρες για τους αιτούντες άσυλο», Michala Bendixen, The Guardian, Jan 27, 2016.
Την Τρίτη 26 Ιανουαρίου, το Κοινοβούλιο της Δανίας έκανε στους πρόσφυγες ξεκάθαρη τη θέση του. Πρόκειται για μια βελτίωση ή για κάποια τροποποίηση; Όχι. Τα ευρωπαϊκά κράτη έχουν επιδοθεί σε ένα άτυπο διαγωνισμό για το ποιο είναι το χειρότερο. Αντί να ψάχνουν καινοτόμες λύσεις αντιμετώπισης της προσφυγικής κρίσης, οι μονόπλευροι συνεχίζουν να κλέβουν επιχειρήματα.
Του Binoy Kampmark
Η μονόπλευρη απάντηση στο προσφυγικό αίνιγμα είναι μια αντιγραφή του παραδείγματος της Αυστραλίας με το MV Tampa, τον Αύγουστο του 2001. Το να έχεις για δύο βδομάδες τους πρόσφυγες σε ένα πλοίο στον Ειρηνικό Ωκεανό για να τους κρατήσεις μακριά από την ηπειρωτική Αυστραλία, συνιστούσε παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου. Έτσι, αυτό το παράδειγμα διαμόρφωσε μια εγχειριδιακή πολιτική: παραγνώριση των διεθνών πρωτοκόλλων, εναρμόνιση με λογικές κυριαρχίας και αστυνομική αντιμετώπιση του ζητήματος.
Ο νέος δανικός νόμος έχει αρκετές μακάβριες διατάξεις. Επιτρέπει στις Αρχές να κατάσχουν περιουσιακά στοιχεία άνω των 1.450 δολαρίων, προκειμένου να καλύψουν τα έξοδα της παραμονής του μετανάστη στη χώρα. Εξαιρέσεις προβλέπονται μόνο για αντικείμενα «συναισθηματικής αξίας», όπως οι βέρες.
Το διάστημα παραμονής των προσφύγων στη χώρα μέχρι να έχουν τη δυνατότητα να υποβάλουν αίτηση επανένωσης οικογενειών επιμηκύνεται από το ένα στα τρία χρόνια. Τέτοιοι περιορισμοί γίνονται ολοένα και πιο συχνοί μετά το 2013, κυρίως λόγω λαϊκιστικών αντιδράσεων.
Ο δανός υπουργός Εξωτερικών Κρίστιαν Γιένσεν και η υπουργός Μετανάστευσης και Ενσωμάτωσης Ίνγκερ Στόγμπεργκ επιχειρηματολόγησαν υπέρ του νόμου μπροστά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τη Δευτέρα. Ο στόχος –σύμφωνα με τα επιχειρήματά τους–είναι να διατηρηθεί το δανικό κράτος πρόνοιας, με σεβασμό στους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου.
Λέγοντας ότι ο νόμος «κινείται προς τη λάθος κατεύθυνση», η προοδευτική γερμανίδα πολιτικός Κορνήλια Ερνστ απέτυχε να δει πώς θα εφαρμόζεται ακριβώς αυτός ο νόμος. «Οι πρόσφυγες ρευστοποιούν τα σπίτια τους –όποιοι έχουν–, παίρνουν μαζί τους τα τελευταία χρήματα και αντικείμενα αξίας, τα οποία εσείς τώρα κατάσχετε. Πώς εξασφαλίζετε ότι θα υπάρχει αναλογικότητα εδώ;»
Η αιτιολόγηση της Στόγμπεργκ ήταν ακραία αναγωγιστική. Εισηγήθηκε ότι οι άνθρωποι που φεύγουν από εμπόλεμες ζώνες μπορούν να θεωρούνται οικονομικά ικανοί. Θέτοντάς το διαφορετικά, η σύγκρουση είναι άσχετη με το περιεχόμενο –απλώς ένας θόρυβος στο βάθος του σκηνικού. Σύμφωνα με αυτή τη λογική, οι πρόσφυγες δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται διαφορετικά λόγω του πόνου τους, οι πρόσφυγες θεωρούνται «κανονικοί άνθρωποι» και αξιολογούνται ως φορείς οικονομικής δυνατότητας, με τα πορτοφόλια του έτοιμα. «Ένα τόσο ευρύ και οικουμενικό κράτος πρόνοιας, όπως το δανικό, βασίζεται στην αρχή ότι αν μπορείς να υποστηρίξεις τον εαυτό σου, πρέπει να το κάνεις» [1].
Οι περιορισμοί που περιλαμβάνει η νέα νομοθεσία για την επανένωση των οικογενειών βασίζονται επίσης σε μια λογική απλούστευσης. Οι καταστροφικές συγκρούσεις και η κρίση που αντιπροσωπεύουν για τις οικογένειες παραμερίζονται ως μη σχετικές με το ζήτημα της επανένωσης. Τι κι αν δοθεί άσυλο σε κάποιον αιτούντα; Δεν συνεπάγεται ότι και οι δικοί του μπορούν να ακολουθήσουν.
Όσοι απορρίπτουν αυτή την ατυχή πρόβλεψη της νομοθεσίας, ας θυμηθούν ότι η Δανική Βουλή έχει τοποθετηθεί ξανά με ανάλογο τρόπο, γέρνοντας την πλάστιγγα της μεταναστευτικής πολιτικής προς τα δεξιά, τα τρία τελευταία χρόνια. Ο πρόσφατος νόμος απλώς ενισχύει αυτή την κίνηση.
Το 2015, το ίδιο κοινοβουλευτικό σώμα πέρασε ρύθμιση που μείωνε στο 50% τις κοινωνικές παροχές για τους νεοεισερχόμενους πρόσφυγες, διαφημίζοντας αυτή την απόφαση ως «επίδομα ενσωμάτωσης». Ξένοι υπήκοοι που εξασφαλίζουν άδεια προσωρινής παραμονής δεν έχουν το δικαίωμα να φέρουν την οικογένειά τους στη Δανία μέσα στον πρώτο χρόνο. Επίσης, προβλέπεται περίοδος αναμονής πέντε χρόνων για τη δυνατότητα παραχώρησης άδειας μόνιμης παραμονής, ενώ ελέγχεται και η γνώση της γλώσσας, πριν από την παραχώρηση αυτής της άδειας.
Όλες οι παραπάνω προβλέψεις έγιναν μέρος μιας διαφημιστικής καμπάνιας, την οποία υλοποίησε η δανική κυβέρνηση. «Η Δανία αποφάσισε να κάνει αυστηρότερες ρυθμίσεις αναφορικά με τους πρόσφυγες, σε μια σειρά ζητημάτων», έλεγε η διαφήμιση. Λιβανέζικες εφημερίδες, όπως η Daily Star, παρουσίασαν το σύνολο των νομοθετικών αλλαγών, ανάγοντας το θέμα του ασύλου σε ένα καθαρά οικονομικό ζήτημα: «μην έρθεις στη Δανία –εσύ και η οικογένειά σου– αναζητώντας κοινωνική πρόνοια. Θα είναι πρόκληση» [2]. Τρεις αραβόφωνες εφημερίδες έπαιξαν επίσης τη διαφήμιση και η υπουργός Μετανάστευσης και Ενσωμάτωσης έβγαζε λόγους υπέρ αυτής μέσω Facebook.
H καμπάνια της κυβέρνησης της Δανίας για να αποτρέψει την είσοδο προσφύγων στη χώρα
Ο αριθμός των αιτούντων άσυλο εκτοξεύτηκε από 7.557 το 2013 στο διπλάσιο την επόμενη χρονιά, και σε 21.000 το 2015 [3]. Οι αριθμοί αυτοί δεν συγκρίνονται με χώρες που έχουν δεχτεί πολύ περισσότερους πρόσφυγες, όπως η Γερμανία στον νότο και η πιο δημοφιλής χώρα της σκανδιναβικής γειτονιάς, η Σουηδία, αν και η Δανία έχει υψηλότερο ποσοστό σε σχέση με το σύνολο των κατοίκων της.
Η διατύπωση των επιχειρημάτων μπορεί να γίνει με ψυχρούς ορθολογικούς όρους, αλλά όλα κατατείνουν στο ίδιο σημείο: οι αποφάσεις βασίζονται στην ίδια τη λογική του συστήματος. Το κράτος πρόνοιας μπορεί να χρηματοδοτεί τη δημόσια εκπαίδευση και την υγεία, όμως βασίζεται σε ένα σύνολο παραδοχών και αντιλήψεων. H κατανόηση των πολιτών δεν περιλαμβάνει αυτούς που δεν αποτελούν μέλη της κοινότητας.
Αποκλεισμένοι, όσοι δεν είναι πολίτες καταδικάζονται σε άνιση μεταχείριση, περιθωριοποίηση και απομάκρυνση. Ο ανθρωπισμός εκφράζεται μονάχα συγκυριακά.
Τίποτε δεν αποτυπώνει πιο καθαρά αυτό το γεγονός από την πολιτική της Δανίας, που αποφάσισε να μετεγκαταστήσει πρόσφυγες από τις πόλεις σε στρατόπεδα, θέλοντας να καταστήσει σαφή «την προτεραιότητα που δίνει η μεταναστευτική πολιτική της κυβέρνησης στον επαναπατρισμό, περισσότερο από ό,τι στην ενσωμάτωση» [4]. Για να μην ξεχνούν οι πρόσφυγες ότι είναι ανεπιθύμητοι.
Στο εσωτερικό της Δανίας αυτό είναι όλο και περισσότερο εμφανές. Μέσα στα εδαφικά του όρια, το φιλελεύθερο κοινωνικό κράτος μπορεί να λειτουργεί κατά βούληση, και οι ηθικολόγοι να μένουν ικανοποιημένοι, μιλώντας με στόμφο για έναν διεφθαρμένο κόσμο. Όργανα όπως το Δανικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (Danish Refugee Council) μπορεί να αναλαμβάνει ακτιβιστική δράση για τους πρόσφυγες μακριά από τη χώρα – όσο αυτοί οι πρόσφυγες είναι κάπου αλλού. Όταν το πρόβλημα έρχεται στη χώρα, η στάση τους τείνει να αλλάζει – δραματικά.
Σημειώσεις
[1] http://www.aljazeera.com/news/2016/01/danish-mps-vote-seizing-valuables-refugees-160126055035636.html
[2] https://www.dailystar.com.lb/News/Lebanon-News/2015/Sep-07/314296-denmark-advert-in-lebanon-newspapers-warns-off-migrants.ashx
[3] http://www.thelocal.dk/20150123/denmark-asylum-seekers-refugee-double-2014
[4] http://www.theatlantic.com/international/archive/2016/01/denmark-refugees-immigration-law/431520/
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο Global Research, στις 29 Ιανουαρίου 2016.
Για τον συγγραφέα
O Binoy Kampmark υπήρξε υπότροφος Κοινοπολιτείας στο Κολέγιο Σέλγουιν (Selwyn College) του Κέιμπριτζ. Διδάσκει στο Πανεπιστήμιο RMIT, στη Μελβούρνη.