Μπορεί το Ιράν να κοστίσει στον Τραμπ τις εκλογές;

«Αναλάβαμε δράση χθες το βράδυ για να σταματήσουμε έναν πόλεμο. Δεν αναλάβαμε δράση για να ξεκινήσουμε έναν πόλεμο», είπε ο Ντόναλντ Τραμπ την Παρασκευή, μετά τη δολοφονία του Ιρανού στρατηγού Κασέμ Σολεϊμανί, υπό τις διαταγές του. Ακόμα κι αν είναι έτσι, οι δικοί του στρατιωτικοί επικεφαλής ετοιμάζονται για μάχη. Ήδη μετά την προγενέστερη επίθεση στην πρεσβεία των ΗΠΑ στη Βαγδάτη, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, τα ΜΜΕ μετέδιδαν ότι το Πεντάγωνο αυξάνει βιαστικά τις δυνάμεις του στην περιοχή.


Του Paul Rogers


Τέσσερις χιλιάδες στρατεύματα από την 81η Αεροπορική Μονάδα μεταφέρθηκαν στο Κουβέιτ, την προηγούμενη εβδομάδα. Πιο πρόσφατα, απεστάλη επίσης προσωπικό από την 75η Αμερικανική Μονάδα Καταδρομέων. Και διόλου παράξενο, ένα τμήμα της ομάδας διαχείρισης κρίσεων Special Purpose Marine Air-Ground Task Forces από το Γενικό Επιτελείο των ΗΠΑ κατευθύνεται στην περιοχή, προκειμένου να ενισχύσει την προστασία των αμερικανικών πρεσβειών.

Αυτή η τελευταία κίνηση είναι αναμενόμενη, δεδομένων όσων συνέβησαν στο Ιράν πριν από σαράντα χρόνια. Κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1979, φοιτητές απήγαγαν ως ομήρους 52 αμερικανούς διπλωμάτες, τους οποίους κράτησαν για 444 μέρες.

Η απόπειρα του τότε Προέδρου των ΗΠΑ, Τζίμυ Κάρτερ, για τη διάσωσή τους –με το όνομα Επιχείρηση τα Νύχια του Αετού– απέτυχε, με οκτώ αμερικανούς στρατιώτες να σκοτώνονται. Η συγκεκριμένη κρίση συνέβαλε καθοριστικά στη νίκη του Ρόναλντ Ρήγκαν, στις εκλογές του 1980.

Εκείνη η κρίση, καθώς και η αδυναμία διαχείρισής της που επέδειξαν οι ΗΠΑ, απασχολεί πολλούς στην Αμερική μέχρι σήμερα. Αυτός είναι ο λόγος που ο Ντόναλντ Τραμπ την επικαλέστηκε, όταν απείλησε ότι θα επιτεθεί σε 52 ιρανικά σημεία αν η Τεχεράνη απαντήσει βίαια στη δολοφονία του Σολεϊμανί.

Για ποιο λόγο διέταξε ο Τραμπ τη δολοφονία του Σολεϊμανί; Ένα μεγάλο μέρος των τρεχουσών αναλύσεων στις ΗΠΑ εστιάζουν στα προσωπικά κίνητρα του Τραμπ, και κυρίως στην ανάγκη του να αποσπάσει την προσοχή από τη διαδικασία της παραπομπής του, σε μια περίοδο όπου θα αρχίσει η καμπάνια για την επανεκλογή του. Μπορεί πράγματι να ήταν ένα απονενοημένο διάβημα, ωστόσο άλλες πηγές αναφέρουν ότι κρίσιμο ρόλο σε αυτή την απόφαση έπαιξε και Υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο.

Αν έτσι έχουν τα πράγματα, ο ευαγγελικός Αντιπρόεδρος Μάικ Πενς, με την ισχυρή υποστήριξή του στο Ισραήλ, θα είχε επίσης συμμετοχή σε αυτή την απόφαση. Άλλωστε, ο Πενς έχει πλήρη γνώση της εξουσίας που έχει το ισραηλινό λόμπι στην αμερικανική πολιτική, και ακόμη περισσότερο της εκλογικής δύναμης εκατομμυρίων χριστιανών σιωνιστών, οι οποίοι ενδέχεται να αποτελέσουν μια κρίσιμη μάζα στην επερχόμενη καμπάνια επανεκλογής.

Ο χριστιανικός σιωνισμός στις ΗΠΑ παραμένει μια σοβαρά υποτιμημένη δύναμη από τους πολιτικούς αναλυτές. Η επιρροή του ήταν σίγουρα σημαντική, όταν ο Τραμπ αποφάσισε να μετακινήσει την αμερικανική πρεσβεία από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ, λίγους μήνες πριν από τις ενδιάμεσες εκλογές. Οι χριστιανοί σιωνιστές είναι πιο πιθανόν να ψηφίσουν Ρεπουμπλικανούς από άλλους συμπολίτες τους, και συνήθως έτσι πράττουν. Αυτή η τάση αναμένεται να ενδυναμωθεί όσο περισσότερο ο Τραμπ δείχνει την υποστήριξή του στο Ισραήλ και την αντίθεσή του στους εχθρούς του.

Ένα ακόμα ερώτημα παραμένει ωστόσο: πόσο πίεσε το Πεντάγωνο για τη δολοφονία του Σολεϊμανί; Οι κινήσεις του από την Παρασκευή δείχνουν, αντιθέτως, ότι μπορεί να βρέθηκε προ εκπλήξεως. Έχει ήδη να μετακινεί τις δυνάμεις του στο Ιράκ από τη συνδρομή που παρέχουν στα ιρακινά στρατεύματα στη μάχη τους εναντίον του ISIS, προκειμένου να προστατέψει τις δικές του δυνάμεις – και αυτή η απόφαση ανακοινώθηκε την ημέρα που το ISIS επιτέθηκε σε μια ιρακινή στρατιωτική μονάδα, σκοτώνοντας δύο στρατιώτες.

Πιο ενδιαφέρουσα, όμως, από αυτό ήταν η αναπάντεχη κίνηση του Αμερικανικού Ναυτικού Σώματος περισσότερα από χίλια μίλια μακριά από το Ιράκ.

Προετοιμασίες στην ανατολική πλευρά του Ατλαντικού γίνονταν εδώ και μήνες για μια σημαντική στρατιωτική άσκηση, την African Sea Lion, η οποία θα πραγματοποιείτο αυτόν τον μήνα από κοινού με τον στρατό του Μαρόκου.

Στον πυρήνα της θα βρισκόταν η 26η Ναυτική Εκστρατευτική Μονάδα, με 2.500 πλήρως εξοπλισμένους και έτοιμους για δράση στρατιώτες του ναυτικού. Η συγκεκριμένη μονάδα έχει τρία βασικά πλοία στον πυρήνα της, συμπεριλαμβανομένου του USS Battan, που αποτελεί ένα αεροπλανοφόρο πλοίο, το οποίο κουβαλά τους μεταφορείς στρατευμάτων Osprey Tilt Rotor troop transporters, και δύο πλοία μεταφοράς με πλατφόρμα επίθεσης: το USS New York και το USS Oak Hill.

Με ειδοποίηση της τελευταίας στιγμής, αυτή η σημαντική στρατιωτική δύναμη και τα διάφορα υποστηρικτικά σε αυτήν πλοία, αποσπάστηκαν από την άσκηση African Sea Lion και κατευθύνθηκαν στη Μεσόγειο για να συναντήσουν τον 6ο Αμερικανικό Στόλο, μέρη του οποίου αναμένεται να μετακινηθούν προς την Ανατολική Μεσόγειο.

Είναι η ταχύτητα αυτής της απόφασης που προκαλεί έκπληξη: αποτελεί πολύ ακριβή υπόθεση το να ακυρώνεις ξαφνικά μια μεγάλη στρατιωτική άσκηση. Δείχνει έντονα ότι το Πεντάγωνο ανησυχεί ιδιαίτερα για τον κίνδυνο μιας ξαφνικής κλιμάκωσης της έντασης στη διαμάχη με το Ιράν, η οποία θα σήμαινε, τουλάχιστον, ότι θα έπρεπε να απομακρυνθούν άμεσα τα μέλη του αμερικανικού προσωπικού που είναι πολίτες.

Μια τέτοια κίνηση μπορεί να μοιάζει αυτονόητη προτεραιότητα, όμως η λανθάνουσα λογική πίσω από αυτό είναι τόσο πολιτική, όσο και ανθρωπιστική. Στην ομάδα του Τραμπ το ενδεχόμενο που προκαλεί τη μεγαλύτερη ανησυχία από όλα είναι να συλληφθούν ως όμηροι αμερικανοί πολίτες από παραστρατιωτικές ομάδες, συμμαχικές με το Ιράν, οπουδήποτε στην περιοχή. Δεδομένης της εμπειρίας του 1979, αυτό θα υπονόμευε σοβαρά την πιθανότητα επανεκλογής του Τραμπ τον Νοέμβριο.

Εν τω μεταξύ νικητής μέχρι στιγμής στο Ιράκ είναι το ISIS. O πιο αποτελεσματικός εχθρός τους –ο Σολεϊμανί– είναι νεκρός, οι Ιρακινές Δυνάμεις Λαϊκής Κινητοποίησης είναι πλέον βαθιά ανταγωνιστικές απέναντι στην αμερικανική παρουσία –πολύ περισσότερο από ό,τι είναι απέναντι στο ISIS– και το Πεντάγωνο μετακινεί βιαστικά τις δυνάμεις του μακριά από τον κίνδυνο, αντί να μάχεται τους ισλαμιστές. Είναι αμφίβολο αν ο Τραμπ συνειδητοποίησε τι έκανε, αλλά πολλοί στον περίγυρό του κοιτάζουν με αγωνία προς τις εκλογές του Νοεμβρίου.

To άρθρο δημοσιεύτηκε στο Open Democracy, στις 7 Ιανουαρίου 2020.

Για τον συγγραφέα

Ο Paul Rogers είναι καθηγητής στο τμήμα Σπουδών Ειρήνης Πανεπιστημίου του Bradford. Είναι σύμβουλος του Open Democracy για θέματα διεθνούς ασφάλειας. Το τελευταίο του βιβλίο είναι το ‘Irregular War: ISIS and the New Threat from the Margins’ (IB Tauris, 2016), ενώ παλιότερα βιβλία του είναι τα: ‘Why We’re Losing the War on Terror’ (Polity, 2007), και ‘Losing Control: Global Security in the 21st Century’ (Pluto Press, 3rd edition, 2010).