Κατά την περίοδο της διάλυσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι οθωμανό-κούρδοι διανοούμενοι επιδίωξαν να καταδείξουν την ύπαρξη μιας ταυτότητας διακριτής από τις άλλες μουσουλμανικές ομάδες, αξιοποιώντας τα εξής βασικά κριτήρια: α) το κοινό έδαφος, β) την ιστορία των Κούρδων, γ) την κοινή γλώσσα των Κούρδων και βεβαίως δ) τη θρησκεία. Ποτέ, όμως, έως το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου (1918), δεν αναφέρονταν σε ένα ανεξάρτητο εθνικό κράτος. Οι πρώτες αναφορές περί κουρδικού κράτους σημειώνονται την περίοδο των Αρχών του Ουίλσον.
Του Μουράτ Ισσί
Η βασική αρχή των εθνικιστικών θεωριών, ότι κάθε εθνικό κίνημα επιδιώκει το δικό του εθνικό κράτος, μπορεί τώρα πια να επιβεβαιωθεί και για την περίπτωση των Κούρδων. Με την πραγματοποίηση του Δημοψηφίσματος Ανεξαρτησίας του Κουρδιστάν της Κουρδικής Περιφερειακής Κυβέρνησης/KRG ολοκληρώνεται πια ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο της κουρδικής εθνικής ιστοριογραφίας: Οι Κούρδοι αναζητούν το δικό τους κράτος χωρίς να αναφέρονται στις Αρχές του Ουίλσον, αλλά στο Δικαίωμα της Αυτοδιάθεσης των Λαών.
Πρέπει να παραδεχθεί κανείς ότι στη συγκεκριμένη αναμέτρηση ενάντια στην Κουρδική Κυβέρνηση στράφηκαν όλες οι δυνάμεις του πλανήτη.
Παρά τις εχθρικές «ενοχλήσεις» και «προειδοποιήσεις» των γειτονικών χωρών, όπως το Ιράκ, το Ιράν και η Τουρκίας, και τη μη υποστηρικτική στάση των άλλων δυνάμεων, όπως οι ΗΠΑ, η Ρωσία, η Ε.Ε., η Γερμανία, η Γαλλία και η Κίνα, η Κουρδική Κυβέρνηση του Νοτίου Κουρδιστάν πραγματοποίησε το δημοψήφισμα ειρηνικά και δημοκρατικά σε μια εμπόλεμη και χαοτική περιοχή.
Οι κουρδικές δυνάμεις και στα τέσσερα κομμάτια του Κουρδιστάν, παρά τις διαφορετικές στάσεις που υπάρχουν ανάμεσά τους, υποστήριξαν και βοήθησαν τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος, θεωρώντας ότι το συγκεκριμένο βήμα θα είναι ένας βασικός κρίκος για τη δόμηση ενός κουρδικού κράτους.
Ένα βήμα με μοναδική ιστορική σημασία, αν εξαιρέσουμε την τετραετή δοκιμή της Κουρδικής Αυτονομίας του Νοτίου Κουρδιστάν (1970-1974), μετά από την Κουρδική Δημοκρατία Μαχάμπαντ (Ιανουάριος-Δεκέμβριος 1946). Ένα πιθανό επόμενο βήμα του κούρδου προέδρου Μασούντ Μπαρζάνι θα έπρεπε να είναι η έναρξη των διαδικασιών αναζωογόνησης του κουρδικού εθνικού συνεδρίου, το οποίο είχε διακοπεί πριν από περίπου ενάμιση χρόνο.
Παρατηρείται ότι τα πολιτικά και γεω-στρατηγικά σενάρια του Ισλαμικού Κράτους και όλων των υποστηρικτών τους λειτούργησαν σαν μπούμερανγκ εναντίον τους. Οι Κούρδοι απέναντι στις «επιθέσεις» όλων, ένιωσαν την ανάγκη υποστήριξης του Νοτίου και του Δυτικού Κουρδιστάν, όπως ανάλογα είχαν πράξει στην περίοδο της περικύκλωσης πόλης Κομπάνε.
Οι επιθέσεις του Ισλαμικού Κράτους θα καταγραφούν στην κουρδική εθνική ιστοριογραφία ως καταλύτης της διαμόρφωσης κουρδικής εθνικής ταυτότητας. Οι πολλαπλές ενδείξεις για αυτό το γεγονός μπορούν να εντοπιστούν πριν και μετά την διεξαγωγή του Δημοψηφίσματος Ανεξαρτησίας: το γκρέμισμα των τουρκό-συριακών συνόρων από τις λαϊκές μάζες στην περίοδο Κομπάνε, οι συμμετοχές όλων των ένοπλων κουρδικών δυνάμεων στις μονάδες του YPG (Δυτικό Κουρδιστάν/Ροζάβα) και των Πεσμεργάδων (Νότιο Κουρδιστάν), ακόμα και η ομιλία του Οσμάν Μπαϊδεμίρ στην τουρκική εθνοσυνέλευση.
Ένα από τα αναμφισβήτητα στοιχεία της πορείας του Δημοψηφίσματος, όπως είχαμε τονίσει και σε προηγούμενο άρθρο, είναι ότι η σύγκλιση όλων των τουρκικών μετριοπαθών και ριζοσπαστικών ισλαμικών-εθνικιστικών και των δήθεν δημοκρατικών δυνάμεων εντός της Τουρκίας. Αυτή η ενοποίηση δυνάμεων μπορεί να ονομαστεί και «Σύμφωνο Τουρκικότητας», με στόχο την ισχυροποίηση ενός γνωστού ιστορικού δομικού υλικού της ίδρυσης Τουρκικής Δημοκρατίας: της κουρδικής φοβίας. Σύμφωνα με την ανάλυση του Ιρφάν Ακτάρ, όπως μεταφέρεται από τον επίκουρο καθηγητή Μπαρίς Ουνλού, το συγκεκριμένο «Σύμφωνο» έχει τρία βασικά στοιχεία:
α) Πρέπει να είναι κανείς Τούρκος και Μουσουλμάνος για μία ασφαλή και προνομιακή ζωή στη Νέα Τουρκία αλλά και για να εξασφαλίσει στον εαυτό του την κοινωνική άνοδο.
β) Απαγορεύεται να κατονομαστούν οι πράξεις (όπως αναγκαστικές μεταναστεύσεις, σφαγές, γενοκτονίες, ρατσιστικές εκδιώξεις, διακρίσεις) που έλαβαν χώρα κατά των μη μουσουλμανικών πληθυσμών, κατά την Οθωμανική περίοδο αλλά στο τουρκικό κράτος. Απαγορεύεται επίσης η ενσυναίσθηση του πόνου αυτών των πληθυσμών.
γ) Απαγορεύεται να ειπωθούν οι αλήθειες που αφορούν πράξεις εναντίον των Κούρδων και επίσης απαγορεύεται να διαισθανθεί κανείς τον πόνο τους.
Οι Κούρδοι του Νοτίου Κουρδιστάν –και οι υπόλοιποι Κούρδοι των άλλων κομματιών του Κουρδιστάν– διάλεξαν πια ένα πολύ μοναχικό, επώδυνο δρόμο και όπως φαίνεται θα είναι μόνοι σε αυτό το μονοπάτι. Ήδη από τώρα οι «γείτονες» του νέου κουρδικού κράτους απειλούν –και πράττουν προς αυτή την κατεύθυνση– να κλείσουν κάθε είδους χερσαίες και εναέριες επικοινωνίες, έτσι ώστε οι Κούρδοι να γονατίσουν οικονομικά και να εγκαταλείψουν το όραμα τους περί Ανεξαρτησίας και Ελευθερίας. Ο Ασκός του Αιόλου θα ανοίξει στην ευρύτερη περιοχή και πιθανότατα δεν θα παραμείνει εκεί η φωτιά, εφόσον οι οικονομικές πιέσεις θα υπερβούν το Νότιο Κουρδιστάν και ενδεχομένως να πραγματοποιηθούν στρατιωτικές επεμβάσεις, όπως δείχνει η επίδειξη ισχύος των Τούρκων-Ιρανών και Ιρακινών κρατών, με τις ξαφνικές στρατιωτικές ασκήσεις στα κοινά σύνορα.
Ας ελπίσουμε να μην επαληθευθεί για άλλη μια φορά η περίφημη κουρδική παροιμία ότι «Εκτός από τα βουνά του Κουρδιστάν, δεν υπάρχουν άλλοι φίλοι των Κούρδων!».
Για τον συγγραφέα
Ο Μουράτ Ισσί είναι Διδάκτορας Ιστορίας, ΚΕΝΙ/ Κέντρο Έρευνας Νεότερης Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου.