Με πλειοψηφία δύο τρίτων, η Βουλή της Ουγγαρίας, ενέκρινε, τη Δευτέρα 30 Μαρτίου, ένα εξαιρετικά αμφιλεγόμενο νομοσχέδιο, το οποίο δίνει στον Πρωθυπουργό της χώρας, Βίκτορ Όρμπαν, τη δυνατότητα να κυβερνά μέσω διαταγμάτων, για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα.
Συντακτική ομάδα pass-world.gr
Σύμφωνα με την επιχειρηματολογία της κυβέρνησης, ο συγκεκριμένος νόμος εντάσσεται στο πλαίσιο των μέτρων έκτακτης ανάγκης για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού.
Ωστόσο, οι δυνατότητες ελέγχου και άρσης του είναι εξαιρετικά περιορισμένες. Το Συνταγματικό Δικαστήριο της χώρας είναι το μόνο που τηρεί την εξουσία να εξετάζει τη νομιμότητα των διαταγμάτων, ενώ το συγκεκριμένο νομοθέτημα μπορεί να αρθεί μόνο κατόπιν έγκρισης δύο τρίτων από τη Βουλή – μια πλειοψηφία την οποία η κυβέρνηση συγκεντρώνει.
Ακόμα, όπως μεταδίδουν διεθνή πρακτορεία ειδήσεων, ο νέος αυτός νόμος προβλέπει ποινή φυλάκισης για όσους φέρονται να διαδίδουν ψευδείς πληροφορίες για τον ιό και επίσης για όσους φέρονται να παρακωλύουν το έργο της προστασίας του κοινού από την πανδημία, γεγονός που δημιουργεί βάσιμες ανησυχίες για το κατά πόσο θα χρησιμοποιηθεί για να διωχθούν φωνές, οι οποίες ασκούν κριτική στην κυβερνητική πολιτική.
Η έγκριση της συγκεκριμένης νομοθεσίας έχει προκαλέσει τις έντονες αντιδράσεις διεθνών και ευρωπαίων αξιωματούχων, δημοσιογράφων, καθώς και την κατακραυγή οργανώσεων υπεράσπισης των πολιτικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ο διευθυντής του παραρτήματος της Διεθνούς Αμνηστίας της Ουγγαρίας, David Vig, δήλωσε για το συγκεκριμένο νομοσχέδιο ότι «θα δημιουργήσει μια αόριστη και ανεξέλεγκτη κατάσταση έκτακτης ανάγκης και θα δώσει στον Βίκτορ Όρμπαν και την κυβέρνησή του λευκή επιταγή για τον περιορισμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων».
Από την πλευρά της, η Márta Pardavi,συν-διεθύντρια της ανθρωπιστικής οργάνωσης Hungarian Helsinki Committee, σημείωσε στο Politico ότι «η κοινωνία των πολιτών, οι δημοσιογράφοι, καθώς και οι διεθνείς και ευρωπαϊκές οργανώσεις θα πρέπει να εντείνουν ακόμα περισσότερο τις προσπάθειές τους σε αυτή τη νέα συνθήκη, ώστε να διασφαλίσουν ότι οι πιθανότητες για σοβαρές παραβιάσεις από κυβερνητική παρεκτροπή θα παρακολουθούνται, καταγράφονται και δεν θα μένουν χωρίς αντίδραση».
Ταυτόχρονα, υπογράμμισε ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό, η υγειονομική αυτή κρίση να μην μετατραπεί σε συνταγματική κρίση.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ουγγαρία βρίσκεται ήδη από το 2018 αντιμέτωπη με τη διαδικασία που προβλέπει το Άρθρο 7 της Συνθήκης για την ΕΕ, κατόπιν προσφυγής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εναντίον της κυβέρνησης για παραβίαση των ιδρυτικών αξιών της ΕΕ, η οποία βασίζεται σε ανησυχίες για την καταπάτηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων στη χώρα.
Συγκεκριμένα, η προσφυγή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η οποία ενεργοποίησε για πρώτη φορά τη διαδικασία του Άρθρου 7, στοιχειοθετείται στη βάση ανησυχιών για: τη λειτουργία του συνταγματικού και εκλογικού συστήματος της χώρας, την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας, τη διαφθορά και τις συγκρούσεις συμφερόντων, την προστασία της ιδιωτικής ζωής και των προσωπικών δεδομένων, την ελευθερία της έκφρασης, την ακαδημαϊκή ελευθερία, την ανεξιθρησκεία, το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι, το δικαίωμα στην ίση μεταχείριση, τα δικαιώματα των μειονοτήτων, συμπεριλαμβανομένων των Ρομά και των Εβραίων, τα θεμελιώδη δικαιώματα των μεταναστών, των αιτούντων άσυλο και των προσφύγων, και τα οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα.
Ήδη στην πρώτη της ακρόαση ενώπιον του Συμβουλίου της Ευρώπης, τον Σεπτέμβριο του 2019, η ουγγρική κυβέρνηση αρνήθηκε όλες τις κατηγορίες περί παραβίασης των δημοκρατικών δικαιωμάτων. Και η πρόσφατη εξέλιξη της διακυβέρνησης μέσω διαταγμάτων πολλαπλασιάζει τις ανησυχίες για εμβάθυνση του αυταρχισμού στη χώρα.
Όπως μεταδίδουν οι Financial Times, πριν από την έγκριση του νόμου για την άσκηση της κυβέρνησης μέσω διαταγμάτων, η Γενική Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης, Marija Pejcinovic Buric, απέστειλε στον Όρμπαν μήνυμα στο οποίο υπογράμμιζε ότι «ένα απροσδιόριστο και ανεξέλεγκτο καθεστώς έκτακτης ανάγκης δεν εγγυάται ότι οι βασικές αρχές της δημοκρατίας θα πληρούνται και ότι τα μέτρα έκτακτης ανάγκης, τα οποία περιορίζουν θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, είναι ανάλογα της απειλής που υποτίθεται ότι αντιμετωπίζουν».
Την ίδια ώρα σοβαρό πλήγμα δέχονται και τα εργασιακά δικαιώματα στη χώρα.
Όπως εξηγεί, σε άρθρο του στο Public Seminar, ο Laszlo Bruszt, Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Central European University, τα μέτρα που έχει λάβει η κυβέρνηση του Βίκτορ Όρμπαν για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού αποδυναμώνουν με τρόπο δραστικό τις πιο ευάλωτες ομάδες εργαζομένων.
Από τις 19 Μαρτίου, σημειώνει ο ίδιος, η κυβέρνηση ανέστειλε προσωρινά «μέσα από μια παράγραφο που υπήρχε κρυμμένη σε ένα επίσημο διάταγμα, όλες τις προβλέψεις προστασίας των εργαζομένων που ορίζονται στον Εργατικό Κώδικα». «Η φράση κλειδί αυτής της παραγράφου ορίζει ότι “o εργοδότης και ο εργαζόμενος μπορούν να αποκλίνουν από τον Εργατικό Κώδικα με συμφωνία τους”», εξηγεί ο Bruszt, επισημαίνοντας ότι με δεδομένες τις βαθιά ασύμμετρες θέσεις διαπραγμάτευσης που έχουν οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι, η συγκεκριμένη πρόβλεψη αποτελεί μια άνευ προηγουμένου κίνηση στη μεταπολεμική δικαιική ιστορία των χωρών της Ευρώπης, στις οποίες οι Εργατικοί Κώδικες προστατεύουν τα δικαιώματα των εργαζομένων.
Πηγές: Financial Times, Politico, Euronews, Public Seminar