Στις 17 Απριλίου 2019, η Ινδονησία, η τέταρτη πιο πολυπληθής χώρα στον κόσμο, διεξήγαγε για πρώτη φορά ταυτόχρονα βουλευτικές και προεδρικές εκλογές. Σε μια χώρα που περιλαμβάνει περισσότερα από 17.000 νησιά, συνολικό πληθυσμό 261 εκατομμύρια ανθρώπους, 336 εθνότητες και περισσότερες από 700 ομιλούμενες γλώσσες, η δυσκολία του εγχειρήματος και της διασφάλισης του δημοκρατικού χαρακτήρα των εκλογών ήταν παραπάνω από υψηλή.
Συντακτική ομάδα pass-world.gr
Το αυστραλιανό ινστιτούτο ανάλυσης Lowy Institute χαρακτήρισε τη συγκεκριμένη διαδικασία ψηφοφορίας ως μια από τις πιο περίπλοκες στην παγκόσμια ιστορία.
Τα νούμερα είναι ιλιγγιώδη: 245.000 υποψηφιότητες κατατέθηκαν για περισσότερες από 20.000 τοπικές και εθνικές βουλευτικές έδρες, ενώ 6.000.000 εκλογικοί υπάλληλοι επιστρατεύθηκαν σε 800.000 εκλογικά τμήματα, τα οποία υποδέχθηκαν 193 εκατομμύρια εκλογείς.
Όσον αφορά την προεδρική εκλογή, τα πρώτα αποτελέσματα δίνουν καθαρό προβάδισμα στον προηγούμενο Πρόεδρο της χώρας Γιόκο Γουιντόντο έναντι του πρώην στρατιωτικού Πραμπόβο Σουμπιάντο.
Με καταμετρημένο το 56,6 % των ψήφων και με τα τελικά αποτελέσματα να αναμένεται να ανακοινωθούν σε ένα μήνα, ο Γουιντόντο συγκεντρώνει μέχρι στιγμής ποσοστό 56%, ενώ ο Σουμπιάντο 44%.
Εν τω μεταξύ, ο διαφαινόμενος ως ηττημένος υπερσυντηρητικός Σουμπιάντο, που έχει την υποστήριξη των πιο σκληρών ισλαμιστικών ομάδων της χώρας κατήγγειλε ήδη τη διαδικασία ως «οργανωμένη απάτη» της κυβέρνησης.
Όπως μεταδίδουν τα μεγαλύτερα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία, 300 άνθρωποι που προσελήφθησαν ως εκλογικοί υπάλληλοι πέθαναν από επιπλοκές οφειλόμενες σε υπερκόπωση, κατά τη διαδικασία της καταμέτρησης των ψήφων.
Κι ενώ αναμένεται να διεξαχθούν έρευνες για την τελική εξακρίβωση των αιτίων αυτής της τραγωδίας, ο αριθμός των ανθρώπων που επλήγησαν από την εξουθένωση καθιστά πρόδηλο ότι δεν πρόκειται για μια κανονική διαδικασία, η οποία προνοούσε για τη στοιχειώδη ασφάλεια των εργαζομένων.
Ως προς τα διακυβεύματα των εκλογών αυτά περιστρέφονται σε μεγάλο βαθμό γύρω από τα φαινόμενα διαφθοράς, την πορεία της οικονομίας, αλλά κυρίως γύρω από τον θρησκευτικό προσανατολισμό της χώρας, σε μια στιγμή όπου ακραίες ισλαμιστικές ομάδες αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη απήχηση στην ινδονησιακή κοινωνία.
Όπως σημειώνει ο Pierre Rousset στο International Viewpoint, η πιθανή νίκη του Γουιντόντο δεν σηματοδοτεί απαραιτήτως μια δημοκρατική εξέλιξη, παρά το γεγονός ότι αποτελεί σίγουρα ένα πιο αισιόδοξο σενάριο από την εκλογή του Σουμπιάντο, πρώην ηγετικού στελέχους της αιμοσταγούς δικτατορίας του Σουχάρτο, η οποία ανετράπη το 1998.
Ο Γουιντόντο, εξελέγη για πρώτη φορά Πρόεδρος της Ινδονησίας το 2014, ως ένας ανεξάρτητος υποψήφιος χωρίς δεσμούς με το παλιό κατεστημένο και παρουσιάζοντας ένα πρόγραμμα με κύριες αιχμές την αντιμετώπιση της διαφθοράς, τη μείωση της φτώχειας και τη διασφάλιση των θρησκευτικών ελευθεριών.
Ωστόσο, τόσο κατά τη διάρκεια της θητείας του όσο και στις υποψηφιότητες που επέλεξε για τις τρέχουσες εκλογικές αναμετρήσεις, διαφαίνεται ότι ο ίδιος δεν μπορεί να αντιταχθεί αποτελεσματικά στις ακραίες ισλαμιστικές ομάδες, οι οποίες διαδραματίζουν πλέον αποφασιστικό ρόλο στη χώρα, διεξάγοντας διαρκείς ρατσιστικές επιθέσεις εναντίον των πολλών μειονοτήτων που απαρτίζουν την ινδονησιακή κοινωνία.
Ταυτόχρονα, οι κριτικές για την οικονομική πολιτική του Γιουντότο υπογραμμίζουν ότι το τεράστιο άνοιγμα της χώρας σε πολυεθνικές για τη φύτευση φοινικόδεντρων και την παραγωγή φοινικέλαιου οδηγεί όχι μόνο στην αποψίλωση των δασικών εκτάσεων της Ινδονησίας αλλά και στην καταστροφή των τοπικών κοινοτήτων.
Σημειώνεται ότι η Ινδονησία αποτελεί τη μεγαλύτερη παραγωγό φοινικέλαιου στον κόσμο, εξάγοντας το συγκεκριμένο προϊόν στην Κίνα και την Ινδία, μεταξύ άλλων χωρών.