Ο προεκλογικός αγώνας στη Γερμανία δεν εκπλήσσει ιδιαίτερα ως προς τα ζητήματα της πολιτικής αντιπαράθεσης. Τα σημαντικότερα θέματα εξακολουθούν να είναι το προσφυγικό, η καταπολέμηση της τρομοκρατίας μετά και τις επιθέσεις αυτοκτονίας, καθώς και το μέλλον της Ευρώπης με τη διαχείριση του Brexit ή πιο σωστά την επιλογή της κατάλληλης πολιτικής απέναντι στην απόφαση του βρετανικού λαού μετά το δημοψήφισμα. Σε αυτό το μείγμα έχει, εσχάτως, εισέλθει δυναμικά και το αποτέλεσμα των εκλογών στην ΗΠΑ.
του Βίκτωρα Χρηστίδη
Και ενώ το κόμμα της Καγκελαρίου Α. Μέρκελ έρχεται πρώτο σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, μεγάλη κινητικότητα υπάρχει στον συνασπισμό των Σοσιαλδημοκρατών, όπου μέχρι πρόσφατα η θέση του υποψηφίου είχε θεωρηθεί «κλειδωμένη» από τον Ζ. Γκάμπριελ. Η είδηση της παραίτησης του ηγέτη των Σοσιαλδημοκρατών και η τοποθέτηση του Μ. Σουλτς στη θέση του υποψηφίου για την Καγκελαρία, προκάλεσε έκπληξη στα γερμανικά ΜΜΕ, όμως μια προσεκτική ανασκόπηση σε παλαιότερα δημοσιεύματα δείχνει ότι ο γερμανικός Τύπος είχε αφιερώσει εκατοντάδες σελίδες στο πρόσωπο του Σουλτς το τελευταίο διάστημα.
Οι όποιες διαφορές μεταξύ Μέρκελ και Σουλτς αναμένεται να φανούν με μεγαλύτερη σαφήνεια τις επόμενες μέρες όταν θα έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης από τις τοποθετήσεις του τελικού (την Κυριακή θα οριστεί και τυπικά) υποψηφίου του SPD.
Για παράδειγμα, αναφορικά με τα μέτρα λιτότητας και την Ελλάδα, θέματα τα οποία οι “λαϊκιστικές” δυνάμεις συνδέουν με μια γενικότερη κριτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε συνέντευξή του τον περασμένο Μάιο ο Μάρτιν Σουλτς είχε αναφέρει:
«…ποτέ δεν ήμουν υπέρμαχος αυτών των μέτρων λιτότητας. Η εξυγίανση του προϋπολογισμού, η αναδιάρθρωση του χρέους είναι αναγκαία, αλλά εάν δεν έχεις οικονομική ανάπτυξη ή απασχόληση που να αυξάνει το εθνικό εισόδημα, δεν πρόκειται να διορθώσεις την κατάσταση μακροπρόθεσμα».
Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένονται και οι τοποθετήσεις του Μάρτιν Σουλτς για το προσφυγικό. Ο Ζ.Γκάμπριελ είχε ασκήσει κριτική στην προσφυγική πολιτική της Μέρκελ και είχε τοποθετηθεί θετικά στην ιδέα για ένα ανώτατο όριο (Obergrenze) στη χορήγηση ασύλου σε πρόσφυγες, σε μια ίσως στροφή στα συντηρητικότερα κοινωνικά στρώματα. Σε συνέντευξη το καλοκαίρι του 2016 στο δίκτυο ZDF, δήλωσε χαρακτηριστικά: «η Ένωση [CDU/CSU] υποτίμησε τις προκλήσεις, και εμείς πάντα λέγαμε ότι δεν είναι εφικτό να υποδέχεται η Γερμανία κάθε χρόνο ένα εκατομμύριο ανθρώπους…δεν φτάνει να λέμε ότι εμείς το καταφέραμε».
Το βασικό ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσον η υποψηφιότητα Σουλτς συνδέεται με την εκλογή Τραμπ και συγκεκριμένα με την «αβεβαιότητα» ευρωπαίων αξιωματούχων για το μέλλον των σχέσεων ΗΠΑ-Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σε άρθρο γνώμης στη γερμανική Die Zeit σχολιάζεται ότι ο Ζ. Γκάμπριελ παραιτήθηκε αφού ο ίδιος γνωρίζει πως ο Μ. Σουλτς θεωρείται ως αποφασιστικότερος υποψήφιος από πολλούς πολίτες για την μάχη της Καγκελαρίας, ενώ η Sueddeutsche αναφέρει ότι ο «ευρωπαίος πολιτικός μπορεί να δώσει στους Σοσιαλδημοκράτες μια νέα αυτοπεποίθηση και να αντιμετωπίσει τη Μέρκελ». Στο ίδιο μήκος κύματος και ο διευθυντής ειδήσεων της Tagesspiegel, Σ. Κάσντορφ τόνισε λακωνικά ότι πολύ απλά ο Γκάμπριελ δεν θα μπορεί να γίνει Καγκελάριος και μαζί του το κόμμα θα σημειώσει επιπλέον απώλειες.
Είναι λοιπόν ο Σουλτς ο «σκληρός» των Σοσιαλδημοκρατών που θα καταφέρει να αποσπάσει ένα σχετικά υψηλό ποσοστό εις βάρος της νυν Καγκελαρίου Α. Μέρκελ, προσδοκώντας μια περαιτέρω συμμαχία με Πράσινους και Αριστερούς για τον σχηματισμό κυβέρνησης;
Αυτό θα κριθεί αναλόγως του εκλογικού αποτελέσματος. Όμως εκτός από τα αναγκαία ποσοστά των κομμάτων σημαντικό ρόλο θα παίξουν και οι προστριβές στα επιμέρους κρίσιμα ζητήματα όπως επίσης και οι διαφωνίες τόσο στο εσωτερικό του SPD αλλά και στις υπόλοιπες δυνάμεις. Σε αυτό το μείγμα, κρίσιμο θα είναι το εκλογικό ποσοστό που θα λάβει το ξενοφοβικό κόμμα Εναλλακτική για την Γερμανία. Τέλος το εκλογικό αποτέλεσμα αναμένεται να επηρεάσουν και «εξωτερικοί» παράγοντες, όπως οι εκλογές στη Γαλλία και την Ολλανδία.