Ο Μισέλ Φουκώ επισκέφθηκε πέντε φορές τη Βραζιλία, κατά την περίοδο της στρατιωτικής δικτατορίας. Οι διαδρομές και η δράση του εκεί, οι πολιτικές της προεκτάσεις και η στάση των μυστικών υπηρεσιών του καθεστώτος προς το πρόσωπό του παρέμεναν μέχρι πρόσφατα ανεξερεύνητες. Το βιβλίο της Ελιάνα Κόντε (Ηeliana Conde) «Δοκίμια για τον Μισέλ Φουκώ στη Βραζιλία» (1) έχει αυτήν την τεράστια αξία. Χρησιμοποιώντας ένα εύρος πηγών, από συνεντεύξεις μέχρι αρχεία της πρώην μυστικής αστυνομίας, η δουλειά τής Κόντε δείχνει πώς η μακρά σκιά του καθεστώτος ακολουθούσε κάθε μία από τις επισκέψεις του Φουκώ στη χώρα.
Του Marcelo Hoffman
Μετάφραση: Βασιάννα Κωνσταντοπούλου
Ο Μισέλ Φουκώ ταξίδεψε στη Βραζιλία πέντε φορές, κατά την περίοδο 1965-1976. Το πρώτο του ταξίδι έγινε το 1965, και τα υπόλοιπα τέσσερα το 1973, το 1974, το 1975 και το 1976. Ο Φουκώ πήγε στη Βραζιλία για να πραγματοποιήσει ένα αρκετά τυπικό ακαδημαϊκό πρόγραμμα ομιλιών και διαλέξεων σε ένα ευρύ φάσμα θεματικών που σχετίζονταν με τις έρευνές του. Ορισμένες από αυτές τις ομιλίες και διαλέξεις προανήγγειλαν σημαντικές εννοιολογικές μετακινήσεις στις αναλύσεις του.
Άλλωστε, ήταν σε μια διάλεξή του πάνω στην κοινωνική ιατρική, που έγινε στο Ρίο ντε Τζανέιρο το 1974, που ο Φουκώ αναφέρθηκε για πρώτη φορά στην περίφημη έννοια της βιοπολιτικής. Πρέπει να σημειωθεί ότι κατά επισκέψεις του Φουκώ, η Βραζιλία τελούσε υπό το καθεστώς στρατιωτικής δικτατορίας, η οποία επρόκειτο να διαρκέσει μέχρι το 1985 – έναν χρόνο μετά τον θάνατο του ίδιου. Καλύπτουν, επίσης, μια περίοδο έντεκα χρόνων όπου συντελέστηκαν τεράστιοι μετασχηματισμοί στη σκέψη, την πολιτική και το απήχησή του.
Ο Φουκώ έφτασε για πρώτη φορά στη Βραζιλία το 1965 ως ένας ελάχιστα γνωστός (για το βραζιλιάνικο κοινό) στοχαστής και χωρίς μεγάλη ιστορία πολιτικής στράτευσης. Έφυγε από την Βραζιλία για τελευταία φορά το 1976 ως ένας καταξιωμένος διανοούμενος με πολιτικά στρατευμένη δράση.
Ωστόσο μέχρι πρόσφατα, ολόκληρη η ιστορία της παρουσίας του στη Βραζιλία παρέμενε ανεξερεύνητη ακόμα και στην ίδια τη χώρα. Το πρόσφατα δημοσιευμένο βιβλίο της Ελιάνα Κόντε έχει τη μεγάλη αξία ότι εισάγει τους αναγνώστες στις περίπλοκες λεπτομέρειες αυτής της ιστορίας μέσα από μια σειρά πλούσιων πηγών, συμπεριλαμβανομένων συνεντεύξεων με ανθρώπους που συνόδευαν τον Φουκώ στη Βραζιλία, εναλλακτικών και κυρίαρχων ειδησεογραφικών παρουσιάσεων των δραστηριοτήτων του από τον Τύπο της εποχής, και έγγραφα για τον ίδιο από τα αρχεία της πρώην μυστικής αστυνομίας, της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (SNI).
Το βιβλίο της Κόντε δεν είναι μια βιογραφία του Φουκώ στη Βραζιλία, αλλά μια «ηχογραφία» της παρουσίας του εκεί. Στηρίζεται στην ανακατασκευή του λόγου του, με τα μέσα της προφορικής ιστορίας, προκειμένου να αποτυπωθούν «η παρουσία, οι επιπτώσεις και οι αντηχήσεις» του στη Βραζιλία. Η Κόντε όχι απλώς πετυχαίνει σε αυτό το φιλόδοξο εγχείρημα, αλλά φέρνει επίσης στο φως νέες, αναπάντεχες λεπτομέρειες για τον Φουκώ στη Βραζιλία.
Η αφήγηση της Κόντε εισηγείται ότι η ιστορία του Φουκώ στη Βραζιλία είναι σε μεγάλο βαθμό η ιστορία του Φουκώ απέναντι στη στρατιωτική δικτατορία. Και όπως υπογραμμίζει, αυτή η ιστορία προσφέρει μια εικόνα για το ευρύτερο πλαίσιο των σχέσεων εξουσίας και των μορφών αντίστασης (ή των αντι-παραδειγμάτων) στη Βραζιλία της στρατιωτικής δικτατορίας.
Ο Φουκώ έφτασε στη Βραζιλία για πρώτη φορά τον Οκτώβριο του 1965, σχεδόν ενάμιση χρόνο μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα που ανέτρεψε την κυβέρνηση του Zοάο Γκουλάρτ. Έδωσε τότε διαλέξεις στη Σχολή Φιλοσοφίας, Επιστήμης και Γραμμάτων (FFCL) του Πανεπιστημίου του Σάο Πάολο, πάνω στις ιδέες που επρόκειτο να αποτελέσουν το υλικό για το Οι λέξεις και τα πράγματα: μια αρχαιολογία των επιστημών του ανθρώπου. Μολονότι το περιεχόμενο αυτών των διαλέξεων δεν είναι πολύ γνωστό (και σήμερα βρίσκονται στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας, στο Παρίσι), ο βιογράφος David Macey περιγράφει ότι οι ίδιες οι διαλέξεις είχαν μικρή προσέλευση και ήταν σε μεγάλο βαθμό ανεπιτυχείς.
Η Κόντε συσχετίζει την έλλειψη επιτυχίας τους με το γενικότερο κλίμα πολιτικής καταστολής που επικρατούσε στο Πανεπιστήμιο του Σάο Πάολο. Θυμάται ότι μετά το πραξικόπημα, η στρατιωτική αστυνομία μαζί με εκπαιδευμένα σκυλιά εισέβαλε στους χώρους της Σχολής για το «κυνήγι των κομμουνιστών». Διόλου παράξενο λοιπόν, λέει η Κόντε, που οι καθηγητές και οι φοιτητές είχαν εκείνη την εποχή ανησυχίες διαφορετικές από τους στοχασμούς του Φουκώ πάνω στις επιστήμες.
Η Κόντε, επίσης, σκιαγραφεί άριστα τις περιστάσεις που οδήγησαν τον Φουκώ σε ανοικτή αντίσταση προς τη στρατιωτική δικτατορία, μια δεκαετία αργότερα. Το 1975, η δικτατορία ξεκίνησε μια καμπάνια στα ΜΜΕ για τη στοχοποίηση ανθρώπων που θεωρούσε υπόπτους για σχέσεις με το Κομμουνιστικό Κόμμα Βραζιλίας. Στα τέλη Οκτωβρίου, η καταστολή οδήγησε τον Φουκώ να παραστεί σε φοιτητική διαδήλωση στο Πανεπιστήμιο του Σάο Πάολο ενάντια στις φυλακίσεις φοιτητών, καθηγητών και δημοσιογράφων.
Κατά τη διάρκεια της διαδήλωσης, ο Φουκώ έκανε μια δήλωση προς υποστήριξη των φοιτητών και της ακαδημαϊκής ελευθερίας συνολικά. Τα λόγια του είχαν ευθύτητα: «δεν μπορεί να υπάρξει διδασκαλία κάτω από τον ζυγό της μπότας». Δύο μέρες μετά, ο τηλεοπτικός δημοσιογράφος Βλάντιμιρ Χέρτζογκ βασανίστηκε και δολοφονήθηκε στις περιβόητες εγκαταστάσεις του Τμήματος για τις Επιχειρήσεις Πληροφοριών, στο Κέντρο για τις Επιχειρήσεις Άμυνας στο Σάο Πάολο.
Ως απάντηση στη δολοφονία του Χέρτζογκ, o Φουκώ ανέβαλε το μάθημά του στο Πανεπιστήμιο του Σάο Πάολο και παρευρέθηκε στη συγκινητική κηδεία του Χέρτζογκ που τέλεσε ο πρόσφατα αποθανών Αρχιεπίσκοπος του Σάο Πάολο, Πάουλο Εβαρίστο Αρνς.
Μετά την αναχώρησή του από τη Βραζιλία, ο Φουκώ έδωσε δημοσιότητα στη δολοφονία του Χέρτζογκ, μιλώντας για τον ρόλο των γιατρών σε περιπτώσεις βασανισμών, σε μια διάλεξή του στη Νέα Υόρκη. O Φουκώ ήλπιζε ότι η εμπλοκή του στις φοιτητικές διαδηλώσεις στο Σάο Πάολο θα προκαλούσε την απέλασή του από τη Βραζιλία, γεγονός που θα δημιουργούσε μεγάλο διεθνές ενδιαφέρον για την πολιτική κατάσταση στη χώρα.
Καθώς η απέλαση δεν προέκυψε, ο Φουκώ έστρεψε τις ελπίδες του σε μια άλλη στρατηγική δημοσιότητας: πίστευε ότι θα του επιβληθεί απαγόρευση εισόδου στη Βραζιλία. Αλλά οι ελπίδες του διαψεύστηκαν ξανά, όταν έλαβε άδεια να επισκεφτεί και πάλι τη χώρα το 1976. Φαίνεται ότι η δικτατορία ήταν πολύ προσεκτική ώστε να μην αναλάβει το ρίσκο ενός διεθνούς επεισοδίου με εμπλεκόμενο έναν καταξιωμένο γάλλο διανοούμενο. Αλλά εξακολουθούσε να κάνει την παρουσία της αισθητή, κατά τη διάρκεια της τελευταίας επίσκεψης του Φουκώ στη χώρα.
Στο Ρεσίφε, οι καθηγητές ακύρωσαν ξαφνικά όλα τα ραντεβού τους με τον Φουκώ μέσω τηλεφώνου, φοβούμενοι τις συνέπειες μιας πιθανής σύνδεσης μαζί του. Μετά από μια σειρά διαλέξεων στο Ομοσπονδιακό Πανεπιστήμιο της Παρά στη Μπελέμ, η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών ζήτησε μια λίστα όσων παρευρέθηκαν στις διαλέξεις, αλλά ο αντιπρύτανης θαρραλέα αρνήθηκε να παραδώσει μια τέτοια λίστα.
Η Κόντε αναπτύσσει στην αφήγησή της όλες αυτές τις σύνθετες λεπτομέρειες. Και ακόμα, αξιοποιεί όλα τα εργαλεία της προφορικής ιστορίας για να φωτίσει ελάχιστα γνωστές και εντυπωσιακές πλευρές της σχέσης του Φουκώ με τη βραζιλιάνικη δικτατορία.
Οι άνθρωποι από τους οποίους παίρνει συνεντεύξεις η Κόντε τής επιβεβαιώνουν πολλαπλώς τις επίμονες υποψίες του Φουκώ ότι βρίσκεται υπό αστυνομική παρακολούθηση μετά τη δολοφονία του Χέρτζογκ. Παρακινημένη από αυτά τα στοιχεία, η Κόντε πήρε την πρωτοβουλία να αναζητήσει πιθανά έγγραφα για τον Φουκώ στα αρχεία της Eθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Το αποτέλεσμα των ερευνών της είναι απολύτως διαφωτιστικό: φαίνεται ότι οι υποψίες του Φουκώ ήταν λανθασμένες μόνο ως προς το πόσο είχε υποτιμήσει τη χρονική διάρκεια της παρακολούθησής του.
Η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών παρακολουθούσε τον Φουκώ πριν από τη δολοφονία του Χέρτζογκ. Ως απόδειξη αυτής της παρακολούθησης, η Κόντε δημοσιεύει ολόκληρα κομμάτια από τον φάκελο του Φουκώ στην ΕΥΠ. Ένα από τα έγγραφα του φακέλου περιέχει τη δήλωση του Φουκώ στη φοιτητική διαδήλωση. Ένα άλλο περιλαμβάνει μια παράγραφο για τον πολιτικό του προσανατολισμό, που, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΕΥΠ, ήταν περισσότερο φιλελεύθερος παρά κομμουνιστικός.
Αυτά τα έγγραφα επιβεβαιώνουν ότι η δικτατορία έβλεπε τον Φουκώ τουλάχιστον ως πιθανό πρόβλημα. Σύμφωνα με την Κόντε, αποδεικνύουν ακόμα τον βαθμό διείσδυσης που είχαν επιτύχει οι πληροφοριοδότες της ΕΥΠ στην ακαδημαϊκή και πολιτική ζωή ενός από τα πιο ονομαστά Πανεπιστήμια της χώρας. Μέσα από αυτές τις αναπάντεχες λεπτομέρειες που παρουσιάζει, η Κόντε ενισχύει την εμπιστοσύνη της στην προφορική ιστορία. Με τα δικά της λόγια: «Δεν θα είχαμε σκεφτεί, για παράδειγμα, να συμβουλευτούμε τα αρχεία της ΕΥΠ αν δεν υπήρχε η επιμονή των συνεντευξιαζόμενών μας για το μόνιμο κλίμα καχυποψίας που επικρατούσε στο ταξίδι του Φουκώ στα Βόρεια και Βορειοανατολικά». H Κόντε υποθέτει ότι αυτό το κλίμα καχυποψίας μπορεί να οδήγησε τον Φουκώ να μην επισκεφθεί ποτέ ξανά τη χώρα.
Σπεύδω να επισημάνω ότι το βιβλίο της Κόντε πηγαίνει πολύ πιο πέρα από τις παραμέτρους της ρηξικέλευθης έρευνάς της για τον Φουκώ και τη βραζιλιάνικη δικτατορία. Αφιερώνει, μάλιστα, ένα ολόκληρο κεφάλαιο του βιβλίου της στο περιοδικό Clima, που δημοσίευε μια ομάδα φοιτητών του Πανεπιστημίου του Σάο Πάολο, στις αρχές της δεκαετίας του 1940, και αναλύει την επιρροή που άσκησε ο γάλλος καθηγητής φιλοσοφίας Jean Maugüé σε αυτήν την ομάδα. Στο ιδιοσυγκρασιακό ύφος διδασκαλίας του Maugüé και στη φήμη του ως μη-φιλοσόφου, η Kόντε βλέπει ένα είδος πρόδρομης επιρροής για την πρόσληψη του έργου του Φουκώ στη Βραζιλία.
Επίσης, η συγγραφέας υπογραμμίζει ότι οι διαλέξεις του Φουκώ για την κοινωνική ιατρική στο Ρίο ντε Τζανέιρο, το 1974, συνέβαλαν τελικά στην αναπλαισίωση του δημόσιου διαλόγου για την ιατρική στη Βραζιλία, αμφισβητώντας την άκαμπτη αντίθεση –ιδιαίτερα προσφιλή στους βραζιλιάνους συνομιλητές του– ανάμεσα στην κοινωνική ιατρική και την ιδιωτική ιατρική.
Σε άλλα κεφάλαια, πραγματεύεται εκτενώς την επιρροή της σκέψης του Φουκώ σε αναρχικές ομάδες της Βραζιλίας, τότε και τώρα. Σε αυτό το πλαίσιο, διατυπώνει ορισμένες κριτικές επισημάνσεις για τον τρόπο οικειοποίησης και διάδοσης της σκέψης του Φουκώ από διαφορετικά ρεύματα του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος και από τους «φουκοϊκούς» της Βραζιλίας. Η Κόντε θυμάται τη συμμετοχή της σε μια συνάντηση αποτίμησης ενός συνεδρίου για τον Φουκώ. Aνακαλεί την έκπληξη που ένιωσε όταν οι συμμετέχοντες στη συνάντηση ασκούσαν κριτική ή αντίθετα εξυμνούσαν τις παρουσιάσεις στο συνέδριο, στη βάση των αποκλίσεων ή των συγκλίσεών τους με αυτό που θεωρείτο αυθεντικά «φουκοϊκό».
H Κόντε θεωρεί την απουσία ισχυρών δογματικών προσανατολισμών στην ιστορία του αναρχισμού ως ένα κατάλληλο εργαλείο αντιπαράθεσης με αυτές τις τάσεις. Δεν διστάζει, ακόμα, να υποδείξει την ανάγκη για μια αναβίωση ενός πιθανού «μη φουκοϊκού Φουκώ».
Υπάρχουν ορισμένες πλευρές της αφήγησης της Κόντε που φαίνεται ότι χρειάζονται περισσότερη σκέψη. Σημειώνει ότι, ενώ ο Φουκώ είχε μόλις βγει από μια περίοδο «μαχών με τη γαλλική αστυνομία», δεν είχε τίποτα να πει για την πολιτική κατάσταση στη Βραζιλία, κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στο Μπέλο Οριζόντε, τον Μάιο του 1973. Για ποιο λόγο αυτή η σιωπή; Είχε να κάνει με το γεγονός ότι ο Φουκώ αρνιόταν να παίξει τον προβλέψιμο και βαρετό ρόλο του παντογνώστη διανοούμενου που του είχε επιβάλλει ο επίσημος λόγος;
Λίγες σελίδες παρακάτω, οι αναγνώστες μαθαίνουν ότι οι καθηγητές που συνόδευαν τον Φουκώ στο Μπέλο Οριζόντε είχαν στοχοποιηθεί από τη δικτατορία. Φαίνεται, λοιπόν, ότι ο Φουκώ παρέμεινε σιωπηλός για πολιτικά ζητήματα σε εκείνη τη συγκυρία ίσως για να προστατεύσει τους συνομιλητές του, αλλά η Κόντε δεν συσχετίζει αυτά τα δύο στοιχεία ούτε δίνει κάποια άλλη εξήγηση για τη σιωπή του Φουκώ. Αντίστοιχα, στον πρόλογό του στο βιβλίο της Kόντε, ο Ερνάνι Τσάβες καταγράφει ότι ο Φουκώ έλαβε μια δυσοίωνη «πρόσκληση» να παρουσιαστεί στο αστυνομικό τμήμα στο Ρεσίφε. Κι όμως, η Κόντε δεν αναφέρει αυτή την πολύ σημαντική λεπτομέρεια στην κατά τα άλλα πολύ ενημερωμένη έρευνά της για τον Φουκώ στο Ρεσίφε.
Από την άλλη πλευρά βέβαια, η Κόντε δεν ισχυρίζεται ότι λέει την τελευταία λέξη για την ιστορία του Φουκώ στη Βραζιλία. Ακριβώς το αντίθετο. Παρουσιάζει την ανάλυσή της ως μια «δουλειά σε εξέλιξη», την οποία ο Έντσον Πασέτι στον επίλογό του βιβλίου εκλαμβάνει πολύ ωραία ως πρόσκληση για μια συνεχιζόμενη συζήτηση. Αυτή η δουλειά αξίζει να μεταφραστεί στα Αγγλικά, ώστε η συναρπαστική ιστορία της Κόντε για την «παρουσία, τα αποτελέσματα και τις αντηχήσεις» του Φουκώ στη Βραζιλία να φτάσει σε ένα ακόμα μεγαλύτερο κοινό και να εμπλουτιστεί η συγκεκριμένη συζήτηση. Όσοι μελετούν τον Φουκώ, αλλά δεν γνωρίζουν τις στιγμές του στη Βραζιλία, θα βρουν αυτό το βιβλίο βαθιά διαφωτιστικό, ακόμα και σαγηνευτικό.
(1) Heliana Conde, Ensaios sobre Michel Foucault no Brasil, Lamparina, 2016.
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο Τheory, Culture and Society, στις 22 Μαρτίου 2017.
Για τον συγγραφέα
O Marcelo Hoffman είναι συγγραφέας του βιβλίου O Φουκώ και η εξουσία: Η επιρροή της πολιτικής ένταξης στις θεωρίες περί εξουσίας (Foucault and Power: The Influence of Political Engagement on Theories of Power, Bloomsbury Academic, 2014).