Οι τρεις προκλήσεις που θέτουν στην Ευρώπη οι χώρες του Βίζενγκραντ




Έχοντας μπει στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2004, οι χώρες του Βίζενγκραντ –Πολωνία, Σλοβακία, Τσεχία και Ουγγαρία– σήμερα θέτουν τρία θεμελιώδη ζητήματα που πρόκειται να κρίνουν το μέλλον της Ένωσης. 


  Της Camille Renard


 

1. Η υποδοχή των μεταναστών

Τη στιγμή που οι χώρες της ανατολικής Ευρώπης εκδηλώνουν εχθρική στάση απέναντι στο ενδεχόμενο των ποσοστώσεων υποδοχής προσφύγων, βαθαίνει το χάσμα που διχάζει μια Ευρώπη ανίκανη να απαντήσει συλλογικά στην προσφυγική κρίση.

Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζεται η κατανομή για τη μετεγκατάσταση 160.000 προσφύγων, όπως αποφασίστηκε ανάμεσα στις  χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (40.000 αποφασίστηκαν τον Μάιο και 120.000 τον Σεπτέμβριο). Παρουσιάζεται, επίσης, η κατανομή των 6.412 θέσεων υποδοχής που είναι σε πρώτη φάση ανοικτές, όπως καταγράφηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή,  στις 2 Μαρτίου 2016, με ασαφή ωστόσο κριτήρια.

Πέραν αυτού του εξαιρετικά μικρού αριθμού θέσεων υποδοχής που προβλέπονται για τους πρόσφυγες στο επίπεδο της ΕΕ, η κατανομή των προσφύγων διχάζει ολόκληρη την Ευρώπη. Η ομάδα των χωρών του Βίζενγκραντ διαμορφώνει εδώ και μήνες ένα ρεύμα αντίθεσης στις ποσοστώσεις που στοχεύουν στην ελάφρυνση της Ιταλίας και της Ελλάδας, ενώ η Ουγγαρία δεν καταγράφεται καθόλου στον πίνακα των κατανομών.

 Επιπλέον, η ομάδα του Βίζενγκραντ απειλεί με κλείσιμο των συνόρων στον  Βαλκανικό Διάδρομο –από τον οποίο το 2015 πέρασαν πάνω από 800.000 αιτούντες άσυλο– στηρίζοντας ουσιαστικά το μπλοκάρισμα της πρόσβασης από την Ελλάδα στην πΓΔΜ.

Ο ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Ορμπάν ανακοίνωσε τη διενέργεια δημοψηφίσματος πάνω στο ζήτημα των ποσοστώσεων που προβλέπει η ΕΕ. Η Ουγγαρία κατηγορήθηκε για την εξαίρεσή της από αυτές, παρά το γεγονός ότι το πρώτο πλάνο κατανομής προέβλεπε ότι θα δεχτεί 827 πρόσφυγες (496 από την Ιταλία και 331 από την Ελλάδα). Σήμερα, πιθανότατα εξαιτίας μιας άγριας αντι-μεταναστευτικής ρητορικής που κυριαρχεί στη χώρα, δεν βλέπει κανείς μετανάστες και πρόσφυγες στους δρόμους της, όπως μεταδίδει ο ειδικός απεσταλμένος Ερίκ Μπιεγκαλά. Επιπλέον, η Ουγγαρία ύψωσε ένα συρματόπλεκτο τείχος κατά μήκος των 175 χιλιομέτρων που αποτελούν τα σύνορά της με τη Σερβία.

«Οι ποσοστώσεις θα αλλάξουν την εικόνα της Ευρώπης σε ηθικό, πολιτισμικό και θρησκευτικό επίπεδο. […] Το να δεχτούμε χιλιάδες παράνομους μετανάστες από τη Μέση Ανατολή σηματοδοτεί τον κίνδυνο να εισαγάγουμε την τρομοκρατία, την εγκληματικότητα, τον αντισημιτισμό και την ομοφοβία», δήλωσε ο Βίκτορ Ορμπάν στη γερμανική εφημερίδα Bild, στις 25 Φεβρουαρίου του 2016.

Οι απαντήσεις της «συμμαχίας των προθύμων»

Το κλείσιμο του Βαλκανικού Διαδρόμου που επεξεργάζονται οι χώρες του Βίζενγκραντ  θα σήμαινε ουσιαστικά ότι η Ελλάδα εγκαταλείπεται μόνη απέναντι στο πρόβλημα. Ενάντια σε κάτι τέτοιο τάχθηκε και η Άνγκελα Μέρκελ, στις 16 Φεβρουαρίου: «θα εγκαταλείψουμε την Ελλάδα και θα κλείσουμε τα ελληνικά, τα μακεδονικά και τα βουλγαρικά σύνορα, ανεξάρτητα από τις συνέπειες που θα έχει αυτό για την Ελλάδα, την Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και για ολόκληρη τη ζώνη Σένγκεν;». Στα τέλη του περασμένου Ιουνίου, ο ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι, στη Σύνοδο Πολιτικών Αρχηγών στις Βρυξέλλες, είπε για τις κυβερνήσεις αυτών των χωρών ότι «δεν αξίζουν να λέγονται Ευρωπαίοι». Στα τέλη Φεβρουαρίου, ο έλληνας υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής Γιάννης Μουζάλας  άσκησε κριτική στα μέτρα που έχουν λάβει οι γειτονικές της Ελλάδας χώρες, τις οποίες κατηγόρησε για αποποίηση των ευθυνών τους. «Η ομάδα των χωρών του Βίζενγκραντ, όχι απλώς δεν υποδέχεται ούτε έναν πρόσφυγα, αλλά δεν έχουν στείλει ούτε μια κουβέρτα, ούτε μια σκηνή, ούτε έναν αστυνομικό για να ενισχύσει τη Frontex». Απέναντι στους θιασώτες της αναδίπλωσης της Ευρώπης, η Ελλάδα αγωνίζεται εδώ και εβδομάδες για να μην κλείσουν τα βόρεια σύνορα από όπου μεταβαίνουν οι πρόσφυγες από την επικράτειά της προς την Ευρώπη.

2. Η άνοδος των λαϊκισμών

Οι κυβερνήσεις των χωρών του Βίζενγκραντ βρίσκονται, όπως και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες (Αυστρία, Γερμανία, Γαλλία), υπό την πίεση ή την επιρροή δυνάμεων της άκρας Δεξιάς.   Στις βουλευτικές εκλογές της Σλοβακίας, το Σάββατο 5 Μαρτίου, ο λαϊκιστής Ρόμπερτ Φίτσο, αναδείχθηκε πρώτος, αν και δεν εξασφάλισε την αυτοδυναμία, ενώ δύο ακροδεξιά κόμματα (το εθνικιστικό και το νεοναζιστικό), με ποσοστό μεγαλύτερο του 8% το καθένα εξασφάλισαν την είσοδο τους στο Κοινοβούλιο.

Το κόμμα «Νόμος και Δικαιοσύνη» (PIS), το οποίο βρίσκεται στην εξουσία από τον Μάιο στην Πολωνία, επιβεβαίωσε την κυριαρχία του στις βουλευτικές του Οκτωβρίου. Όσον αφορά τον συντηρητισμό του Βικτορ Ορμπάν, που επικεντρώνεται στο δόγμα της εθνικής κυριαρχίας, βασιλεύει στην Ουγγαρία από το 2010. Τα λαϊκιστικά κόμματα κατάφεραν να ανέλθουν στην εξουσία, εκμεταλλευόμενα τα διακυβεύματα του μεταναστευτικού μέσα από μία ξενοφοβική, εθνικιστική και ευρωσκεπτικιστική ρητορική. Εν τω μεταξύ, η Σλοβακία αναμένεται να αναλάβει την προεδρία της ΕΕ από την 1η Ιουλίου του τρέχοντος έτους.

Τα κόμματα αυτά είναι δημοκρατικά στο βαθμό που σέβονται τη λαϊκή κυριαρχία. Εκείνο όμως που τα καθιστά λαϊκιστικά είναι ο αντι-φιλελευθερισμός και ο συντηρητισμός τους.

Άλλοτε στο πεδίο της ηθικής, όπως στην περίπτωση της Πολωνίας όπου η άρνηση των αμβλώσεων και η ομοφοβία βασίζονται στην επίκληση των καθολικών αξιών, άλλοτε στην οικονομία, όπως στην περίπτωση της Σλοβακίας όπου ο Ρόμπερτ Φίτσο εκθειάζει μια διευθυνόμενη οικονομία, και άλλοτε στην πολιτική, όπως στην περίπτωση της Ουγγαρίας με τον ξενοφοβικό λόγο που υιοθέτησε ο Βικτόρ Ορμπάν αναφερόμενος σε μια αυταρχική δημοκρατία εμπνευσμένη από το πρότυπο του Πούτιν.

Οι αμφισβητήσεις του Κράτους Δικαίου που στηλιτεύτηκαν από την ΕΕ

Η πολωνική κυβέρνηση του Αντρέι Ντούντα αμφισβητεί τις αρχές της διάκρισης των εξουσιών και του ελέγχου της συνταγματικότητας, θέτοντας υπό τον έλεγχο της τα δημόσια μέσα ενημέρωσης, οδηγώντας σε παράλυση το Συνταγματικό Δικαστήριο και προβαίνοντας σε εκκαθαρίσεις ανεπιθύμητων υψηλόβαθμων κρατικών λειτουργών.

Το Συμβούλιο της Ευρώπης, σε ένα προσχέδιο έκθεσης που αποκαλύφθηκε στις 27 Φεβρουαρίου, άσκησε έντονη κριτική στην πολωνική κυβέρνηση για τα πλήγματα κατά του Κράτους Δικαίου. Γενικότερα, η Ευρωπαϊκή Ένωση άνοιξε τον Ιανουάριο μια διαδικασία ελέγχου και διαφύλαξης του Κράτους Δικαίου στην Πολωνία. Μέχρι να εισέλθει στην ΕΕ αλλά και κατά τη διάρκεια των πολιτικών μεταβάσεων του 2006-2007, η Πολωνία υπήρξε ένας καλός μαθητής που ήθελε να σεβαστεί κατά γράμμα τα κριτήρια της Κοπεγχάγης. Σήμερα, η χώρα της ομάδας του Βίζενγκραντ απειλεί την Ένωση διαβρώνοντας αργά αλλά σταθερά τους πολιτικούς δεσμούς ανάμεσα στα κράτη-μέλη.

3. Η ευρωπαϊκή οικονομική αλληλεγγύη

Η ομάδα του Βίζενγκραντ διακρίνεται από την οικονομική ατονία της Δυτικής Ευρώπης, καθώς οι χώρες της έχουν έναν μέσο όρο ανάπτυξης που αγγίζει περίπου το 3%. Αυτή η αντίσταση στην κρίση οφείλεται κυρίως στην ώθηση που τους έδωσαν οι πολιτικές ευρωπαϊκής συνοχής, οι οποίες επέτρεψαν την ανάταση της ζήτησης μέσα από δημόσιες επενδύσεις. Το 2014, η Ουγγαρία του Βικτορ Ορμπάν έκανε χρήση ευρωπαϊκών κονδυλίων που άγγιξαν το 5-6% του ΑΕΠ της, γεγονός που οδήγησε την επανέναρξη της χρηματοδότησης δημόσιων επενδύσεων που είχαν εγκαταλειφθεί για καιρό. Στην Τσεχία, όπως και στην Πολωνία, οι δημόσιες επενδύσεις αυξήθηκαν κατά 30% το 2014, χάρις στο μοχλό των ευρωπαϊκών κονδυλίων τα οποία επέτρεψαν στη χώρα να εξέλθει από τη σχετική ύφεση του 2012 (Στοιχεία του Ινστιτούτου Διεθνών Ερευνών του Πανεπιστημίου SciencesPo για το 2012). Οι οκτώ χώρες της Κεντρικής Ευρώπης και της Βαλτικής είδαν επίσης να τους χορηγούνται από την ΕΕ 148,9 δισεκατομμύρια ευρώ, τουτέστιν 21,3 δισεκατομμύρια ευρώ ανά έτος (2,7% του μέσου όρου του ΑΕΠ της συγκεκριμένης ζώνης).

Τα σημαντικά οφέλη που αντλούν οι χώρες αυτές από την ένταξη τους στην ΕΕ δεν αντισταθμίζονται από την εκ μέρους τους αναγνώριση ενός κοινού μέλλοντος για την ευρωπαϊκή πολιτική.

Οι λαϊκιστικές, εθνικιστικές και συντηρητικές κυβερνήσεις της Ουγγαρίας, της Σλοβακίας και της Πολωνίας αναδιπλώνονται στα εθνικά τους συμφέροντα, διακινδυνεύοντας να ενθαρρύνουν μακροπρόθεσμα την επιστροφή της Δυτικής Ευρώπης στη λογική των εθνών-κρατών, κάτι που εν τέλει θα ήταν ενάντια στα ίδια τους τα συμφέροντα.

 

Tο άρθρο δημοσιεύθηκε στo Franceculture.fr, στις 7 Μαρτίου 2016.