Την Τρίτη 24 Νοεμβρίου η Τουρκία κατέρριψε ρωσικό αεροσκάφος, με πρόσχημα ότι είχε παραβιάσει τον εναέριο χώρο της. Παρά το γεγονός ότι το τελευταίο διάστημα είχαν ενταθεί οι σχέσεις της Ρωσίας με την Τουρκία λόγω της ρωσικής στήριξης στο καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ, η κίνηση της Τουρκίας, λόγω της διαφαινόμενης προσέγγισης της Ρωσίας με τις δυτικές δυνάμεις, θεωρήθηκε «πισώπλατη μαχαιριά».
Οι Ρώσοι αναλυτές είναι σύμφωνοι ότι η κατάρριψη του αεροσκάφους δεν ήταν απλώς ένα ατυχές γεγονός. Κατά τον Αλεξάντερ Ζαπεσότσκι, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών της Πετρούπολης, οι Ηνωμένες Πολιτείες χρησιμοποιούν συμμάχους όπως την Τουρκία και την Ουκρανία, οι οποίες παραβλέπουν τα συμφέροντά τους για να προκαλέσουν τη Ρωσία. Στη φιλοκυβερνητική Ιζβέστια, ο πολιτικός επιστήμονας Αλεξάντρ Σοτνιτσένκο θεωρεί την κατάρριψη συνειδητή πρόκληση, επισημαίνοντας ότι οι τουρκικές παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου δεν οδήγησαν ποτέ σε κατάρριψη τουρκικού αεροσκάφους. Κατά την άποψή του, με πρόφαση τις επιθέσεις που δέχονται οι Τουρκομάνοι, οι οποίοι έχουν συγκροτήσει την «ταξιαρχία Αμπντούλ Χαμήτ», η Τουρκία επιδιώκει τη δημιουργία ζώνης απαγόρευσης πτήσεων στη Βόρεια Συρία.
Ο πρόεδρος της Ρωσίας άφησε να εννοηθεί ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες άφησαν να διαρρεύσουν στην Τουρκία τα σχέδια πτήσης του ρωσικού αεροσκάφους και κατηγόρησε ευθέως την Τουρκία για συνεργασία με το Ισλαμικό Κράτος. Σε μια χώρα όπως η Ρωσία, που δεν φημίζεται για την ελευθερία του Τύπου, η επίσημη εφημερίδα Ρασίσκαγια Γκαζέτα καταγγέλλει τη δίωξη των δημοσιογράφων της Τζουμχουριέτ, οι οποίοι αποκάλυψαν ότι οι τουρκικές μυστικές υπηρεσίες προμηθεύουν με όπλα τους Ισλαμιστές.
Παράλληλα, οι Ρώσοι προσπάθησαν να εξηγήσουν στη διεθνή κοινότητα ότι και οι ίδιοι κινδυνεύουν από τη δράση των ισλαμιστών και για τον λόγο αυτό έπρεπε να παρέμβουν στη Συρία. Ο εκπρόσωπος της Ρωσίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση Βλαντίμιρ Τσιζόβ τόνισε ότι «στις δυνάμεις του Ισλαμικού Κράτους και άλλων τρομοκρατικών ομάδων» συμμετέχουν πάνω από δύο χιλιάδες Ρώσοι υπήκοοι. Ο Ντμίτρι Στεσίν στην ευρείας κυκλοφορίας Καμσαμόλσκαγια Πράβντα τονίζει ότι η Τουρκία μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης παρείχε άσυλο και υποστήριξη στους ισλαμιστές του Βορείου Καυκάσου και στη διάρκεια του εμφυλίου της Συρίας τους διευκόλυνε να διέλθουν από το έδαφός της για να καταταγούν στις δυνάμεις που πολεμούσαν τη νόμιμη κυβέρνηση της χώρας.
Σε αντίθεση με τις μονομερείς επεμβάσεις των δυτικών χωρών οι Ρώσοι παρουσιάζονται ως υπέρμαχοι της λογικής της Συνθήκης της Βεστφαλίας που απαγορεύει την ανάμιξη ξένων δυνάμεων στα εσωτερικά ζητήματα μιας χώρας. Η αρχή αυτή βέβαια δεν ισχύει για τις χώρες του “Εγγύς Εξωτερικού” όπως η Ουκρανία και η Γεωργία όπου κατοικούν ρωσικοί ή ρωσόφιλοι πληθυσμοί.
Οι Ρώσοι αναλυτές μπορεί να έχουν διαφορετικές απόψεις για το ποια είναι η πιο ενδεδειγμένη αντίδραση στην τουρκική επιθετική ενέργεια αλλά συμφωνούν ότι η κυβέρνηση Ερντογάν δεν μπορεί να θεωρείται αξιόπιστος εταίρος. Ο Αλεξάντρ Σατνιτσένκο υποστηρίζει ότι ο περιορισμός των διμερών οικονομικών σχέσεων δεν θα δημιουργήσει ιδιαίτερα προβλήματα στη Ρωσία, αλλά θα πλήξει την Τουρκία οδηγώντας στην ενίσχυση της αντιπολίτευσης. Αντίθετα ο Αντρέι Μαρκόβ τάσσεται υπέρ μιας «ασύμμετρης απάντησης» επισημαίνοντας ότι οικονομικές κυρώσεις εναντίον της Τουρκίας θα έχουν επιπτώσεις και στις ρωσικές επιχειρήσεις. Κατ’αυτόν η Ρωσία πρέπει να αναθεωρήσει τη στάση της απέναντι στους Κούρδους με στόχο να προκαλέσει την πτώση του «καθεστώτος Ερντογάν». Και ο συντάκτης του Καμερσάντ Μαξίμ Γιούσιν τονίζει ότι η Ρωσία δεν πρέπει να πέσει στην παγίδα της Τουρκίας, η οποία έχει ως στόχο να ανατρέψει το καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ και να πλήξει τους Κούρδους, αλλά οφείλει να συνεχίσει τις προσπάθειες για τη σύμπηξη ενός ενιαίου μετώπου εναντίον του Ισλαμικού Κράτους.
Πιο συμβιβαστική είναι η στάση της αντιπολιτευόμενης Νόβαγια Γκαζέτα. Σύμφωνα με τον Πάβελ Φένκελγκάουερ, η κατάρριψη του ρωσικού αεροσκάφους ήταν αποτέλεσμα της κλιμάκωσης της ρωσικής επίθεσης εναντίον των περιοχών που ελέγχουν οι Τουρκομάνοι στα βόρεια της Λατάκειας.
Καθώς δεν επιτράπηκε στην Τουρκία να δημιουργήσει μια ζώνη ασφαλείας στα νότια σύνορά της αποφασίστηκε ως εναλλακτική λύση να καταληφθεί η περιοχή από τις δυνάμεις των Τουρκομάνων της Συρίας. Η Τουρκία δεν είναι διατεθειμένη να εγκαταλείψει τους «ομοεθνείς της» στη Συρία και είναι έτοιμη να επέμβει στρατιωτικά, όπως το 1974 στην Κύπρο, για να τους προστατεύσει.
Ο Κιρίλ Μαρτίνοβ θεωρεί ως λανθασμένη τη ρωσική βεβαιότητα ότι η Τουρκία ως πιστός σύμμαχος των ΗΠΑ δεν θα λειτουργούσε αυτόνομα. Η Άγκυρα αντιμετώπισε αρνητικά τη διαφαινόμενη ρωσοαμερικανική σύγκλιση μετά την τρομοκρατική επίθεση στο Παρίσι, επειδή παραμερίστηκαν τα συμφέροντα της Τουρκίας, της σημαντικότερη πολιτικής και στρατιωτικής δύναμης στην περιοχή. Ο συντάκτης εκφράζει τον φόβο ότι αν η κρίση κλιμακωθεί δεν αποκλείεται η Ρωσία να στείλει χερσαίες δυνάμεις στη Συρία με απρόβλεπτες συνέπειες. Ελπίζει, ωστόσο, ότι στο τέλος θα πρυτανεύσει η λογική και θα βρεθεί μια συμβιβαστική λύση.
Τις τελευταίες μέρες διαφαίνεται ότι η Ρωσία και η Γαλλία συμφωνούν σε ένα σχέδιο για την επίλυση του Συριακού προβλήματος που προϋποθέτει τη συνεργασία του καθεστώτος Άσαντ με τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης, «οι οποίες δεν έχουν σχέση με την τρομοκρατία». Καθώς η κρίση προκλήθηκε από τους ρωσικούς βομβαρδισμούς θέσεων της αντιπολίτευσης, ο ορισμός των αποδεκτών αντιπολιτευόμενων δυνάμεων αποτελεί ένα αίνιγμα και μπορεί να προκαλέσει τριβές. Τόσο για τις δυτικές δυνάμεις, όσο και για τη Ρωσία, οι Κούρδοι θεωρούνται μέρος της λύσης και αυτό σίγουρα θα περιπλέξει τις σχέσεις με την Τουρκία στο επόμενο διάστημα.