Ο Ουρουγουανός συγγραφέας Εδουάρδο Γκαλεάνο παρέμεινε μέχρι τέλους ένας πιστός του ποδοσφαίρου και των συμβολισμών του, αναζητώντας εναγώνια τον ποδοσφαιρικό συναισθηματισμό, το πλήθος στις κερκίδες, τις κινήσεις και τους αυτοματισμούς εντός αγωνιστικού χώρου.
Του Σίμου Ανδρονίδη
Στο βιβλίο του με τίτλο «Το ποδόσφαιρο στη σκιά και στο φως» (σε γλαφυρή απόδοση-μετάφραση της Ισμήνης Κανσή), ο Εδουάρδο Γκαλεάνο διαπερνά με τη γραφή του τον ποδοσφαιρικό χρόνο, μετέχει της «τελετουργίας» ταύτισης με ένα ποδόσφαιρο ευφορίας, ήτοι με μια κίνηση προς την εστία, με ένα θεαματικό γκολ και με μια θεαματική απόκρουση, προσιδιάζοντας προς την συγκρότηση του σημαίνοντος: το ποδόσφαιρο ενώπιον της λαϊκής και μη αίγλης που δύναται να παραγάγει, ενώπιον μία ιδιαίτερης ανατροπής του ‘συνετού’ κύκλου.
Ο συγγραφέας ζει πάλι τη στιγμή του γκολ, προχωρεί πέραν της τυπικότητας, προσδιορίζοντας και νοηματοδοτώντας το ποδόσφαιρο που μυεί στους δικούς του συμβολισμούς, που διαμοιράζει την ντρίμπλα, το σουτ και την απόκρουση του τερματοφύλακα, που φέρνει στο νου την απόκρουση του Άγγλου τερματοφύλακα Γκόρντον Μπανγκς στην κεφαλιά του Πελέ, στην αναμέτρηση μεταξύ Αγγλίας-Βραζιλίας στο παγκόσμιο κύπελλο του 1970, στο Μεξικό.
Με έναν λόγο που σκιαγραφεί την ποδοσφαιρική πραγματικότητα, που προκαλεί εγκάρσιες τομές στο πεδίο του άκαμπτου ορθολογισμού, ο Ουρουγουανός, πολίτης μιας χώρας μικρής σε πληθυσμό που όμως έχει κατακτήσει δύο παγκόσμια κύπελλα, προβαίνει σε μια ποδοσφαιρική περιοδολόγηση, σε μια περιοδολόγηση παγκοσμίων κυπέλλων, και προσδιορίζει τις «γωνίες» της μνήμης, λειτουργώντας και αντίστροφα: δεν ερμηνεύει απλά, αλλά αφήνει το ποδόσφαιρο να ερμηνεύσει, να νοηματοδοτήσει καταστάσεις, κίνητρα, αξιώσεις, προσφέροντας την ανοιχτότητα του σε μεγάλα στάδια και σε γειτονιές.
Στις σελίδες του βιβλίου παρελαύνουν, με τις έντονες και διαθετικές «γραφές» τους, ποδοσφαιριστές όπως ο συμπατριώτης του Ομπντούλιο Βαρέλα, βασικό στέλεχος της εθνικής ομάδας της Ουρουγουάης που κατέκτησε το παγκόσμιο κύπελλο του 1950 εναντίον της Βραζιλίας στο Μαρακανά, ο Πελέ και ο Κρόιφ, ο Βραζιλιάνος Γκαρίντσα, ο Πούσκας, ο Μαραντόνα και ο Λιονέλ Μέσι, παίκτες-πρωταγωνιστές σε παγκόσμια κύπελλα και μη. Παίκτες που επανακαθορίζουν τη χωρικότητα.
Και ο Γκαλεάνο, φίλαθλος και συγγραφέας μιας άλλης ιστορίας του ποδοσφαίρου, αναζητεί το απρόβλεπτο εντός αγωνιστικού χώρου, συγκροτεί την εικόνα ή τις εικόνες των συγκεκριμένων ποδοσφαιριστών με όρους έκρηξης, καλλιτεχνικής έκρηξης και απόδρασης, συναρθρώνοντας παράλληλα την ενικότητα της στιγμής με μια ιδιαίτερη όσο και διάστικτη πληθυντικότητα, εκεί όπου η ποδοσφαιρική ενέργεια και η δυναμική της μετατοπίζονται προς την πλευρά των φιλάθλων που την καθιστούν «κτήμα», φαντασιακό, δυνητικότητα, μίμηση. Στις «εμβαπτίσεις» της ιστορικότητας, ο συγγραφέας γνωρίζει ότι το ποδόσφαιρο παράγει συμβολική και μη πολιτική.
Ο Γκαλεάνο, διαπερνώντας τη γραμμή, λειτουργώντας έκκεντρα, διαμεσολαβεί τις αντιθέσεις που προκύπτουν ή που ενσκήπτουν στο χώρο του ποδοσφαίρου, τις ζώσες αντινομίες του: Το ποδόσφαιρο στη σκιά και στο φως.
Υπό αυτό το πρίσμα, αναφέρεται στις τάσεις εμπορευματοποίησης-τηλεοπτικοποίησης του δημοφιλούς αθλήματος, στην πρόσληψη του ως επικερδούς εμπορικού προϊόντος, στη φαντασμαγορία των χορηγικών-ιδιοκτησιακών πλαισιώσεων, πλαισιώσεις που πλήττουν το περιβάλλον των ποδοσφαιρικών ομάδων, επηρεάζοντας την φυσιογνωμία τους.
Το ποδόσφαιρο στη σκιά επανεπινοεί τον εαυτό του, την αίσθηση του φίλαθλου ανήκειν, ενσαρκώνοντας το πεδίο: όχι πια ή μόνο γκολ, αλλά και καθετοποιημένη και επαγγελματική οργάνωση, καθώς και προβολή της εμπορικής εικόνας..
Στο σύγχρονο ποδόσφαιρο, ο ποδοσφαιριστής (βλέπε Νεϊμάρ) [1] πωλεί την εικόνα του, τις επιδόσεις του, τη δυναμική αλλά και τις δυνατότητες του. Ο σύγχρονος ποδοσφαιριστής-εκατομμυριούχος.
Ο συγγραφέας, εντός του αθλητικο-ποδοσφαιρικού χωροχρόνου, φέρει τον αστερισμό των αντιθέτων-αντιθέσεων, προχωρώντας και πέραν αυτού: το ποδόσφαιρο στην καθημερινή αυλή των ενοίκων, μία Μπλοχιανή «μηχανή κατοίκησης» που «κατοικείται» από προθυμίες, αξιώσεις, όνειρα, από την ίδια την προθυμία του συγγραφέα να μυηθεί στο τώρα και στο πριν, να μυήσει σε ένα διαρκές μυστήριο, παραμένοντας εντός του πλαισίου της λελογισμένης ή μη προφορικότητας του.
Από το Μοντεβίδεο έως το Λονδίνο, δια-κρατείται η αίσθηση του πατημένου χλοοτάπητα, η ιδρωμένη φανέλα, το πρόσημο της πάσας και το σκύψιμο της κεφαλής, το γκολ ως επιβολή, η πρόχειρη εστία σε έναν δρόμο, η εντύπωση που μπορεί να προκαλέσει το βλέμμα, το βίωμα ως μαρτυρία.
Στα περιβάλλοντα της κοινωνικοποίησης του ποδοσφαίρου, της δια-ταξικότητας του, θα μπορούσαμε να παραφράσουμε τον τίτλο του βιβλίου του Εδουάρδο Γκαλεάνο με τίτλο «Οι μέρες αφηγούνται»: Σε αυτήν την περίπτωση «Το ποδόσφαιρο αφηγείται», τη διάστικτη και διάτρητη κανονικότητα του. Και ο Γκαλεάνο παραμένει εκεί, αφηγούμενος μείζονες και ελάσσονες ιστορίες που παράγουν και αναπαράγουν το οικείο ποδοσφαιρικό μύθευμα. ‘Το ποδόσφαιρο στη σκιά και στο φως, στις αντινομίες της αγοράς, από έναν «ζητιάνο» του.
Ο λόγος του μαρτυρεί την ανάγκη καταγραφής, το παιχνίδι με τη φαντασία και με τα πόδια, τα παγκόσμια κύπελλα που αναπλαισιώνονται ως ιστορία, που περιλαμβάνουν το ανομοιογενές πλήθος που ποθεί εκ νέου.
Ο συγγραφέας αξιώνει από το ποδόσφαιρο το «σπάραγμα» του, το ίδιο το απρόβλεπτο, την δημιουργία.
[1] Διάβαζε σχετικά το ενδιαφέρον άρθρο του υπεύθυνου επικοινωνίας των συνδέσμων της Γερμανικής ομάδας Μπάγερν Μονάχου, Βόλφγκανγκ Μάρτιν, ο οποίος ορμώμενος από την ιδιαίτερα ακριβή τιμή των εισιτηρίων στο παιχνίδι του Champions League μεταξύ Παρί Σεν- Ζερμέν και Μπάγερν Μονάχου, θέτει προς συζήτηση την πτυχή της αύξησης της τιμής των εισιτηρίων και της ευρύτερης εισιτηριακής πολιτικής που ακολουθούν ποδοσφαιρικές ομάδες ανά την Ευρώπη. Το άρθρο φέρει τον εύγλωττο τίτλο: «Ο Νεϊμάρ είναι πλούσιος, οι οπαδοί που γεμίζουν το γήπεδο για να τον δουν, όχι». ‘Four Four Two’, Gazzetta.gr, 23/10/2017.
Το βιβλίο του Eduardo Galeano “Το ποδόσφαιρο στη σκιά και το φως” κυκλοφορεί στα Ελληνικά από τις εκδόσεις Πάπυρος (2016, μτφ. Ισμ. Κανσή).