Σάρλοτσβιλ και Τραμπ




Υπάρχει φωτιά και οργή σήμερα στους δρόμους της Σάρλοτσβιλ, στη Βιρτζίνια [1]. Νεοναζί και οπαδοί της ανωτερότητας των λευκών –ορισμένοι από αυτούς οπλισμένοι– διαδηλώνουν βίαια εναντίον της απομάκρυνσης του αγάλματος του στρατηγού Ρόμπερτ Λι, και επιτίθενται σε αντι-ρατσιστές διαδηλωτές.


Του Jeffrey C. Isaac


Ο Ντέιβιντ Ντιούκ [David Duke] δήλωσε ότι όλα αυτά είναι η πραγμάτωση του οράματος του Τραμπ για την Αμερική [2].

«Είμαστε αποφασισμένοι να πάρουμε πίσω τη χώρα μας», δήλωσε ο Ντιούκ από τη διαδήλωση, χαρακτηρίζοντάς την «ένα σημείο καμπής». «Εμείς θα πραγματοποιήσουμε τις υποσχέσεις του Ντόναλντ Τραμπ. Σε αυτό πιστεύουμε. Αυτός είναι ο λόγος που ψηφίσαμε τον Ντόναλντ Τραμπ: επειδή είπε ότι θα πάρει πίσω τη χώρα μας».

Ο Ντέιβιντ Ντιούκ ήταν ένας νεοναζί ρατσιστής πολύ πριν μετατραπεί ο Τραμπ σε σημαίνουσα πολιτική φυσιογνωμία. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι επιχειρεί να εκμεταλλευτεί τις συνθήκες. Πιο σημαντικό όμως είναι ότι υποδαυλίζει φλόγες φυλετικού και ρατσιστικού μένους που έχουν μακρά σύγχρονη ιστορία (Πράξη Πολιτικών Δικαιωμάτων, 1964) και ακόμα πιο μακρά παλαιότερη ιστορία (δουλεία, οι νόμοι Τζιμ Κρόου, δομές θεσμοποιημένου ρατσισμού που διατηρούνται μέχρι σήμερα).

Αυτό που συμβαίνει σήμερα στη Βιρτζίνια δεν οφείλεται στον «Τραμπ», και ο αγώνας ενάντια στον δεξιό εξτρεμισμό, τις λανθάνουσες δομές ρατσισμού και τις δομές οικονομικής αποσάθρωσης που γενικεύουν την πολιτική της οργής, απαιτεί πολλά περισσότερα από μια κριτική αποκλειστικά επικεντρωμένη στον Τραμπ.

Την ίδια στιγμή, οι αντιπροσωπευτικές διαδικασίες της πολιτικής έχουν σημασία, όπως και η εκτελεστική πολιτική. Δεν πρόκειται απλώς για «εκφράσεις» κοινωνικών και οικονομικών αιτιών που υπολανθάνουν.

Ο Τραμπ πραγματοποίησε μια ακραία, δεξιά λαϊκιστική και ξενοφοβική καμπάνια, ενάντια στο πολιτικό κατεστημένο γενικά. Η καμπάνια του επικεντρώθηκε στην κινητοποίηση του ρατσισμού και της οργής, και στην κανονικοποίηση της λεγόμενης «εναλλακτικής δεξιάς» [alt-right].

Ως Πρόεδρος έχει εγκαταστήσει ακροδεξιές φιγούρες –τον Μπάνον, τον Φλυν, τον Σεμπάστιαν Γκόρκα, τον Στέφεν Μίλλερ, και τον τύπο που έγραψε το υπόμνημα της NSA– στα υψηλότερα κλιμάκια της πολιτικής εξουσίας, πολλούς από αυτούς, μάλιστα, στον Λευκό Οίκο. Επιτέθηκε σε όλα τα κυρίαρχα μέσα, προωθώντας ταυτόχρονα την «αλήθεια» μιας δημοσιογραφίας τύπου Breitbart [4].

Επιστράτευσε συχνά μια βίαιη ρητορική ενάντια στους αντιπάλους του και ενθάρρυνε την αστυνομική βία απέναντι σε υπόπτους. Διέσυρε τους Black Lives Matter. O Τραμπ έχει κάνει όλα αυτά κι ακόμα περισσότερα. Ο Ντιουκ δεν έχει «άδικο» όταν διεκδικεί ότι είναι «πιστός» στην ατζέντα του Τραμπ.

Γιατί ο Ντιούκ, ο Σπένσερ και οι λοιποί, ενθαρρύνθηκαν, κινητοποιήθηκαν και κανονικοποιήθηκαν από τον Τραμπ.

Με αυτή την έννοια, είναι αδύνατον να κατανοήσουμε και να πολεμήσουμε αυτό που συμβαίνει τώρα στη Σάρλοτσβιλ της Βιρτζίνια, αν δεν αναγνωρίσουμε τον κίνδυνο που αντιπροσωπεύει ο Τραμπ και ο τραμπισμός για την κοινωνική δικαιοσύνη και τη φιλελεύθερη δημοκρατία.

Το να το επισημαίνουμε δεν είναι «υστερικό» ή «τυραννοφοβικό». Και δεν ανάγει τα πάντα στον Τραμπ, ούτε σημαίνει ότι παραγνωρίζουμε ότι κι άλλες δυναμικές και θεσμοί είναι επίσης υπεύθυνοι. Κατά τη γνώμη μου, είναι ένα προαπαιτούμενο οποιασδήποτε σοβαρής πολιτικής ανάλυσης σήμερα. Φυσικά, υπάρχουν κι άλλα πράγματα που πρέπει να ειπωθούν. Αλλά το να αποφεύγουμε AYΤΟ, πολύ φοβάμαι ότι είναι μια λανθασμένη κίνηση.

Το κείμενο δημοσιεύτηκε, στο Public Seminar, στις 12 Αυγούστου 2017.

[1] Η φράση «φωτιά και οργή» παραπέμπει στις πρόσφατες δηλώσεις του Τραμπ εναντίον της Βόρειας Κορέας. [Σ.τ.Μ.]

[2] O David Duke είναι πρώην ηγέτης της Κου Κλουξ Κλαν [Σ.τ.Μ.]

[3] Πρόκειται για ένα ρεύμα ακροδεξιάς ιδεολογίας που αναπτύσσεται στις ΗΠΑ, το οποίο απορρίπτει τον κυρίαρχο συντηρητισμό στο όνομα της λευκής ανωτερότητας [Σ.τ.Μ.]

[4] Αναφορά στο ειδησεογραφικό δίκτυο Breitbart News, με έντονο ακροδεξιό προσανατολισμό, που ιδρύθηκε το 2007 από τον Andrew Breitbart [Σ.τ.Μ].

Για τον συγγραφέα

Ο Jeffrey C. Isaac είναι Καθηγητής με έδρα James H. Rudy, στο Πανεπιστήμιο της Ιντιάνα.