Σε τι διαφέρει ο Ντόναλντ Τραμπ από τον Μπέρνι Σάντερς




Ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ είπε κάποτε ότι το κουράγιο είναι «η αρετή κάτω από πίεση». Δύο υποψήφιοι για την Προεδρία, ο Ντόναλντ Τραμπ και ο Μπέρνι Σάντερς, δοκιμάστηκαν πρόσφατα σε αυτό το απόφθεγμα. Και το πώς ανταποκρίθηκε ο καθένας τους αποκαλύπτει τι είδους άνθρωπος είναι και τι τύπο προέδρου πρόκειται να αποτελέσει: ο Τραμπ υπέγραψε μόνος του την καταδίκη του, ενώ ο Σάντερς δημιούργησε άπειρες νέες προσδοκίες ως άτομο συμπονετικό και ως σοβαρός υποψήφιος για την Προεδρία.


Του Kareem Abdul-Jabbar


 

Και να πώς πήραν τα πράγματα ολέθρια κακή τροπή για τον Τραμπ. Κατά τη διάρκεια του ντιμπέιτ των Ρεπουμπλικανών υποψηφίων στο Fox, όταν η Μέγκιν Κέλι τού έκανε την περίφημη ερώτηση για τη στάση του απέναντι στις γυναίκες (τις οποίες είχε αποκαλέσει «χοντρές γουρούνες», «σκυλιά», «ατζαμήδες», «ζώα»), εκείνος ανταπέδωσε απειλώντας τη δημοσιογράφο: «Υπήρξα πολύ καλός μαζί σας, αν και θα μπορούσα να μην είμαι, με τον τρόπο που μου φερθήκατε. Δεν θα το κάνω, όμως».

Είναι ήδη πολύ κακό να απομακρύνεις τις γυναίκες με αυτόν τον τρόπο, υπάρχει όμως ένα σοβαρότερο πολιτικό αδίκημα που διαπράχθηκε εδώ: η παραβίαση της Πρώτης Τροπολογίας του Συντάγματος που διασφαλίζει την ελευθερία του Τύπου, με τη διατύπωση απειλών προς τους δημοσιογράφων. «Δεν θα το κάνω αυτό», είπε ταπεινά. Αν δεν πρόκειται να το κάνεις, ποιος ο λόγος να δηλώσεις ότι θα μπορούσες; Φυσικά, για αποτρέψεις άλλους δημοσιογράφους που μπορεί να θελήσουν να σου θέσουν σκληρές αλλά εύλογες ερωτήσεις. Αν οι Αμερικανοί μάθαιναν ότι ένας ηγέτης άλλης χώρας απειλούσε τους δημοσιογράφους, θα εξοργίζονταν. Κι όμως ιδού. Εδώ και τώρα.

Αργότερα, κι αφού ο Τραμπ είχε αποδώσει τη συμπεριφορά της Κέλι στον έμμηνο κύκλο της, εκείνη έφυγε για προγραμματισμένες διακοπές, όπως υποστήριξε το Fox. Ο Τραμπ υπονόησε ότι αιτία μπορεί να είναι ο ίδιος. Τι είδους υποψήφιος παίρνει αξία εκφοβίζοντας τα μίντια; Επίσης, την προηγούμενη εβδομάδα, ο Τραμπ προέτρεψε να εκδιωχθεί από μια συνέντευξη Τύπου ο ρεπόρτερ της Univision Χόρχε Ράμος, επειδή έκανε ερωτήσεις για τη μετανάστευση χωρίς να του δοθεί ο λόγος. Μετά από λίγη ώρα, ο Ράμος έγινε και πάλι δεκτός και του επέτρεψαν να ρωτήσει για τη μετανάστευση, και ειρωνικά σημείωσε ότι ο Τραμπ θα μπορεί να συνεχίσει να απελαύνει μετανάστες με ευσπλαχνικό τρόπο. «Έχω μεγαλύτερη καρδιά από εσένα», του απάντησε ο Τραμπ. Έτσι, η ασαφής απάντηση του Τραμπ στην ερώτηση που του τέθηκε κατέληξε με μια προσωπική επίθεση προς τον δημοσιογράφο.

Η βεντέτα του Τραμπ με τον Τύπο έφτασε μέχρι τη Des Moines Register. Όταν η συγκεκριμένη εφημερίδα δημοσίευσε κύριο άρθρο με το οποίο καλούσε τον Τραμπ να αποσυρθεί από την εκστρατεία, εκείνος αρνήθηκε να δώσει στους δημοσιογράφους της διαπιστευτήρια για μια εκδήλωση της καμπάνιας του στην Αϊόβα, τον Ιούλιο. Αποκάλεσε, επίσης, την εφημερίδα «χρεοκοπημένη» και «πολύ ανέντιμη». Άλλους δημοσιογράφους, που θεωρεί ότι του φέρθηκαν άδικα, τους χαρακτηρίζει «άχρηστους» και μη ευφυείς, λες και ο ορισμός της έλλειψης ευφυΐας είναι το να διαφωνεί κάποιος μαζί του.

Η απόπειρα να εκφοβίσει τον Τύπο, προκειμένου να αποσοβήσει την κριτική που δέχεται, είναι αντί-αμερικανική. Την επίθεσή του στην Πρώτη Τροπολογία ακολούθησε ένα χτύπημα στην 14η Τροπολογία, με τη δήλωσή του ότι θα ήθελε να αρνηθεί την ιδιότητα του πολίτη σε ανθρώπους που έχουν γεννηθεί στη χώρα. Αυτή τη στιγμή, η μεγαλύτερη απειλή για τις αρχές του Συντάγματος είναι ο Τραμπ.

Η λογική του Τραμπ, βάσει της οποίας απέφυγε την ερώτηση της Κέλι στο ντιμπέιτ, ότι δηλαδή ούτε εκείνος ούτε η Αμερική έχουν χρόνο για «πολιτική ορθότητα», παραπέμπει σε έναν διάσημο μπαμπούλα. Ο όρος «πολιτική ορθότητα» είναι τόσο γενικός που για τους περισσότερους ανθρώπους σηματοδοτεί μια δυσφορία απέναντι στην αλλαγή των καιρών και των τρόπων, μια επίθεση στις παραδόσεις με τις οποίες μεγαλώσαμε. (Πρόκειται για μια συναισθηματική πρόκληση που κάθε γενιά κλήθηκε να αντιμετωπίσει). Αυτό που στην πραγματικότητα σημαίνει είναι η ευαισθητοποίηση των ανθρώπων απέναντι στο γεγονός ότι ορισμένες παρωχημένες λέξεις, συμπεριφορές και πράξεις μπορεί να είναι επιβλαβείς ή προσβλητικές για κάποιους. Φυσικά, οι άνθρωποι θυμώνουν, επειδή αυτό τους κάνει να αισθάνονται χαζοί ή κακοί, ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι. Όταν, όμως, οι καιροί αλλάζουν, χρειάζεται να αλλάξουμε κι εμείς μαζί τους, με τρόπους που να ενδυναμώνουν την κοινωνία μας.

Δεν είναι, πλέον, «πολιτικά ορθό» να αποκαλείς τους Αφροαμερικανούς «έγχρωμους». Ή να χτυπάς μια γυναίκα στον πισινό στη δουλεία και να της λες «Ωραία δουλειά, γλύκα». Ή να ρωτάς για τη θρησκευτική πίστη κάποιου, κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης. Ή να αρνείσαι σε μια γυναίκα τη δουλειά, επειδή δεν είναι αρκετά ελκυστική για τα μέτρα σου. Ή να θεωρείς ότι η άποψη κάποιου έχει μικρότερη αξία, επειδή είναι ηλικιωμένος. Ή ότι οι άνθρωποι με κινητικά προβλήματα δεν θα πρέπει να έχουν εύκολη πρόσβαση σε κτίρια. Αν δεν έχεις χρόνο για πολιτική ορθότητα, τότε δεν έχεις χρόνο να προασπίσεις τα δικαιώματά μας κάτω από τις αρχές του Συντάγματος.

Είναι εύκολο να πιστέψει κανείς στην αυταπάτη του Τραμπ, καθώς οι δημοσκοπικές μετρήσεις δείχνουν ότι πραγματικά πηγαίνει καλά. Έχει, όμως, αποδειχτεί ιστορικά ότι οι δημοσκοπήσεις είναι παραπλανητικές και οι υποστηρικτές του τελικά θα τον εγκαταλείψουν. Πολλοί, μεταξύ των οποίων και ο Τομ Μακάρθι στη Guardian, δημοσίευσαν στατιστικές εκτιμήσεις, σύμφωνα με τις οποίες ο Τραμπ δεν μπορεί να κερδίσει· αυτές συμπληρώνονταν από γραφήματα παλιών προεδρικών υποψηφίων που σε αυτό το στάδιο εκλογής πήγαιναν καλύτερα από τον Τραμπ, αλλά σύντομα έπεσαν στην αφάνεια, όπως ο Ρούντι Τζουλιάνι, ο Χάουαρντ Ντιν και ο Ρος Περό. Το 2008, η Χίλαρι Κλίντον ήταν επίσης μπροστά, αλλά ηττήθηκε απροσδόκητα για το χρίσμα από τον Ομπάμα.

Οι Αμερικανοί ίσως φλερτάρουν με το κολεγιόπαιδο που οργανώνει τα πάρτυ της αδελφότητας, επειδή ασελγεί σε ιερές αγελάδες, λέει πράγματα που όλοι θα θέλαμε να πούμε (όμως η λογική μας αποτρέπει από το να το κάνουμε) και φέρεται διασκεδαστικά σαν καραγκιόζης.

Όταν, όμως, ξυπνήσεις το επόμενο πρωί και σου ανακοινώσει ότι θα έχετε πια μια σχέση για τέσσερα χρόνια, η λογική επανέρχεται και είναι ώρα για την ανακοίνωση του «χωρισμού». Έναν χρόνο μέχρι τις εκλογές, υπάρχουν πολλοί Ρεπουμπλικανοί φερέλπιδες που από-συσπειρώνουν τις δημοσκοπήσεις. Μόλις συρρικνωθεί το κοπάδι (ο Ρικ Πέρυ μοιάζει να μην έχει άλλα λεφτά, ο Μπόμπι Τζίνταλ αντοχές, ο Χούκαμπι επαφή με την πραγματικότητα), άλλοι υποψήφιοι, πιο ουσιαστικοί θα βγουν στο προσκήνιο. Και όταν μείνουν μόνο τρεις ή τέσσερις υποψήφιοι, οι τραμπούκικες ανοησίες του Τραμπ και η αποφυγή των ερωτήσεων θα φαίνονται αναξιόπιστες.

Αν και καθεμία παράλογη, ανενημέρωτη ή απλώς εντελώς λάθος δήλωση του Τραμπ μοιάζει να του δίνει άνοδο στις δημοσκοπήσεις, δεν είναι δεδομένο ότι οι υποστηρικτές του μπορούν να υπερασπιστούν την εξωφρενική προσβολή προς την εντιμότητα, την αλήθεια και την κοσμιότητα που αντιπροσωπεύει. Ναι, υπάρχουν πράγματι κάποιοι λίγοι που θα συνεχίζουν να τον υποστηρίζουν ό,τι κι αν γίνει. (Μια εξηντατριάχρονη δήλωσε στο CNN ότι οι Ρεπουμπλικανοί επιχειρούν να δυσφημίσουν τον Τραμπ: «Διαστρεβλώνουν τα λόγια του, επειδή προσπαθούν να τον καταστρέψουν». Κανένας δεν διαστρέβλωσε τα λόγια του, αφού ό,τι λέει είναι ήδη πολύ διαστρεβλωμένο από μόνο του. Λέει παραμύθια). Και οι ψηφοφόροι θα δουν τελικά την αλήθεια.

Εν τω μεταξύ, ο Μπέρνι Σάντερς αντιμετώπισε τη δική του πρόκληση σε μια πολιτική εκδήλωση, τον προηγούμενο μήνα, όπου δύο Αφροαμερικανές ανέβηκαν μπροστά του στη σκηνή, διεκδίκησαν το μικρόφωνο και απαίτησαν τεσσερισήμισι λεπτά σιγής για τη μνήμη του Μάικλ Μπράουν. Ο Σάντερς έφυγε από τη σκηνή και μπερδεύτηκε με το πλήθος. Αργότερα, ο Τραμπ τον κατηγόρησε ως «αδύναμο», επειδή τις άφησε να μιλήσουν, αλλά εκείνος έδειξε πραγματικά αρετή κάτω από πίεση, κατανοώντας την απογοήτευση και τον θυμό τους. Αντί να τις εκφοβίσει για να σωπάσουν ή να τις γελοιοποιήσει, αποκαλώντας τις αποτυχημένες, γουρούνες ή χαζογκόμενες, ο Σάντερς έφυγε. Άλλωστε, δεν ήταν δική του εκδήλωση. Ήταν προσκεκλημένος. Η άποψή του δεν αποσιωπήθηκε, αλλά εισακούστηκε με ακόμη μεγαλύτερη ένταση: την επόμενη μέρα, ο Σάντερς δημοσίευσε ένα σαρωτικό μεταρρυθμιστικό σχέδιο για την καταπολέμηση της φυλετικής ανισότητας. (Η ημερομηνία συνέπιπτε με την επέτειο του θανάτου του Μάικλ Μπράουν, αλλά δεν είχε να κάνει με τις δυο γυναίκες).

Οι δύο προσεγγίσεις αποκαλύπτουν τη διαφορά ανάμεσα σε έναν ώριμο, ευγενή και ευφυή άνθρωπο, και σε έναν άνθρωπο που τα λεφτά του τον έκαναν αλαζόνα απέναντι στην κριτική και ανίκανο να αντιληφθεί την ανάγκη για πραγματικές πολιτικές τομές. Ο Τραμπ απειλεί ότι θα κάνει ανεξάρτητη καμπάνια (δεν θα το κάνει· είναι απλώς ένα διαπραγματευτικό κόλπο). Ο Τραμπ είναι ένας υποψήφιος της τελευταίας στιγμής που μοιάζει ωραίος μέσα στο θολό σκοτάδι μιας πολιτικής μέθης.
Υπάρχουν πολλές διαμαρτυρίες για τη μεγάλη διάρκεια που έχει η περίοδος ανάδειξης των υποψηφίων στις ΗΠΑ, αλλά φέτος αποδείχθηκε η μεγάλη αξία της. Δίνει σε μια μεγάλη κατηγορία ανθρώπων την ευκαιρία να εκφραστούν και δίνει, επίσης, τη δυνατότητα στους ψηφοφόρους να παρακολουθήσουν τους υποψηφίους και αφού πέσουν οι πολιτικές μάσκες. Κάποιοι ανταποκρίνονται στην πρόκληση, άλλοι ξεφουσκώνουν κάτω από το βάρος του να μην έχουν τίποτα να πουν.

Δύο δρόμοι διακλαδώνονται μέσα σε ένα πολιτικό δάσος (1)· ένας άνδρας διάλεξε τον δρόμο της επίθεσης στο Σύνταγμα και σύντομα θα ξεχαστεί για πάντα. Ο άλλος είναι ένας υποψήφιος με προοπτική, ο οποίος ανεξάρτητα από το αν θα κερδίσει το χρίσμα, θα αναβαθμίσει την πολιτική διαδικασία με τρόπο που θα έκανε περήφανους του Πατέρες του Έθνους μας.

(1) Παράφραση ενός στίχου του ποιήματος του Ρόμπερτ Φρoστ “The Road not Taken”.

Το κείμενο δημοσιεύτηκε στη Washington Post, στις 2 Σεπτεμβρίου 2015.

Για τον συγγραφέα
Ο Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ, ένας από τους μεγαλύτερους παλιούς αρχισκόρερ του ΝΒΑ, είναι πρώην πρεσβευτής πολιτισμού των ΗΠΑ και συγγραφέας αρκετών μπεστ σέλερ. Το τελευταίο του μυθιστόρημα, με τίτλο «Mycroft Holmes», κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο.