Το Κουρδικό ζήτημα, το «σύνδρομο της Λωζάνης» και η μάχη της Μοσούλης




Σύμφωνα με την επίσημη κουρδική ιστοριογραφία της Περιφερειακής Κουρδικής Κυβέρνησης του βορείου Ιράκ/KRG και τις «ανεπίσημες» προσπάθειες της κουρδικής ιστοριογραφίας δεκάδων κουρδικών θεσμών και οργανώσεων, το Κουρδιστάν έχει γνωρίσει αμέτρητους κατακτητές και εισβολείς.


Του Μουράτ Ισσί


Σε συγκεκριμένες ιστορικές στιγμές, οι εισβολές και οι κατακτήσεις πραγματοποιούνταν στο πλαίσιο πολέμων στην ευρύτερη περιοχή, ενώ σε άλλες είχαν ως στόχο αποκλειστικά τη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, όπως στην περίπτωση του Σαντάμ ή του Ιράν, στην περίοδο του κουρδικού κράτους Μαχάμπαντ, το 1946-1947.

Σύμφωνα με την ίδια ιστοριογραφία, η παρούσα κατάσταση του ευρύτερου γεωγραφικού χώρου του Κουρδιστάν πηγάζει από τις συμφωνίες της δεκαετίας του 1920 και εξής. Με λίγα λόγια, οι γραμμές της ευρύτερης περιοχής της Μέσης Ανατολής έχουν χαραχθεί από την περίοδο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και μετά.

Συχνά, γίνεται λόγος για το «σύνδρομο των Σεβρών», που διατρέχει όλες τις πτυχές της επίσημης και ανεπίσημης ιστοριογραφίας της Τουρκίας. Αντίστοιχα, θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι στην κουρδική ιστοριογραφία υπάρχει το «σύνδρομο της Λωζάνης».

Η Συνθήκη της Λωζάνης γίνεται αντιληπτή από τους Κούρδους ως «πένα διαβόλου» και θεωρείται το τέλος της μιας μακράς περιόδου, η οποία είχε ουσιαστικά ξεκινήσει με τη μυστική Συμφωνία Σάικς-Πικό το 1916 –που αργότερα ανακαλύφθηκε από τους Μπολσεβίκους– και συνεχίστηκε με τη Συνθήκη του Σαν Ρέμο, στις 18-26 Απριλίου 1920.

Οι σημερινές κουρδικές δυνάμεις ισχυρίζονται ότι δεν δικαιώθηκαν στον Πρώτο και τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά θα δικαιωθούν τώρα. Οι φίλα προσκείμενες στο PDK οργανώσεις ισχυρίζονται ότι έφτασε «η ιερή και δοξασμένη στιγμή» για την ανακοίνωση ενός ανεξάρτητου Κουρδιστάν εντός των συνόρων του σημερινού Ιράκ. Οι συγκεκριμένες οργανώσεις επιχειρούν, με όλα τα μέσα, την εμφύτευση της συγκεκριμένης ιδέας και στα τέσσερα κομμάτια του Κουρδιστάν.

Η ιδέα ενός ανεξάρτητου κουρδικού κράτους δεν ανήκει μονάχα στην κυβερνώσα πολιτική ομάδα της KRG, αλλά υπάρχει μια καθολική αποδοχή και υποστήριξή της από τις κουρδικές μάζες. Όπως υποστηρίζουν, η ανακοίνωση ενός ανεξάρτητου κουρδικού κράτους θα πραγματοποιηθεί από τον Μεσούντ Μπαρζανί, κατά την εθνική γιορτή των Κούρδων, την 21η Μαρτίου 2017, δηλαδή μετά από τον πόλεμο της Μουσούλης και τις αμερικανικές εκλογές του Νοέμβρίου του 2016.

Πλήθος πολιτικών τοποθετήσεων εμφανίζονται στα ΜΜΕ των φίλο-PDK οργανώσεων, σύμφωνα με τις οποίες οι Κούρδοι αποδείχθηκαν υποστηρικτές των δυτικών και οικουμενικών αξιών, όπως μαρτυρούν οι μάχες τους εναντίον του Ισλαμικού Κράτους.

Ωστόσο, οι φιλικά προσκείμενοι στο KCK/PKK αναλυτές στέκονται πολύ επιφυλακτικά απέναντι στις εθνικές διεκδικήσεις της KRG. Σύμφωνα με τους ίδιους, η διεκδίκηση για ένα ανεξάρτητο κουρδικό κράτος είναι δικαίωμα του κουρδικού έθνους, αλλά αυτό δεν μπορεί να πραγματωθεί από μια κουρδική κλίκα.

Οι πολιτικές αντιθέσεις των δύο μεγάλων κουρδικών αξόνων, του KCK και του PDK, ως προς τη διεκδίκηση μιας κοινής πατρίδας και ενός κοινού εθνικού κράτους, προσφέρουν σημαντικές ευκαιρίες στους αντίπαλους τους για εμπλοκή στα εσωτερικά θέματα των Κούρδων.

Το προαναφερόμενο θέμα του «συνδρόμου της Λωζάνης» εκφράζεται κυρίως στο ζήτημα του εθνικού κράτους. Σημείο σύγκλισης όλων σχεδόν των κουρδικών ιστοριογραφιών είναι το εξής: το Κουρδιστάν ως γεωγραφικός χώρος διαμελίστηκε για πρώτη φορά με τη Συνθήκη Κασρ-ι Σιρίν μεταξύ των Οθωμανών και Σαφαβίδων, στις 17 Μαΐου 1639. Ο δεύτερος ουσιαστικός διαμελισμός του Κουρδιστάν πραγματοποιήθηκε με τη Συνθήκη της Λωζάνης, στις 24 Ιουλίου 1923, τεμαχίζοντας αυτήν τη φορά το Οθωμανικό Κουρδιστάν σε τρία κομμάτια. Η συγκεκριμένη Συνθήκη υπογράφηκε ανάμεσα σε έντεκα διαφορετικούς διεθνείς παράγοντες και με αυτή την έννοια κατέστησε το Κουρδιστάν διεθνή αποικία, όπως υποστηρίζουν οι Κούρδοι.

Η λέξη «διεθνής» είναι ένα κομβικό σημείο για την επίλυση του ζητήματος του Κουρδιστάν. Οι φίλο-PDK οργανώσεις, επικρίνοντας τους πολιτικούς αντίπαλους τους, τονίζουν τα εξής ζητήματα σχετικά με τη Συνθήκη της Λωζάνης:

«Η Συνθήκη της Λωζάνης είναι μια καταραμένη συνθήκη που δεν αναγνώρισε τα εθνικά δικαιώματα των Κούρδων και με την υπογραφή της εμπόδισε τους Κούρδους να ιδρύσουν το κράτος τους. Με την απόκτηση των περιορισμένων εθνικών δικαιωμάτων στο Νότιο Κουρδιστάν (Βόρειο Ιράκ) και τη γέννηση ευκαιριών για τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου κουρδικού κράτους, οι αποικιοκράτες έχουν βρεθεί σε κατάσταση συναγερμού.

Εκείνοι που υπέγραψαν την Συνθήκη Λωζάνης είναι υπεύθυνοι της σκλαβιάς των Κούρδων εδώ και έναν αιώνα και συνυπεύθυνοι θα είναι όσοι δεν εμποδίσουν μια νέα Συνθήκη της Λωζάνης. Τα γεγονότα στη Συρία και το Ιράκ αυτή τη στιγμή οδηγούν προς μια κατάσταση εφαρμογής μιας δεύτερης Συνθήκης της Λωζάνης, η οποία θα νομιμοποιήσει την παλιά και θα σηματοδοτήσει την σκλαβιά των επόμενων γενεών των Κούρδων. Συνυπεύθυνοι είναι εκείνοι που κάνουν λόγο περί εκδημοκρατισμού των αποικιοκρατικών δυνάμεων του Κουρδιστάν και θεωρούν «κατάρα» την ίδρυση ενός ενιαίου εθνικού κουρδικού κράτους. Προειδοποιούμε και πάλι ότι η συγκεκριμένη προσέγγιση: α) ενισχύει την αποικιοκρατία στην πατρίδα μας, β) αναβάλλει επ’ αόριστον τα εθνικά δικαιώματα του κουρδικού έθνους, γ) με την άρνηση ή τη μη διευκόλυνση της ίδρυσης ενιαίου κουρδικού κράτους επικυρώνονται αυτομάτως τα τεχνητά σύνορα των αποικιοκρατών, που διαμέλισαν το Κουρδιστάν σε τέσσερα κομμάτια».  

Ανεξάρτητα από τον έγκυρο ή πλασματικό χαρακτήρα των ιστορικών τοποθετήσεων για την περίοδο της Λωζάνης, οι φιλο-PDK/Mπαρζανί οργανώσεις, μέσω των παραπάνω προσεγγίσεων, χαρακτηρίζουν τις KCK/PKK οργανώσεις ως συνυπεύθυνες για μια νέα Συνθήκη Λωζάνης. Από την άλλη, και οι KCK/PKK οργανώσεις αποδίδουν επίσης μεγάλη ιστορική σημασία στη Συνθήκη της Λωζάνης, αν και διαφωνούν ως προς τον τρόπο επίλυσης του θέματος:

«Δεν χρειάζεται να έχουμε ιστορικές γνώσεις για να ξέρουμε τη σημασία της Λωζάνης, που άνοιξε τον δρόμο για την εκμετάλλευση και την αποικιοκρατία στο Κουρδιστάν και τη χάραξη των εθνών-κρατών της περιοχής. Η έννοια και πράξη του έθνους-κράτους είναι ένα κοφτερό μαχαίρι που μπήκε στην καρδιά των λαών της Μέσης Ανατολής.

Η υπογραφή της συνθήκης Λωζάνης γέννησε τις εχθροπραξίες μεταξύ των λαών. Μπορούμε να ανατρέψουμε την κατάσταση της Συνθήκης Λωζάνης, εφόσον απομακρυνθούμε από την αντίληψη του έθνους-κράτους και αναπτύξουμε πρακτικά και θεωρητικά την έννοια του δημοκρατικού έθνους. Αυτό σημαίνει σεβασμό σε όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα από τη στιγμή της γέννησης, σεβασμό στην ελεύθερη έκφραση κάθε είδους πίστης, δημιουργία μιας πολιτικής-πολιτιστικής-κοινωνικής-θρησκευτικής συνθήκης, η οποία θα εξασφαλίζει τη συνύπαρξη όλων των κοινωνικών οντοτήτων και τον σεβασμό στη ζωή όλων των όντων. Η πραγμάτωση αυτών των όρων απαιτεί την απομάκρυνση των συνειδήσεων από την αντίληψη του έθνους-κράτους.

Με την ίδρυση της Δημοκρατικής Αυτονομίας –όπως πραγματοποιείται αυτή τη στιγμή με την επίσημη ονομασία Δημοκρατική Αυτονομία της Βόρειας Συρίας/Ροζαβά– κάθε λαός, κάθε χρώμα, κάθε πίστη μπορεί να έχει την ευκαιρία να ζήσει σύμφωνα με τη δική του φύση. Την τύχη αυτή οι λαοί θα τη χρησιμοποιήσουν για να δημιουργήσουν τη δική τους Συνθήκη της Λωζάνης. Τις ιστορικές στιγμές, όταν έρχονται στα πόδια σας, πρέπει να τις χρησιμοποιείτε για να γράψετε την ιστορία. Αλλιώς θα γίνετε εσείς ιστορία. Η Δημοκρατική Αυτονομία της Βόρειας Συρίας/Ροζαβά έχει δημιουργηθεί και συνεχίζει την πορεία της με βάση την αντίληψη του δημοκρατικού έθνους. Μπορούμε να πούμε ότι η Δημοκρατική Αυτονομία της Βόρειας Συρίας θα αποτελέσει αναμφισβήτητα πόλο έλξης και των άλλων κομματιών του Κουρδιστάν, όπως του Βόρειου Κουρδιστάν/Τουρκία και του Ανατολικού Κουρδιστάν/Ιράν.   

Έτσι και η Τουρκία, μέσα σε αυτήν την ευκαιρία, θα πρέπει να επανεξετάσει τη Συνθήκη της Λωζάνης για να βρει τη δική της μεγάλη ειρήνη. Αλλιώς θα χάσει και ό,τι έχει στα χέρια της».  

Η Τουρκία, όμως, υλοποιεί τα δικά της σχέδια σε πρακτικό επίπεδο. Μπορεί να διατυπώνεται η άποψη ότι η Τουρκία δεν έχει συγκεκριμένο σχέδιο απέναντι στις ραγδαίες εξελίξεις της Μέσης Ανατολής, αλλά οι πολιτικές επιλογές της νέας Τουρκίας σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής δεν προέρχονται μόνο από τον φόβο ενός νέου στρατιωτικού πραξικοπήματος κατά του συστήματός της.

Η κουρδοφοβική-εχθρική πολιτική της νέας Τουρκίας οδηγεί τον Ερντογάν σε ακραίες και άνευ γυρισμού επιλογές, που ρίχνουν λάδι στη φωτιά της Μέσης Ανατολής. Αν οι Κούρδοι μιλούν για μια «ημερομηνία λήξης» της Συνθήκης της Λωζάνης, το ίδιο κάνει και η νέα Τουρκία.

Πώς αλλιώς θα μπορούσαν να εξηγηθούν οι απόπειρες εισβολής του τουρκικού τακτικού και άτακτου στρατού στις πόλεις της Δημοκρατικής Αυτονομίας της Βόρειας Συρίας/Ροζαβά και ταυτόχρονα οι εχθρικές δηλώσεις του αυτοεκλεγμένου προέδρου της Τουρκίας εναντίον της εδαφικής ακεραιότητας του Ιράκ;

Φαίνεται ξεκάθαρα ότι για το Παλάτι του Ερντογάν η λύση του «Συνδρόμου των Σεβρών» είναι η ανάσταση της τουρκικής εκδοχής της Κόκκινης Μηλιάς.

Εκείνο που έπρεπε να πούμε στην αρχή ας το πούμε στο τέλος: Η νέα Τουρκία του Ερντογάν έχει αποφασίσει να επεκτείνει τα σύνορά της και ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο πολεμά με τους Κούρδους σε τρία κομμάτια του Κουρδιστάν. Επιχειρεί, δηλαδή, την επαναχάραξη των χαμένων συνόρων/πατρίδων, προσπαθώντας να ανακτήσει όλο το Βιλαέτι Μουσούλης, δηλαδή όλο το Νότιο Κουρδιστάν, και το Βιλαέτι Χαλέπι, δηλαδή όλο το Νοτιοδυτικό Κουρδιστάν, τη Ροζαβά.

Μπορεί να μην έχουν όλες οι κουρδικές οργανώσεις αναλύσει πολιτικά τις διεκδικήσεις της Τουρκίας, μπορεί ορισμένες πολιτικές ηγεσίες των Κούρδων (για παράδειγμα οι διακρατικές σχέσεις της KRG) να επωφελούνται από τις οικονομικές σχέσεις με την Τουρκία, όμως οι επεκτατικές πολιτικές της νέας Τουρκίας είναι ένας κρίσιμος παράγοντας.

Από αυτή τη σκοπιά, το θέμα της Μουσούλης και η διεκδίκηση της Τουρκίας για συμμετοχή στη διάσωση της πόλης από το Ισλαμικό Κράτος κρύβουν τις πραγματικές διεκδικήσεις της νέας Τουρκίας.

Η συμμετοχή της Τουρκίας σηματοδοτεί την αρχή μιας νέας μακράς εμπόλεμης περιόδου στη Μέση Ανατολή. Η παρουσία της Τουρκίας στην ευρύτερη περιοχή της Μουσούλης δεν θα τελειώσει με το τέλος του πολέμου, καθώς τα νότια όρια του βιλαετιού Μουσούλης είναι ταυτόχρονα και τα φυσικά όρια της τουρκικής Κόκκινης Μηλιάς.

Για τον συγγραφέα

Ο Μουράτ Ισσί είναι Διδάκτορας Ιστορίας, ΚΕΝΙ/ Κέντρο Έρευνας Νεότερης Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου.