Ποιος μπορεί σήμερα να σκεφτεί την Ευρωπαϊκή Ένωση ως παγκόσμιο παίκτη με ρυθμιστική εξουσία, τη στιγμή που εμφανίζεται ως ένας γραφειοκρατικός μηχανισμός, ο οποίος στην ουσία διευκολύνει τη διολίσθηση της Τουρκίας προς την άβυσσο;
Του Kerem Oktem
Στο βιβλίο του Πολιτική των ζόμπι και πολιτισμός στην εποχή του καπιταλισμού των καζίνο [1], ο αμερικανός διανοούμενος Henry Giroux εξετάζει την ανάδυση μιας κουλτούρας σαδισμού, βαναυσότητας, θανάτου και αντιμετώπισης των ανθρώπων ως αναλώσιμων, στην Αμερική. Η μεταφορά που χρησιμοποιεί –το ζόμπι– είναι η κατάλληλη: νεκρό αλλά όχι εντελώς, το ζόμπι δεν παίρνει αυτόνομες αποφάσεις, αλλά καθοδηγείται από ανώτερες δυνάμεις. Παρόλα αυτά, αυτός ή αυτή προκαλεί χάος, σκοτώνει, τρομοκρατεί και ξεφορτώνεται πτώματα με ευκολία. Το ζόμπι αντλεί τη δύναμή του από τις αγωνίες των κοινών ανθρώπων.
Μια συμφωνία των ζόμπι
Σε μια πρώτη ματιά, η «συμφωνία για το προσφυγικό» μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας μοιάζει να μην έχει κοινά στοιχεία με τα ζόμπι. Οι φαινομενικές προθέσεις των εμπνευστών της (το αρχικό σχέδιο «Merkel-Samsom» που αποτέλεσε τη βάση της συμφωνίας γράφτηκε από την Πρωτοβουλία Ευρωπαϊκής Σταθερότητας) είναι αξιέπαινες και απλές: να βάλουν ένα τέλος στον πόνο των προσφύγων από τη Συρία. Το σχέδιο υπόσχεται ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι βγαίνουν κερδισμένοι: η ΕΕ θα κατορθώσει να επαναφέρει τη συμφωνία Σένγκεν και να μετεγκαταστήσει τους πρόσφυγες με πιο οργανωμένο τρόπο. Το βάρος που σηκώνει η Τουρκία από τη φιλοξενία προσφύγων θα μειωθεί και οι πολίτες της θα επωφεληθούν από τη δυνατότητα να ταξιδεύουν χωρίς βίζα στην Ευρώπη. Και οι πρόσφυγες θα αποφύγουν τον τρόμο του να διασχίζουν το Αιγαίο με ακατάλληλες πλαστικές βάρκες και να βρίσκονται αντιμέτωποι με τον θάνατο.
Για να επιτευχθεί αυτό, όλοι οι πρόσφυγες που περνούν από την Τουρκία στα ελληνικά νησιά θα επαναπροωθούνται με μια διαδικασία τριών ημερών στην Τουρκία, η οποία πλέον χαρακτηρίζεται ασφαλής χώρα. Για κάθε έναν πρόσφυγα που επαναπροωθείται στην Τουρκία, θα γίνεται δεκτός ένας άλλος πρόσφυγας, σε μια ευρωπαϊκή χώρα πρόθυμη να τον δεχτεί.
Όσο σαφής κι αν ακούγεται αυτή η συμφωνία, πρόκειται για ένα φαντασιακό σενάριο. Δεν υπάρχει καμιά θεσμική δυνατότητα στα ελληνικά νησιά για μια τόσο σύντομη διαδικασία, χωρίς να παραβιάζονται οι δεσμεύσεις του διεθνούς δικαίου για τους πρόσφυγες. Δεν υπάρχουν ευρωπαϊκές χώρες πρόθυμες να δεχτούν πρόσφυγες, με εξαίρεση ίσως τη Γερμανία.
Και τέλος, η Τουρκία δεν είναι «ασφαλής τρίτη χώρα». Είναι μια χώρα βαθιά εμπλεκόμενη στον συριακό πόλεμο και διεξάγει μια εκστρατεία εξολόθρευσης των κούρδων αυτονομιστών, η οποία έχει οδηγήσει στον θάνατο εκατοντάδων πολιτών και στον αναγκαστικό εκτοπισμό δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων, μέσα σε λίγους μόνο μήνες. Είναι μια χώρα που δεν μπορεί να εξασφαλίσει στους πολίτες της το δικαίωμα στη φυσική ακεραιότητα – πόσο μάλλον στους πρόσφυγες.
Είναι επίσης αυτονόητο ότι η κατάργηση της βίζας για τους τούρκους πολίτες είναι κοροϊδία. Κάτι τέτοιο θα προϋπέθετε τη συμμόρφωση της Τουρκίας με θεμελιώδη δικαιώματα, γεγονός απίθανο στο άμεσο μέλλον. Σε κάθε περίπτωση, η κατάργηση της βίζας για μακρόχρονη παραμονή των Τούρκων στην Ευρώπη δεν πρόκειται να εφαρμοστεί, καθώς δεν υπάρχει τέτοια νομική δυνατότητα και επίσης είναι αρκετές οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις που θα φροντίσουν να μην συμβεί κάτι τέτοιο. Μόλις η συμφωνία για τη βίζα συναντήσει εμπλοκές, αυτό που θα κάνει ο τούρκος Πρόεδρος Ερντογάν είναι να επωφεληθεί πολιτικά, κατηγορώντας την ΕΕ για διπλά κριτήρια. Και θα έχει καλούς λόγους για να το κάνει.
Στο επίπεδο αρχών, αυτό το «παζάρι» ανθρώπων είναι ανήθικο, όπως σημειώνει η Iverna McGowan της Διεθνούς Αμνηστίας: «Η ιδέα της ανταλλαγής προσφύγων δεν είναι μόνο επικίνδυνα απάνθρωπη, αλλά αδυνατεί και να προσφέρει μια μακροπρόθεσμη βιώσιμη λύση απέναντι στην εξελισσόμενη ανθρωπιστική κρίση».
Στο επίπεδο της πραγματικότητας των μεταναστών και των προσφύγων, είναι γνωστό ότι οι άνθρωποι που βρίσκονται σε απελπισία δεν μπορούν να εμποδιστούν. Θα καταφύγουν σε νέες διόδους, πιο επικίνδυνες, πιο θανάσιμες και πιο ακριβές, είτε από τα χερσαία σύνορα της Τουρκίας με τη Βουλγαρία, είτε με καράβι από τη Λιβύη προς την Ιταλία, είτε μέσα από μια καινούργια διαδρομή μέσω Ουκρανίας και ανατολικής Ευρώπης. Αν όμως η συμφωνία είναι κυνική και απάνθρωπη, και τελικά δεν προσφέρει βιώσιμες λύσεις απέναντι στην προσφυγική κρίση, για ποιο λόγο η Τουρκία και η ΕΕ είναι τόσο ικανοποιημένες με την υπογραφή της;
Eυρωπαϊκά ζόμπι
Πριν από την ευρωπαϊκή κρίση χρέους και τα καθεστώτα λιτότητας στην Ιρλανδία, την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ελλάδα, μεγάλο μέρος της ΕΕ αυτοπροσδιοριζόταν ως μια πεφωτισμένη, φιλελεύθερη, ανεκτική πολιτική οντότητα, ενσυνείδητη ως προς το δικό της σκοτεινό παρελθόν και την παρούσα ποικιλομορφία της. Σήμερα, βρισκόμαστε μπροστά σε μια εντελώς διαφορετική ήπειρο. Δεξιά λαϊκιστικά, νεοφασιστικά και ρατσιστικά κόμματα έχουν βγει από το περιθώριο στο επίκεντρο της πολιτικής και εκφράζουν τις ιδέες τους.
Εύληπτες αλλά συγκεχυμένες αγωνίες για την παγκοσμιοποίηση, τον κοινωνικό ανταγωνισμό και την υποτιθέμενη πολιτισμική διαφορά με τους μετανάστες συγκροτήθηκαν σε ένα ισλαμοφοβικό μένος και σε ρατσιστικές ιδεολογίες των ευρωπαίων κυρίαρχων.
Τα ρατσιστικά λαϊκιστικά κόμματα διαμορφώνουν πολιτικό λόγο, από τις πιο ανεπτυγμένες σκανδιναβικές δημοκρατίες έως τις μη φιλελεύθερες κυβερνήσεις της Ουγγαρίας και της Σλοβακίας. Πρόσφατα σε μια ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου, ένας ευρωβουλευτής της νεοφασιστικής Χρυσής Αυγής αποκάλεσε τους Τούρκους: «βρόμικα και μολυσμένα… αγριόσκυλα». Ο Πρόεδρος, Μάρτιν Σουλτς, αντιλήφθηκε αμέσως ποια ήταν η στρατηγική πίσω από αυτόν τον λίβελο: η μετατόπιση των ορίων αποδεκτού πολιτικού λόγου που εκφέρεται μέσα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Και απέβαλε τον ευρωβουλευτή. Αυτή η εσκεμμένη πρόκληση, πάντως, απλώς ενισχύει μια ήδη υπαρκτή κατάσταση. Χρειάζεται κάποιου είδους θράσος και αποφασιστικότητα να υποστηρίζει κανείς μια ιδεολογία που επινοήθηκε στην Ευρώπη, που κατέστρεψε το μεγαλύτερο μέρος της ηπείρου και που τώρα εκπροσωπείται νομίμως σε ένα από τα κέντρα της ευρωπαϊκής εξουσίας.
Σε αντίθεση με την πρόσφατη άνοδο ρατσιστικών κομμάτων στην Ευρώπη, στην Αυστρία, το Κόμμα Ελευθερίας έχει παρουσία εδώ και τριάντα χρόνια και ίσως αποτελέσει το μεγαλύτερο κόμμα της χώρας. Όπως και άλλα λαϊκιστικά κόμματα, έχει προσεκτικά αποφύγει τις δημόσιες αντισημιτικές τοποθετήσεις, τις οποίες έχει υποκαταστήσει με μια ρητορική για την αποτυχία του ευρωπαϊκού καθεστώτος και με την ισλαμοφοβία [2]. Το Κόμμα Ελευθερίας κατόρθωσε να αναδιατυπώσει τα πολιτικά ζητήματα σε όλα τα επίπεδα –τοπικό, εθνικό και ευρωπαϊκό– μέσα από το μίσος για τους μουσουλμάνους, και ειδικότερα τους μουσουλμάνους πρόσφυγες.
Το έχει επιτύχει σε τέτοιο βαθμό που σήμερα η πλειοψηφία των Αυστριακών βλέπει τους μουσουλμάνους ως απειλή για την αυστριακή κουλτούρα. Βασισμένος στη δουλειά μου για το Λεύκωμα για τους Μουσουλμάνους στην Ευρώπη [3] και συνεχίζοντας την έρευνα πεδίου, συμπεραίνω ότι για ένα σημαντικό μέρος της αυστριακής κοινωνίας δεν υφίσταται η έννοια της κοινής ανθρώπινης ιδιότητας που μοιράζονται με τους μουσουλμάνους. Η λογική συνεπαγωγή αυτής της αντίληψης είναι ότι δεν έχουν υποχρεώσεις απέναντι στους μουσουλμάνους και τους πρόσφυγες –δύο λέξεις που τείνουν να πυροδοτούν την ίδια αγωνία και να σηματοδοτούν την απουσία υποχρέωσης για φροντίδα [4].
Θα ήθελα να εισηγηθώ ότι η περίπτωση της Αυστρίας θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί ως κάλεσμα αφύπνισης, καθώς καταδεικνύει την αναπόδραστη εξέλιξη του λαϊκισμού, της καταστροφής του ανθρώπινου στοιχείου και της περιφρόνησης του συνανθρώπου σε βαθμό που αυτές οι ζωές να αντιμετωπίζονται ως αναλώσιμες. Με τη φωτεινή εξαίρεση της Γερμανίας προς το παρόν, αυτό είναι το σημείο στο οποίο έχει φτάσει η Ευρώπη και ίσως εξηγεί το γιατί η Γερμανία, και σε μικρότερο βαθμό οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες, σπεύδουν να καταλήξουν σε συμφωνία για την προσφυγική κρίση, σχεδόν με οποιοδήποτε κόστος.
Οι λαϊκιστές έχουν κατορθώσει να αναδιατυπώσουν το προσφυγικό ζήτημα μέσα από το πρίσμα «μιας δημογραφίας του μουσουλμανικού πληθυσμού» [5], δηλαδή τη θέση ότι ένας γηράσκων ευρωπαϊκός πολιτισμός βρίσκεται στα πρόθυρα του αφανισμού εξαιτίας της αυξανόμενης μετανάστευσης από χώρες με μουσουλμανικό πληθυσμό.
Και είναι ενδεχομένως ο φόβος αυτών των λαϊκιστών που εξώθησε τη Μέρκελ σε αυτήν τη συμφωνία με την Τουρκία. Όχι για τους πρόσφυγες. Αλλά, ως μια προσπάθεια να δείξει ότι «έχει τον έλεγχο», ως μια απελπισμένη απόπειρα να σπρώξει τα ζόμπι της Ευρώπης πίσω, στο παρασκήνιο.
[…]
Αναφορές
[1] Henry A. Giroux, Zombie Politics and Culture in the Age of Casino Capitalism, New York: Peter Lang, 2011.
[2] Matti Bunzl, Anti-Semitism and Islamophobia. Hatreds Old and New in Europe, Chicago: University of Chicago Press, 2007.
[3] Βλ. Kerem Öktem, ‘Austria’, Yearbook of Muslims in Europe, Volume 7, Leiden: Brill, 2015. Διαθέσιμο εδώ.
[4] Ένα πρόσφατο βίντεο των υποστηρικτών του PSV Eindhoven που εξευτελίζουν μια ομάδα γυναικών Ρομά αποδεικνύει ότι αυτή η απόρριψη του άλλου από το σύμπαν των αμοιβαίων υποχρεώσεων είναι μια πραγματικότητα για ορισμένα κομμάτια των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Δεν παραπέμπω στο λινκ του συγκεκριμένου βίντεο, καθώς βρίσκω ότι είναι ανήθικο και απάνθρωπο. Θα ήθελα, όμως, να κάνω ένα ανεκδοτολογικό σχόλιο: είδα αυτές τις αποτρόπαιες σκηνές την επομένη ενός σεμιναρίου που παρακολούθησα στο Dutch Centre for Genocide Studies, όπου ανάμεσα σε σημαντικούς ακαδημαϊκούς, υπήρξε ένας κατά τα άλλα σημαντικός ακαδημαϊκός πάνω σε ζητήματα γενοκτονιών, ο οποίος μιλούσε για την υποτιθέμενη πολιτισμική προδιάθεση των ανθρώπων της Μέσης Ανατολής στη βία και την απάνθρωπη μεταχείριση.
[5] Υπάρχουν πολλά βίντεο με αυτόν τον τίτλο στο Youtube (συχνά με την προσθήκη “To παλιρροϊκό κύμα” ή “Ο θάνατος της Ευρώπης”), μεταφρασμένα στις κυριότερες γλώσσες της Ευρώπης.
Απόσπασμα από το άρθρο που δημοσιεύτηκε στο openDemocracy, στις 19 Μαρτίου 2016.
Για τον συγγραφέα
Ο Kerem Oktem είναι καθηγητής για τη νοτιοανατολική Ευρώπη και τη σύγχρονη Τουρκία στο Centre for Southeast European Studies (CSEES), του Πανεπιστημίου του Graz, της Αυστρίας. Υπήρξε Open Society Fellow στο European Studies Centre του Oxford University, επίκουρος στο St. Antony’s College και Mercator IPC Fellow στο Πανεπιστήμιο Sabanci στην Ιστανμπούλ. Έχει συγγράψει, με τον Timothy Garton Ash και τον Edward Mortimer, το βιβλίο Freedom in Diversity: Ten Lessons for Public Policy from Britain, Canada, France, Germany and the United States, (Dahrendorf Programme for the Study of Freedom, University of Oxford, 2013), και συνεργάστηκε με το Signals from the Majority project. Είναι επίσης συγγραφέας του βιβλίου Angry Nation: Turkey since 1989 (Zed Books, 2011), το οποίο κυκλοφορεί και στα ελληνικά (Ευρασία, 2014). Είναι συνεκδότης (με τους Ayse Kadioglu και Mehmet Karli) του Another Empire? A Decade of Turkey’s Foreign Policy Under The Justice and Development Party (Bilgi University Press, 2012). Το λινκ για το site του είναι εδώ. Παλαιότερα έργα του είναι τα In the long shadow of Europe: Greeks and Turks in the Era of Postnationalism (Brill, 2009), μαζί με τους Kalypso Nicolaidis και Othon Anastasakis, και Turkey’s Engagement with Modernity (Palgrave, 2010), με τους Celia J Kerslake και Philip Robins. Είναι ο βασικός ερευνητής του προγράμματος Contemporary Islam in the Balkans, που χρηματοδοτείται από τη Βρετανική Ακαδημία.