Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας διεκδίκησης του χρίσματος των Δημοκρατικών για τις Προεδρικές εκλογές του 2020 στην Αμερική, μια έντονη πολιτική διαμάχη έχει ξεσπάσει γύρω από δύο προοδευτικές υποψηφιότητες: του Μπέρνι Σάντερς και της Ελίζαμπεθ Γουόρεν. Το γεγονός ότι η Γουόρεν είναι μια αριστερή υποψηφιότητα και ταυτόχρονα γυναίκα, αποτελεί αιχμή για ένα κομμάτι της φεμινιστικής κοινότητας των Δημοκρατικών, που προκρίνει την ανάδειξή της ως διεκδικήτριας της Προεδρίας έναντι του Σάντερς. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η διαμάχη των υποστηρικτών του Σάντερς και της Γουόρεν έχει κλιμακωθεί επικίνδυνα, με τον Σάντερς να κατηγορείται από μέλη της καμπάνιας της Γουόρεν και από δημοσιεύματα του Τύπου ότι έχει απευθύνει σεξιστικά σχόλια στη Γουόρεν στο παρελθόν – κατηγορίες οι οποίες ωστόσο δεν θεμελιώνονται επαρκώς. Στο άρθρο του, ο Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης Jeffrey Isaac διατυπώνει ορισμένες σκέψεις πάνω στην εξελισσόμενη αυτή διαμάχη, υποστηρίζοντας ότι έχει μεγάλη σημασία που η Γουόρεν είναι γυναίκα, χωρίς ωστόσο αυτό να αποτελεί τον μοναδικό παράγοντα αποτίμησης της υποψηφιότητάς της.
Του Jeffrey Isaac
Εισαγωγή-μετάφραση: Συντακτική ομάδα pass-world.gr
Ένα νέο άρθρο στο Time της Μπρίτνεϊ Κούπερ κυκλοφορεί ευρέως στο Facebook και αλλού, με τίτλο «Έχει σημασία που η Γουόρεν είναι γυναίκα. Γιατί τόσο πολλοί στην Αριστερά επιμένουν ότι δεν έχει;»
To μήνυμα της Κούπερ είναι το εξής: «Το να επιθυμείς να αναδειχθεί μια γυναίκα στην κορυφή ενός σχεδόν ανδροκρατούμενου συνόλου δεν είναι μια θέση που πρέπει να χρειάζεται δικαιολόγηση. Αυτό που πρέπει να δικαιολογηθεί είναι η άκριτη επιθυμία να εκλεγεί ένας ακόμα άνδρας σε μια θέση την οποία έχουν ήδη αναλάβει 45 άνδρες και καμία γυναίκα».
Συμφωνώ ότι η επιθυμία να δει κανείς μια γυναίκα Πρόεδρο δεν είναι μια θέση που πρέπει να δικαιολογηθεί, όπως και καμία άλλη θέση δεν χρειάζεται «δικαιολόγηση» όταν είναι πειστική στους άλλους. Δεν χρειάζομαι να πειστώ και αυτό το είπα δημόσια το 2016, όταν προέτρεψα φίλους μου στην Αριστερά να υποστηρίξουν τη Χίλαρι Κλίντον: θα μου άρεσε πολύ να δω μια γυναίκα Πρόεδρο, και θα ήθελα πολύ αυτή η γυναίκα να είναι η Γουόρεν.
Συμφωνώ επίσης ότι η «άκριτη επιθυμία» να εκλεγεί ένας ακόμα άνδρας δεν είναι απλώς κάτι που χρειάζεται «δικαιολόγηση» – είναι μη υπερασπίσιμη, κατά τη γνώμη μου.
Όμως δεν γνωρίζω και καμία σημαντική φυσιογνωμία που να υποστηρίζει τον Σάντερς, έχοντας αυτή την άκριτη επιθυμία. Σίγουρα, η Αλεξάντρια Οκάσιο Κορτές δεν έχει μια τέτοια επιθυμία…
Ανάμεσα στους προοδευτικούς, υπάρχει ένας πραγματικός διάλογος, ανάμεσα σε ανθρώπους που ενδιαφέρονται για το φύλο, την τάξη και τη φυλή, για τους οποίους αυτοί που είναι στο περιθώριο έχουν τη μεγαλύτερη σημασία, και για τους οποίους ένα ζήτημα πολιτικής μετρά περισσότερο για το ποιον θα υποστηρίξουν από ό,τι μια περιγραφική αναπαράσταση.
Αυτός είναι ένας αληθινός, νόμιμος ΔΙΑΛΟΓΟΣ. Και δεν μπορεί να λυθεί με την επίκληση καμίας δημογραφικής ιδιότητας κανενός συγκεκριμένου υποψηφίου ούτε με μια απλουστευτική ιδεολογική ταμπέλα.
Κατανοώ, τιμώ, σέβομαι και υποστηρίζω τις πολλές φίλες μου που έχουν πρόβλημα με τον Σάντερς και που αγαπούν τη Γουόρεν εν μέρει επειδή είναι μια προοδευτική γυναίκα, της οποίας η δύναμη είναι συμβολικά και άρα πολιτικά σημαντική.
Δεν είμαι γυναίκα. Είμαι φεμινιστής. Και αμφιταλαντεύομαι ακόμα για τον ποιον/α θα ψηφίσω, θαυμάζοντας και στηρίζοντας και τους δύο. Όμως θα μου ΑΡΕΣΕ ΠΟΛΥ να δω μια γυναίκα Πρόεδρο (θα μου άρεσε πολύ να δω και έναν/μια Εβραίο/α Πρόεδρο, όμως βγαίνω από το θέμα…)
Την ίδια στιγμή, βρίσκω την παραπομπή της Κούπερ στη γνωστή φεμινίστρια Ζίλα Αϊζενστάιν βαθιά προβληματική, ακόμα και αν είναι μια βολική αναφορά για ορισμένες/ους υποστηρικτές της Γουόρεν. Ιδού η παραπομπή: «το ερώτημα μου για το 2020 είναι πώς μπορεί η ψήφος σε έναν λευκό άνδρα […] –όταν υπάρχουν στο πεδίο τόσες γυναίκες που είναι εξίσου ταλαντούχες όσο οι περισσότεροι άνδρες, και με την Ελίζαμπεθ Γουόρεν που έχει μια εξαιρετική προοδευτική ατζέντα και είναι πιο ταλαντούχα από τους περισσότερους άνδρες– να μην είναι μισογύνικη; Ίσως, η ψήφος στον Μπέρνι για μια ακόμα φορά κανονικοποιεί και στηρίζει την ανδρική ηγεμονία/ηγεσία/προεδρία, ακόμα κι αν είναι σοσιαλιστής».
Είναι μια σοβαρή ερώτηση που τίθεται, και η μόνη λογική απάντηση είναι «ίσως σε ορισμένες περιπτώσεις να είναι έτσι, αλλά σίγουρα δεν είναι σε πολλές άλλες περιπτώσεις».
Φοβάμαι, όμως, ότι δεν τίθεται ως ερώτημα, αλλά προκειμένου να υποβάλει μια απάντηση: ότι επειδή η Γουόρεν είναι μια εξαιρετική γυναίκα (και είναι πράγματι μια τέτοια γυναίκα), είναι «μισογύνικο» να ψηφίσεις τον Σάντερς (ή όποιον άλλο λευκό άνδρα).
Νομίζω ότι αυτή η θέση αντιπροσωπεύει μια κακή ηθική, μια κακή πολιτική, που είναι επίσης αντίθετη με το πραγματικό μήνυμα της Ελίζαμπεθ Γουόρεν.
Και αν υιοθετηθεί από τη Γουόρεν ως στρατηγική προς τα εμπρός, τότε φοβάμαι ότι θα οδηγήσει σε μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία, καθιστώντας ΑΚΟΜΑ πιο δύσκολο για αυτή την αξιόλογη γυναίκα να γίνει η πρώτη εκλεγμένη γυναίκα Πρόεδρος.
«Η πολιτική της ταυτότητας» είναι πολύ σημαντική, και όσους στην Αριστερά τη δυσφημούν, είτε είναι στη σοσιαλιστική Αριστερά, είτε είναι φιλελεύθεροι, όπως ο Μαρκ Λίλλα, χρειάζεται να τους εγκαλέσουμε.
Οι φεμινίστριες δεν πρέπει να είναι αναγκασμένες να προσφέρουν ειδικές εξηγήσεις για τις δικές τους –δικές μας– επιλογές, και οι φεμινίστριες που στηρίζουν τη Γουόρεν, επειδή είναι μια γυναίκα φεμινίστρια έχουν κάθε δικαίωμα να το κάνουν.
Όμως η επίκληση χονδροειδών ταμπελών, όπως «μισογύνης», προκειμένου να λασπολογείς εναντίον πολιτικών συμμάχων που έχουν μια διαφορετική γνώμη για το ποιος είναι ο καταλληλότερος υποψήφιος είναι πολύ ανόητο, αντιπαραγωγικό και πολύ απλά λάθος.
Επιπλέον, αν πράγματι θέλει κάποιος να μπει σε αυτό το παιχνίδι, γιατί να σταματήσει στη Γουόρεν; Η Κάμαλα Χάρις είναι και γυναίκα και Αφροαμερικανή. Γιατί να μην επιμείνουμε να επιλεγεί και κατόπιν να χαρακτηρίσουμε όλους τους άλλους ως «ρατσιστές»;
Πιστεύουμε ότι αυτή είναι μια στρατηγική νίκης απέναντι στον Τραμπ; Αλήθεια; Δεν είναι. Είναι μια στρατηγική ήττας. Και τα άσχημα πράγματα που λέμε τώρα, θα επιστρέψουν αργότερα να μας στοιχειώσουν.
Τον Απρίλιο του 2019, με τον συναγωνισμό ανάμεσα στη Γουόρεν και τον Σάντερς να βρίσκεται σε εξέλιξη, δημοσίευσα ένα άρθρο στο Nation, του οποίου η κεντρική θέση συνοψίζεται στον τίτλο του: «Για τον αγωνιστικό σεβασμό στην Αριστερά: Πιο πολύ από ποτέ χρειάζεται να υποδεχτούμε την ικανότητα να είμαστε αιχμηρά κριτικοί, χωρίς να είμαστε καταστροφικοί και εχθρικοί».
‘Εχει σημασία που η Γουόρεν είναι γυναίκα. Έχει μεγάλη σημασία. Όμως δεν είναι το μόνο ζήτημα σχετικά με εκείνη που έχει σημασία.
Ο καθένας/καθεμία στην ευρύτερη δημοκρατική Αριστερά –και στην πραγματικότητα όλοι όσοι δεν ευθυγραμμίζονται με τον τραμπισμό– θα πρέπει να αντιμετωπίσουν δύο αλληλοσυνδεόμενα ερωτήματα τους επόμενους μήνες:
1) ποια υποψήφια/ος για το χρίσμα των Δημοκρατικών εκπροσωπεί καλύτερα τις αξίες που είναι σημαντικές για εμάς και προωθεί μια καμπάνια και μια πολιτική στρατηγική για να κερδίσει στις εκλογές του Νοεμβρίου και να προσπαθήσει να υλοποιήσει αυτές τις αξίες;
2) πώς μπορούμε να συμμετάσχουμε σε αυτήν τη μάχη ανάδειξης της κατάλληλης υποψηφιότητας με τρόπους που θα μας επιτρέψουν στο τέλος της να έρθουμε κοντά και να δουλέψουμε όσο πιο σκληρά μπορούμε, μαζί, για να υποστηρίξουμε τον νικητή, όποιος ή όποια κι αν είναι. Γιατί τίποτε δεν είναι πιο σημαντικό από την ήττα του Τραμπ τον Νοέμβριο.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο Public Seminar, στις 17 Ιανουαρίου 2020.
Για τον συγγραφέα
Ο Jeffrey Isaac είναι Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στην έδρα James H. Rudy του Πανεπιστημίου της Ιντιάνα.