H κλιματική απειλή είναι συνέπεια ενός μοντέλου εξόρυξης των φυσικών πόρων, το οποίο έχει τοποθετήσει το κέρδος πάνω από τους ανθρώπους αλλά και από τον πλανήτη. Η αντιμετώπισή της προϋποθέτει έναν βαθύ μετασχηματισμό του παρόντος νεοφιλελεύθερου οικονομικού μοντέλου, το οποίο έχει χτιστεί πάνω στη μη βιώσιμη και ανισομερή ανάπτυξη ενός περατού πλανήτη.
Sebastian Ordoñez Muñoz
Μετάφραση: Συντακτική ομάδα pass–world.gr
Η εξόρυξη φυσικών πόρων ευθύνεται για το 50% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων, με τα ορυκτά και τα μεταλλεύματα να αντιπροσωπεύουν το 20% των εκπομπών πριν ακόμα από το στάδιο της βιομηχανικής τους επεξεργασίας.
Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι οι εξορυκτικές εταιρίες βρίσκονται στον πυρήνα της κλιματικής κρίσης.
Όμως ο συγκεκριμένος τομέας δεν ευθύνεται μόνο για τη βία της κλιματικής αλλαγής. Πίσω από κάθε τόνο εξορύξεων βρίσκεται μια ιστορία μόλυνσης και ελάττωσης του νερού, καταστροφής οικισμών, μόλυνσης του εδάφους, περιβαλλοντικών συγκρούσεων και παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Αυτά τα κυρίαρχα οικονομικά συμφέροντα, τα οποία είναι υπεύθυνα για την κρίση, δεν μπορούν να παράσχουν λύσεις απέναντι στις προκλήσεις και τις απειλές που αντιμετωπίζουμε, στην καρδιά των οποίων βρίσκεται το ερώτημα ποιοι είναι οι τρόποι παραγωγής και ποιοι καταναλώνουν την ενέργεια και την τεχνολογία, και τελικά ποιοι θα πληρώσουν το τίμημα για τις καταστροφικές συνέπειες του νέου κύματος εξορύξεων που βρίσκεται υπό σχεδιασμό.
Ο χαλκός είναι ένα μέταλλο, κρίσιμο σε δύο νέες δραστηριότητες: τη μετάβαση σε ένα ενεργειακό σύστημα τροφοδοτούμενο από 100% ανανεώσιμες πηγές και τη λεγόμενη «4η βιομηχανική επανάσταση» της τεχνολογίας των υπολογιστών, δηλαδή τα μεγαδεδομένα και την τεχνητή νοημοσύνη.
Όμως καθώς η βιομηχανία των Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνίας (ICT) αναπτύσσεται ραγδαία, και καθώς ο παγκόσμιος Βορράς κηρύσσει κλιματική έκτακτη ανάγκη, πώς μπορούμε να συνδυάσουμε την άμεση ανάγκη αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης με την οικοδόμηση ενός μέλλοντος υψηλής τεχνολογίας, χωρίς να μπούμε σε μια νέα βίαιη αποικιακή εποχή που διευρύνει τα σύνορα κυκλοφορίας των αγαθών και εντείνει τα εταιρικά εγκλήματα;
Οι συγκεκριμένες βιομηχανίες είναι άρρηκτα συνδεδεμένες. Η τεχνολογική βιομηχανία είναι μια από τις πιο ραγδαία αναπτυσσόμενες βιομηχανίες παγκοσμίως με μια εκτίμηση ετήσιας ανάπτυξης της τάξης του 9,6% για το διάστημα 2017-2022.
Αντίστοιχα, επιστημονικές έρευνες δείχνουν ότι μέχρι το 2015, το 20%-30% της παγκόσμιας παραγωγής χαλκού θα χρησιμοποιείται σε αυτόν τον ενεργειακό τομέα. Και στις δύο περιπτώσεις, η ζήτηση χαλκού αναμένεται να αυξηθεί ραγδαία, παρά τις ξεκάθαρες αποδείξεις ότι η εξόρυξη αγαθών βρίσκεται μακράν πέραν των βιώσιμων για τον πλανήτη επιπέδων.
Τα επίπεδα εξορύξεων πρόκειται να διπλασιαστούν και στην περίπτωση των μετάλλων η αύξηση των εξορύξεων θα είναι της τάξης του 150%.
Υποστηρικτές της οικολογικής αποτελεσματικότητας ισχυρίζονται ότι οι τεχνολογικές λύσεις και η «αγορά» θα αναγκαστούν να χρηματοδοτήσουν λύσεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής απειλής. Όμως, η τυφλή εμπιστοσύνη στην ανάπτυξη της καινοτομίας και της τεχνολογίας αποτυγχάνει να αντιμετωπίσει την εγγενή αντίφαση της χωρίς όρια ανάπτυξης σε έναν περατό πλανήτη.
Το σενάριο της πεπατημένης λέει ότι τα αποθέματα «κρίσιμων μεταλλευμάτων» θα εξαντληθούν, με τη ζήτηση να ξεπερνά γρήγορα τις προμήθειες, ενδεχόμενο που θα οδηγήσει σε ένα βίαιο κυνήγι πηγών, το οποίο θα ωφελεί βραχυπρόθεσμα τους λίγους.
Οι αδιανόητες συνέπειες αυτού του ζοφερού σεναρίου θα σημάνουν ότι για μια ακόμα φορά οι ιθαγενικοί πληθυσμοί του παγκόσμιου Νότου θα είναι οι πρώτοι που θα πληρώσουν το τίμημα.
Τα φράγματα μεταλλευτικών αποβλήτων
Στις 25 Ιανουαρίου, ένα φράγμα μεταλλευτικών αποβλήτων στο ορυχείο Córrego do Feijão στο Μπρουμαντίνο της Βραζιλίας κατέρρευσε, απελευθερώνοντας 12 εκατομμύρια κυβικά μέτρα τοξικών μεταλλευτικών απορριμμάτων. Άφησε πίσω του ένα κύμα καταστροφής. Μέχρι τις 2 Μαΐου 2019, επιβεβαιώθηκαν 237 θάνατοι και 33 αγνούμενοι.
Δεν ήταν μια ξαφνική τραγωδία, αλλά ένα προδιαγεγραμμένο εταιρικό έγκλημα, εμβληματικό ενός εξορυκτικού μοντέλου που οδηγεί στην θυσία των κοινοτήτων προς όφελος των μεγαλύτερων κερδών. Μόλις 90 χιλιόμετρα μακριά από το Μπρουμαντίλο, πριν από τέσσερα χρόνια, ένα άλλο φράγμα αποβλήτων εξερράγη στο ορυχείο Samarco, προκαλώντας τον θάνατο σε 19 ανθρώπους και καταστρέφοντας μια κοίτη ποταμού 600 χλμ. από την οποία αντλούσε νερό μια κοινότητα ενός εκατομμυρίου ανθρώπων. Και στις δύο περιπτώσεις την ευθύνη είχε η πολυεθνική Vale.
Τα φράγματα αποβλήτων είναι τεράστιες υποδομές που χτίζονται για τη φύλαξη των μεταλλευτικών απορριμμάτων. Η συχνότητα της διάρρηξης και των αποτυχιών τους είναι ανησυχητική ακόμη και για τους πιο ένθερμους υποστηρικτές της εξορυκτικής βιομηχανίας.
H εταιρία Antofagasta PLC, με έδρα το Λονδίνο, φυλάσσει τα τοξικά μεταλλευτικά της απόβλητα στο φράγμα El Mauro: ένα από τα μεγαλύτερα φράγματα αποβλήτων στη Λατινική Αμερική, που απέχει μόλις 10 χιλιόμετρα από την πόλη Caimanes της Χιλής. Ο εμβληματικός αγώνας δεκαετιών αυτής της κοινότητας έχει γίνει σύμβολο αντίστασης σε όλη την ήπειρο.
Το να ζεις στη σκιά ενός φράγματος ύψους 300 μέτρων με χωρητικότητα 1,7 δισεκατομμύρια τόνους αποβλήτων, σε μια περιοχή με συχνή σεισμική δραστηριότητα, σημαίνει να συνυπάρχεις με μια διαρκή υπαρξιακή απειλή.
Με αυτούς τους όρους περιέγραψε το Ανώτατο Δικαστήριο της Χιλής την κατάσταση στην Caimanes, το 2014, επιβάλλοντας στην εταιρία να εφαρμόσει ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης και προστασίας, σε περίπτωση κατάρρευσης του φράγματος. Ωστόσο, σε δύο περιπτώσεις όπου η κατασκευή του φράγματος El Mauro θα μπορούσε να ανασταλεί, ο συμβιβασμός των δικηγόρων της κοινότητας οδήγησε στην αναστολή των δικαστικών εντολών.
Κατά ενδιαφέροντα τρόπο, οι περιβαλλοντικές συζητήσεις της φετινής χρονιάς (Διάσκεψη των Συμβαλλόμενων Μερών – COP25) θα λάβουν χώρα στη Χιλή, τη χώρα με τα μεγαλύτερα αποθέματα χαλκού και με το 80% παγετώνων της Λατινικής Αμερικής.
Υπό τη δικτατορία του Πινοσέτ, η χώρα των Άνδεων έγινε εργαστήριο του παγκόσμιου νεοφιλελευθερισμού, με πολιτικές απορρύθμισης, με αποχαλινωμένες εταιρικές εξουσίες και επιθέσεις στα δικαιώματα των κοινοτήτων, με ιδιαίτερη ένταση στη μεταλλευτική βιομηχανία.
Δεν προκαλεί, λοιπόν, έκπληξη ότι η εστίαση της φετινής Διάσκεψης είναι οι ωκεανοί του πλανήτη, με την πρωτοβουλία “Blue COP”, την ίδια ώρα που ο Πρόεδρος της Χιλής Σεμπαστιάν Πινιέρα, σε μια επίσκεψή του στην Κίνα με την εταιρία Antofagasta, συνέχισε να προωθεί την πώληση χαλκού και υπερηφανεύεται για τα σχέδια επέκτασης του ορυχείου Los Pelambres.
Τι θα έπρεπε πραγματικά να συζητιέται στις Διασκέψεις για το Κλίμα;
Στην ουσία του προβλήματος, μόνο εάν η παγκόσμια εξορυκτική βιομηχανία και η βιομηχανία Τεχνολογιών και Επικοινωνίας ρυθμιστούν αμέσως, και μόνο αν οι προτάσεις για τη Νέα Πράσινη Συμφωνία, που κερδίζουν έδαφος στις ΗΠΑ και τη Μεγάλη Βρετανία, αντιμετωπίσουν το μοντέλο της ανεξέλεγκτης ανάπτυξης, θα μπορέσουν να αποφευχθούν καταστροφές σαν αυτή του Μπρουμαντίνο. Διαφορετικά, τέτοιες τραγωδίες θα αυξάνονται σε συχνότητα, ένταση και επιπτώσεις.
Η πίεση που ασκείται από τη διεθνή κοινότητα έχει οδηγήσει ορισμένες τεχνολογικές εταιρίες να δημοσιοποιήσουν τα δίκτυα προμηθειών τους και να υιοθετήσουν ρυθμίσεις στην Αμερική και την Ευρώπη, που καθιστούν υποχρεωτική τη συμμόρφωση με διεθνείς κανόνες υπεύθυνης προμήθειας.
Ωστόσο, αυτοί οι κανονισμοί απέχουν από το να διασφαλίζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα. Οι περισσότεροι από αυτούς εφαρμόζονται μόνο σε «διαφιλονικούμενα» ορυκτά όπως το βολφράμιο, το ταντάλιο και ο χρυσός.
Επιπλέον, η αδιαφάνεια των δικτύων προμήθειας καθιστά σχεδόν αδύνατο να προσδιοριστεί πού ακριβώς πηγαίνει ο χαλκός που εξάγεται σε ένα συγκεκριμένο ορυχείο ή ποια ποσότητα από αυτόν καταλήγει τελικά σε τεχνολογικά προϊόντα που χρησιμοποιούμε καθημερινά.
Μια ακόμα ανησυχητική τάση, καθώς αυξάνεται το βρετανικό ενδιαφέρον για τα αποθέματα χαλκού στη Λατινική Αμερική, είναι η «πρασινοποίηση» των νέων σχεδίων εξόρυξης χαλκού.
Εξορυκτικοί κολοσσοί, όπως η BHP και Anglo American, ισχυρίζονται ότι τα ορυχεία τους θα συμβάλλουν στη μετάβαση προς ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μέσω της προμήθειας χαλκού για ηλεκτρικά αυτοκίνητα, ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά.
Αυτοί οι ισχυρισμοί είναι παραπλανητικά απλοϊκοί.
Η πραγματικότητα είναι ότι οι κύριοι προμηθευτές χαλκού καθ’ όλη τη διάρκεια του αιώνα παραμένουν ο τομέας των υποδομών και η κατασκευαστική βιομηχανία, και όχι οι ίδιες οι τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Η «πρασινοποίηση» επιτρέπει στις εταιρίες και στις συνεργαζόμενες με αυτές κυβερνήσεις να συνεχίζουν να «κάνουν τη δουλειά ως συνήθως», υποστυλώνοντας ένα προβληματικό οικονομικό μοντέλο μέσω της προώθησης του εξορυκτισμού ως λύσης στις κρίσεις που αυτός εξαρχής δημιούργησε.
Το City του Λονδίνου, ένα παγκόσμιο εργαστήριο της εξορυκτικής οικονομίας, έχει μεγάλο μερίδιο ευθύνης σε αυτήν την πεπατημένη.
Χρειάζεται επειγόντως να αντιμετωπίσουμε την ενδημική κουλτούρα της εταιρικής ατιμωρησίας που καθιστά αναλώσιμα τα οικοσυστήματα και όσους βασίζονται σε αυτά για να επιβιώσουν.
Πρέπει επίσης να στηρίξουμε τις διεκδικήσεις απόδοσης δικαιοσύνης που ήδη ξεδιπλώνονται σε πολλές κοινότητες που αντιστέκονται στις εξορύξεις, από τη Βραζιλία μέχρι τη Χιλή, και όπου οι άνθρωποι διεκδικούν το δημοκρατικό τους δικαίωμα να πουν «όχι» σε ένα εξορυκτικό μοντέλο που απειλεί τη ζωή τους.
Είναι αυτές οι τοπικές πρωτοβουλίες που βάζουν τα θεμέλια για την αναγκαία μεγάλη μετάβαση προς ένα μοντέλο που θα βασίζεται στην ισότητα, την επάρκεια και τη δικαιοσύνη.
To κείμενο δημοσιεύτηκε στο Red Pepper, στις 21 Μαΐου 2019.