Η στρατιωτική επιχείρηση της Τουρκίας “Ασπίδα του Ευφράτη”, που ξεκίνησε πριν από λίγες μέρες, θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο για το μέλλον της Συρίας αλλά και της Μέσης Ανατολής.
του Βίκτωρα Χρηστίδη
Επιπλέον, η Άγκυρα έχει να αντιμετωπίσει σημαντικότατες προκλήσεις μερικές εκ των οποίων είναι:
Πρώτον, η διάρκεια των επιχειρήσεων. Η επιτυχία της τουρκικής επέμβασης στη Βόρεια Συρία θα κριθεί κυρίως από την ικανότητα του τουρκικού στρατού και των δυνάμεων υποστήριξής του να πιέσουν τις κουρδικές δυνάμεις, καθώς η αντιμετώπιση του Ισλαμικού Κράτους δεν θεωρείται δύσκολη αποστολή εξαιτίας της τεράστιας διαφοράς σε υλικό αλλά και έμψυχο δυναμικό. Όμως με τις κουρδικές δυνάμεις η πρόκληση θα είναι διαφορετική: όσο περισσότερο χρονικό διάστημα απαιτηθεί για τις τουρκικές επιχειρήσεις τόσο επωφελείται το YPG.
Μπορεί να ανακοινώθηκε ότι Σύροι αντάρτες, υποστηριζόμενοι από την Τουρκία, κατέλαβαν την Κυριακή δύο χωριά (Αλ-Αμάρνα και Άιν αλ-Μπάιντα), όμως αυτό είναι μόνο η αρχή της στρατιωτικής επιχείρησης. Στην στρατιωτική ιστορία, αρκετά συχνά ένας πόλεμος φθοράς δεν είχε τον δεδομένο από την αρχή νικητή. Επίσης, είναι πιθανόν ότι από τη διάρκεια της επέμβασης θα εξαρτηθεί και η διπλωματική στήριξη.
Δεύτερον, οι τρομοκρατικές ενέργειες και η αποτελεσματική αντιμετώπισή τους στο έδαφος της Τουρκίας αποτελούν σημαντική πρόκληση.
Η εντατικοποίηση των “αντιποίνων” μπορεί να οδηγήσει σε ενίσχυση της στήριξης στο πρόσωπο του Προέδρου αλλά και σε άσκηση κριτικής για το αδιέξοδο. Να τονιστεί ότι κατά τη διάρκεια της επέμβασης, επιθέσεις όπως αυτή με ρουκέτες που έγινε στο αεροδρόμιο της πόλης Ντιγιάρμπακίρ της νοτιοανατολικής Τουρκίας, το βράδυ του Σαββάτου, και είχε στόχο ένα σημείο ελέγχου της αστυνομίας, μπορεί άμεσα να γίνουν μέρος της καθημερινότητας σε ορισμένες περιοχές.
Τρίτον, οι οποιεσδήποτε απώλειες σε υλικό και κυρίως έμψυχο δυναμικό ενδέχεται να πιέσουν πολιτικά τον Ερντογάν. Το Σάββατο διεξήχθησαν μάχες από κοντινή απόσταση με τα τουρκικά άρματα μάχης κατά κουρδικών θέσεων, ενώ υπήρξε και η πρώτη απώλεια για τον τουρκικό στρατό.
Τέταρτον, από τις μεγαλύτερες προκλήσεις είναι ίσως η θέση της Τουρκίας στη διπλωματική σκακιέρα. Η θέση αυτή θα εξαρτηθεί από όλα τα παραπάνω, καθώς στο συγκεκριμένο χρονικό σημείο οι τρεις κύριοι παράγοντες, δηλαδή οι ΗΠΑ (μαζί με την ΕΕ), η Ρωσία, αλλά και οι γειτονικές δυνάμεις (Σαουδική Αραβία και Ιράν) ζυγίζουν τις ενέργειες των υπολοίπων.
Σημαντικός παράγοντας είναι οι διαφοροποιήσεις των τοπικών πληθυσμών, καθώς χωρίς τη συγκατάθεσή τους η αντιμετώπιση των πραγματικών αιτίων εμφάνισης και επικράτησης του ΙΚ αλλά και η επίτευξη ειρήνης στην περιοχή, που είναι και το ζητούμενο, δεν πρόκειται να επιτευχθούν, γεγονός που αποδείχθηκε και από τις επεμβάσεις των ΗΠΑ τα προηγούμενα χρόνια στη Μέση Ανατολή.
Η Ρωσία, όπως και οι ΗΠΑ, δεν έχουν να κερδίσουν κάτι από μια άμεση εκδήλωση “συμπαράστασης” προς την Τουρκία. Θα πρέπει να περιμένουν την έκβαση των επιχειρήσεων και την αντίδραση των Κούρδων, αλλά κυρίως να δουν αν ο Ερντογάν παραμένει απόλυτος κυρίαρχος στο εσωτερικό παιχνίδι και αν η επιτυχία της επιχείρησης θα θέσει σε κίνδυνο τα συμφέροντα των άλλων πλευρών.
Σε αυτό το σημείο σημαντικό ρόλο θα παίξει και η ίδια η απόπειρα προσέγγισης των ΗΠΑ με τη Ρωσία. Ένα σενάριο θα είναι να χρησιμοποιήσουν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις της Άγκυρας, σε περίπτωση που στεφθούν με επιτυχία, για να σφραγίσουν τα δικά τους συμφέροντα στις περιοχές υψηλού ενδιαφέροντος για την κάθε πλευρά.
Ο Ερντογάν θα μπορούσε να ακολουθήσει μια από κοινού, σε πρώτο στάδιο, συνεργασία και με τις δύο πλευρές, βολιδοσκοπώντας τις αντοχές και τις επιφυλάξεις των ΗΠΑ (να μην ξεχνάμε και τις εξελίξεις στο προσφυγικό ζήτημα με την ΕΕ) και της Ρωσίας βραχυπρόθεσμα. Δηλαδή μια αποδοχή πρότασης για προσωρινή παραμονή του Άσαντ- αλλά σε καμία περίπτωση μακροχρόνια, πέρα από το σύντομο χρονικό διάστημα μιας μεταβατικής κυβέρνησης- με ταυτόχρονη καταπολέμηση της τρομοκρατίας και αποκλεισμό της δημιουργίας ζώνης από τους Κούρδους στην συρο-τουρκική μεθόριο, με προηγούμενη όμως συνεννόηση με τον Λευκό Οίκο.
Ο Ερντογάν ανέφερε στον Ρώσο Πρόεδρο το θέμα της επιχείρησης «Ασπίδα του Ευφράτη» και την κατάληψη της Τζαραμπλούς, ενώ οι δύο άνδρες συμφώνησαν για τη σπουδαιότητα μιας κοινής μάχης κατά όλων των τρομοκρατικών οργανώσεων της περιοχής. Επίσης συμφώνησαν στην εντατικοποίηση των προσπαθειών για την παράδοση ανθρωπιστικής βοήθειας στο Χαλέπι.
Σε αυτήν την πολύπλοκη κρίση είναι δύσκολο για κάποια δύναμη να αναδειχθεί ο απόλυτος νικητής. Ρωσία και ΗΠΑ έχουν την ισχύ μέσω της πολιτικής και στρατιωτικής τους πίεσης να στηρίξουν την κάθε πλευρά, ώστε να εξασφαλίσουν την μη ήττα, όμως είναι πολύ πιο δύσκολο να επιτευχθεί η επικράτηση είτε του Άσαντ (όπως ο ίδιος θα ήθελε από μια δυναμικότερη στρατιωτική παρέμβαση του Κρεμλίνου) είτε των Σύρων της αντιπολίτευσης (βλέπε μια επέμβαση ΗΠΑ/ΝΑΤΟ).
Η Τουρκία εξελίσσεται σε μια καταλυτική δύναμη, όμως ταυτόχρονα μπορεί να αποδειχθεί και ο μεγάλος χαμένος, σε περίπτωση μιας ριζοσπαστικοποίησης της κρίσης. Ο Ερντογάν δεν μπορεί να επικρατήσει αν δεν λάβει υπόψιν του τόσο το Κρεμλίνο, όσο και τον Λευκό Οίκο.
Να σημειωθεί όμως το εξής: σε κάθε σενάριο ο μεγάλος χαμένος θα είναι οι άμαχοι, Σύροι και μη (συμπεριλαμβανομένων των Κούρδων) αλλά και όσοι αναγκαστούν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους εξαιτίας μιας επιδείνωσης της κρίσης και να προστεθούν στα εκατομμύρια των προσφύγων που αναζητούν ένα καλύτερο μέλλον κάτω από δύσκολες συνθήκες, ακόμα και όταν καταφέρνουν να φθάσουν στις χώρες που επιθυμούν.
Μια ακόμα στρατιωτική επέμβαση έρχεται να προστεθεί στο πολύχρονο δράμα των ανθρώπων που ζουν στην Συρία αλλά και αυτών που θα φύγουν.