Ο δημοσιογράφος Yuval Abraham, με έδρα την Ιερουσαλήμ, μιλά για την εκρηκτική κατάσταση που επικρατεί στην περιοχή, την ανάγκη άμεσης διαπραγμάτευσης για επιστροφή των αιχμαλώτων και απελευθέρωση κρατουμένων, το αδιέξοδο ενός πολέμου «αντιποίνων», τη στρατηγική Νετανιάχου αλλά και την αναγκαιότητα μιας πολιτικής λύσης.
Του Yuval Abraham
Το στομάχι μου ανακατεύεται εδώ και τέσσερις ημέρες. Τα τελευταία χρόνια έχω ασκήσει σκληρή κριτική στις πολιτικές του Ισραήλ στη Γάζα, έχω γράψει εκτενώς για τον αποκλεισμό που στραγγαλίζει τη Γάζα και έχω συνάψει φιλίες με Παλαιστίνιους από τη Γάζα. Από αυτή την άποψη, είναι σημαντικό για μένα να γράψω ότι δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για την αδιανόητη, βάναυση σφαγή εκ μέρους της Χαμάς – τη σφαγή ολόκληρων οικογενειών, εκατοντάδων νέων ανθρώπων σε ένα πάρτι και μικρών παιδιών. Πρόκειται για έγκλημα πολέμου.
Γνώριζα προσωπικά κάποια από τα θύματα και όσους απήχθησαν, συμπεριλαμβανομένων ατόμων που ήταν ακτιβιστές της ειρήνης και κατά της κατοχής, σε κύκλους με τους οποίους ήμουν στενά συνδεδεμένος, ή φίλοι φίλων από τα παιδικά μου χρόνια στη νότια περιοχή. Κάποιοι ήταν γνωστοί από τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης. Οι οδυνηρές εμπειρίες που υπέστησαν και συνεχίζουν να υφίστανται βαραίνουν οδυνηρά τη σκέψη μου και δεν μπορώ να αποτινάξω τη βαθιά φρίκη όλων αυτών.
Κατά την άποψή μου, η πιο επείγουσα προτεραιότητα είναι η διαπραγμάτευση με τη Χαμάς για να εξασφαλιστεί η ασφαλής επιστροφή των αιχμαλώτων –γυναικών και παιδιών πρώτα απ’ όλα– με αντάλλαγμα την απελευθέρωση των Παλαιστινίων κρατουμένων. Μια επίθεση εκδίκησης στη Γάζα αναμένεται να σκοτώσει πολλούς ισραηλινούς κρατούμενους και χιλιάδες Παλαιστίνιους πολίτες και να βοηθήσει τον πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την αποτυχία της ασφάλειας, να επιβιώσει πολιτικά.
Μια επίθεση εκδίκησης δεν θα βοηθήσει, όμως, τους γονείς και τα παιδιά των οποίων οι αγαπημένοι απήχθησαν, ούτε τις δύο εθνικές συλλογικότητες που επιθυμούν να επιβιώσουν σε αυτή τη γη.
Ο ισραηλινός στρατός διεξάγει βομβαρδισμούς αντιποίνων σε κτίρια και δομές αμάχων στη Γάζα σε πρωτοφανή κλίμακα. Υπουργοί της κυβέρνησης δηλώνουν ανοιχτά την πρόθεσή τους να πάρουν εκδίκηση, βλάπτοντας αθώους πολίτες και αφήνοντας ολόκληρες γειτονιές ερειπωμένες. Αυτή η προσέγγιση δεν θα επιτύχει τον επιθυμητό στόχο της “αποκατάστασης της αποτρεπτικής μας δύναμης” ή της υπονόμευσης της Χαμάς. Αντίθετα, είναι πιθανό να έχει το αντίθετο αποτέλεσμα.
Όπως συνέβη σε προηγούμενες ισραηλινές επιθέσεις στη Γάζα, ο άμαχος πληθυσμός θα υποστεί το κύριο βάρος αυτών των ενεργειών, ενώ η Χαμάς μπορεί τελικά να αποκτήσει δύναμη και υποστήριξη μεταξύ του πληγέντος πληθυσμού.
Ένα μονοπάτι που θα δημιουργήσει πόνο για όλους μας
Ο Νετανιάχου τηρεί τρεις θεμελιώδεις αρχές όταν πρόκειται για πολέμους στη Γάζα, οι οποίες δεν φαίνεται να αλλάζουν σημαντικά και αυτή τη φορά.
Η πρώτη αρχή περιστρέφεται γύρω από τη διαχείριση των συγκρούσεων.
Η χρήση στρατιωτικής βίας στη Γάζα στερείται συγκεκριμένου πολιτικού στόχου ή μακροπρόθεσμου οράματος για το μέλλον: αντίθετα, είναι κυρίως μια βραχυπρόθεσμη τακτική που έχει σχεδιαστεί για να αποδυναμώσει τη Χαμάς, να δημιουργήσει χάος και να παρουσιάσει μια εικόνα “νίκης” στο ισραηλινό εκλογικό σώμα.
Η δεύτερη αρχή αφορά τη διατήρηση της Χαμάς ως κυβερνητικού οργάνου στη Γάζα, καθώς αυτό εμποδίζει αποτελεσματικά τη δημιουργία ενός παλαιστινιακού κράτους. Όσο η Χαμάς παραμένει στην εξουσία, δεν υπάρχει ευνοϊκό περιβάλλον για πολιτικές διαπραγματεύσεις ή για την ανάδυση μιας ενιαίας παλαιστινιακής ηγεσίας που θα περιλαμβάνει τη Γάζα, τη Δυτική Όχθη και την Ιερουσαλήμ. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο προσωπικότητες όπως ο υπουργός Οικονομικών Bezalel Smotrich βλέπουν τη Χαμάς ως πλεονέκτημα, με τον έλεγχό της στη Γάζα –και την πολιτική διαχωρισμού του Ισραήλ– να βοηθά στη διατήρηση της επέκτασης των οικισμών στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη.
Πηγή φωτό: Tehran Times
Η τρίτη αρχή επικεντρώνεται στη σκόπιμη πρόκληση συλλογικής βλάβης στους αμάχους στη Γάζα ως πολιτική στρατηγική. Αυτή η προσέγγιση, για την οποία έμαθα από συζητήσεις με προσωπικό των μυστικών υπηρεσιών κατά τη διάρκεια προηγούμενων πολέμων στη Γάζα, περιλαμβάνει ενέργειες όπως η επιβολή αποκλεισμών, η κατεδάφιση οικιστικών πύργων, η διακοπή της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος και νερού σε εκατομμύρια ανθρώπους και η στόχευση τοποθεσιών που έχουν ως αποτέλεσμα πολυάριθμες απώλειες αμάχων, συμπεριλαμβανομένων παιδιών και οικογενειών.
Ενώ φαινομενικά ασκεί πίεση στη Χαμάς, αυτή η τακτική εξυπηρετεί κυρίως την ικανοποίηση του ισραηλινού κοινού, δημιουργώντας την αίσθηση της νίκης. Αυτό αποτελεί κεντρικό στόχο των συνεχιζόμενων επιχειρήσεων στη Γάζα.
Καθ’ όλη τη διάρκεια των ετών Νετανιάχου αυτές οι τρεις αρχές κατέστρεψαν τη Γάζα, έθεσαν σε κίνδυνο όλους όσους ζουν μέσα στον θύλακα και ενίσχυσαν εντυπωσιακά τη Χαμάς, διότι όσο πιο αδύναμος είναι ο πληθυσμός στη Γάζα και όσο πιο ψηλά είναι τα τείχη των φυλακών, τόσο πιο ισχυρή είναι η θέση της Χαμάς.
Αυτές οι αρχές ενθάρρυναν επίσης τα πιο ριζοσπαστικά στοιχεία στο Ισραήλ και προκάλεσαν τεράστια δεινά σε αμέτρητα άτομα.
Δυστυχώς, φαίνεται ότι τώρα βαδίζουμε στον ίδιο δρόμο, με οδηγό τους ίδιους πολιτικούς που ευθύνονται για τις αποτυχίες της ασφάλειας στο νότο. Αυτή τη φορά, ωστόσο, η δημόσια ατμόσφαιρα θα επιτρέψει την αχαλίνωτη εκδίκηση και περισσότερες μαζικές δολοφονίες στη Γάζα.
Υπάρχουν ισχυρισμοί ότι αυτή τη φορά θα είναι διαφορετικά, με εκκλήσεις για “κατάκτηση της Γάζας και ανατροπή της Χαμάς”. Κατά τη γνώμη μου, αυτό δεν θα συμβεί.
Στένσιλ πάνω στο παλαιστινιακό τείχος/Jacob Rubner/Unsplash
Μια ολοκληρωμένη ανακατάληψη της Γάζας θα απαιτούσε πέντε χρόνια, όπως εκτιμάται από τον στρατό σε μια παρουσίαση του 2014 προς την κυβέρνηση.
Αυτό το εγχείρημα θα απαιτούσε τη θανάτωση περίπου 20.000 στελεχών της Χαμάς και την εκκαθάριση της λωρίδας από τα όπλα, με αποτέλεσμα εκατοντάδες πεσόντες Ισραηλινούς στρατιώτες και χιλιάδες θύματα αμάχων στη Γάζα, σύμφωνα με την παρουσίαση. Θα οδηγούσε πιθανότατα σε διεθνή απομόνωση και σε μια παρατεταμένη περίοδο χάους.
Στο τέλος μιας τέτοιας αιματηρής διαδικασίας, ακόμη και αν δεν ξεσπάσει περιφερειακός πόλεμος, δεν είναι σαφές ποιος θα κυβερνά τη Γάζα και είναι σχεδόν βέβαιο ότι η κατάσταση ασφαλείας θα επιδεινωθεί περαιτέρω.
Κανένας Ισραηλινός ηγέτης δεν λέει την αλήθεια.
Δεν υπάρχει στρατιωτική λύση για τη Γάζα, επειδή το πρόβλημα στη Γάζα είναι πολιτικό: δηλαδή, η διατήρηση εκατομμυρίων ανθρώπων υπό πολιορκία, σε μια υπαίθρια φυλακή, υπό καθεστώς απαρτχάιντ.
Είναι αδύνατο να νικήσουμε τη Χαμάς, επειδή η Χαμάς είναι μια πολιτική δύναμη που ηγείται της παλαιστινιακής κοινωνίας στη Γάζα, και το κύριο καύσιμο που τη συντηρεί είναι η αδυσώπητη ισραηλινή καταπίεση.
Υπάρχει, ωστόσο, πολιτική λύση: μια λύση που περιλαμβάνει άμεσες διαπραγματεύσεις με τη Χαμάς και την Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, άρση του αποκλεισμού της Γάζας, παλαιστινιακή κυριαρχία και σύνδεση των κατοίκων της Λωρίδας της Γάζας με την υπόλοιπη χώρα.
Δεν υπάρχει τρόπος να γίνει αυτό χωρίς να παραχωρηθούν εδάφη στη Δυτική Όχθη και την Ιερουσαλήμ, και έτσι δεν έχει γίνει. Υπεύθυνες διαπραγματεύσεις, υποστηριζόμενες από τη διεθνή κοινότητα, έχουν τη δυνατότητα να μειώσουν την επιρροή των πιο ριζοσπαστικών φατριών εντός της Χαμάς πιο αποτελεσματικά από ό,τι θα μπορούσαν ποτέ να κάνουν οι στοχευμένες δολοφονίες και η καταστροφή των γειτονιών της Γάζας.
To Ισραήλ και η Χαμάς έχουν ήδη διαπραγματευτεί στο παρελθόν και θα το κάνουν και στο μέλλον. Αλλά πρέπει να διαπραγματευτούν επειγόντως, τώρα, πάνω απ’ όλα για χάρη της διάσωσης όσων κρατούνται αιχμάλωτοι και για να αποτρέψουν συγκεκριμένες στρατιωτικές απειλές.
Πριν από λίγες ημέρες, είδα τον πρώην υπουργό Παιδείας Shai Piron στην τηλεόραση να προτρέπει τους σχολιαστές του στούντιο να συμπεριφέρονται σεμνά, να χρησιμοποιούν περισσότερα ερωτηματικά και λιγότερα θαυμαστικά. Συμφωνώ μαζί του. Ακόμη και τα πράγματα που έχω γράψει εδώ μου φαίνονται ίσως υπερβολικά αποφασιστικά, σαν να είναι πάντα όλα ξεκάθαρα και μόνο αν το κάνουμε με αυτόν ή με εκείνο τον τρόπο θα είναι διαφορετικά τα πράγματα.
Δεν είμαι σίγουρος αν και πώς να γράψω οτιδήποτε μπροστά στους φρικτούς θανάτους τόσων ανθρώπων γύρω μου και σε μια στιγμή που είμαι τόσο ανήσυχος για το μέλλον. Εξακολουθούμε να βαδίζουμε στη σκιά ενός μονοπατιού που θα δημιουργήσει δεινά για όλους μας. Και μου φαίνεται ότι υπάρχει άλλος δρόμος.
To άρθρο δημοσιεύτηκε στο +972.
Διαβάστε επίσης:
Τι μπορεί να διδάξει για την Παλαιστίνη ο αγώνας ενάντια στο απαρτχάιντ της Νότιας Αφρικής;
Ανοίγουν οι διαδηλώσεις στο Ισραήλ τον δρόμο για δημοκρατική αλλαγή στη χώρα;