«Οι Δύο Πάπες»: Μια καταγγελία του σύγχρονου αυταρχισμού

Στους Δύο Πάπες, μια πρόσφατη ταινία μεγάλου μήκους παραγωγής Netflix, ο πατέρας Χόρχε Μπεργκόλιο αποστέλλεται στις ερημιές, όπου περιπλανιέται μόνος του στα βουνά της Αργεντινής για δύο χρόνια. Κατά τη διάρκεια μιας έντονης διαδικασίας πνευματικής αναγέννησης –αποφασιστικής σημασίας για τη μετατροπή του στον Πάπα Φραγκίσκο– στρέφεται σε ριζοσπαστικά βιβλία του ίδιου είδους με εκείνα που είχε ξεκαθαρίσει από το τάγμα των Ιησουϊτών στα τέλη της δεκαετίας του 1970, κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας στην Αργεντινή.


Του Vincent Bevins

Μετάφραση: Σάκης Στεργενάκης


Σε μια σκηνή της ταινίας, η κάμερα σταματάει για λίγο το εξώφυλλο ενός τόμου: Η Παιδαγωγική των Καταπιεσμένων, του Πάουλο Φρέιρε (1968), ενός παιδαγωγού του οποίου τις παρακαταθήκες πολέμησε όλο τον προηγούμενο χρόνο ο σημερινός πρόεδρος της Βραζιλίας Ζαΐρ Μπολσονάρο. Το πλάνο είναι μόνο ένα από τα πολλά που μπορεί να έχουν ιδιαίτερη σημασία για τους Λατινοαμερικάνους που ζουν την επιστροφή της αυταρχικής πολιτικής, ειδικά στην Βραζιλία, πατρίδα του σκηνοθέτη Φερνάντο Μεϊρέγες.

Σε πρώτη ανάγνωση, οι Δύο Πάπες είναι μια κωμωδία φίλων, που προωθείται από τις εντυπωσιακές ερμηνείες του Άντονυ Χόπκινς ως Πάπα Βενέδικτου XVI (πρώην Γιόζεφ Ράτζινγκερ)) και Τζόναθαν Πράις ως Μπεργκόλιο (αργότερα Πάπας Φραγκίσκος). Ο Μεϊρέγες (ο οποίος συν-σκηνοθέτησε την Πόλη του Θεού) δουλεύει σε ένα σενάριο του Άντονυ Μακ Κάρτεν για να προσφέρει ζεστές, συναρπαστικές σκηνές. Αλλά η ταινία είναι επίσης μια ιστορία συγχώρεσης και λύτρωσης από την αμαρτία – και αυτή η μεγάλη αμαρτία είναι η συνεργασία με τις δολοφονικές δικτατορίες του 20ού αιώνα.

Στην απεικόνιση της εποχής κατά την οποία το μεγαλύτερο μέρος της Νότιας Αμερικής κυβερνιόταν από τα υποστηριζόμενα από τις ΗΠΑ αντι-κομμουνιστικά στρατιωτικά καθεστώτα, ο Μπεργκόλιο παραμένει θεατής, καθώς ιερείς δολοφονούνται και οι αντιφρονούντες εξαφανίζονται.

Ως ηγέτης του τάγματος των Ιησουιτών, κρύβει βιβλία που μπορεί να φαίνονται υπερβολικά μαρξιστικά ή πολύ φρουδικά. Ένα από αυτά τα κείμενα είναι του Χέλντερ Καμάρα, του βραζιλιάνου Αρχιεπισκόπου που αντιτάχθηκε στη δικτατορία στη χώρα του, διαμαρτυρόμενος δημοσίως κατά των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μέχρι τη μετάβαση της χώρας στη δημοκρατία. Ο Μπεργκόλιο, αντιθέτως, συνεργάζεται με την χούντα της Αργεντινής για να προστατεύσει τους ιερείς του. Αυτή η στάση δεν λειτουργεί – τουλάχιστον, δεν λειτουργεί αρκετά καλά.

Υπό την εξουσία των δικτατόρων, μαθαίνει ότι ακόμη και εκείνοι που κάνουν τα πάντα σωστά εξακολουθούν να βλέπουν τους αγαπημένους τους να ρίχνονται στη θάλασσα. Δύο Ιησουίτες φυλακίζονται και βασανίζονται. Η Έσθερ Μπαλεστρίνο, μια στενή φίλη του Μπεργκόλιο, εξαφανίζεται. Ο Μπεργκόλιο, συντετριμμένος από τις ενοχές του για δεκαετίες, πιστεύει ότι ως αποτέλεσμα των λαθών του παρελθόντος δεν θα μπορέσει ποτέ να γίνει πάπας.

Οι σκηνές που απεικονίζουν τις εμπειρίες του Μπεργκόλιο κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου είναι σημαντικές για την ιστορία, παρέχοντας μια λεπτή αλλά ισχυρή επιτίμηση του βίαιου αυταρχισμού – του μπολσοναρισμού ειδικότερα.

Ο Μπολσονάρο της Βραζιλίας είναι ίσως ο πιο ακραίος από τη νέα σοδειά των εκλεγμένων δεξιών αυταρχικών παγκοσμίως: Η πολιτική του ζωή γίνεται καλύτερα κατανοητή ως η μετενσάρκωση της ιδεολογίας που οδήγησε στις δικτατορίες του Ψυχρού Πολέμου, όπως αυτή της Αργεντινής.

Ως νέος βουλευτής είπε ότι η Βραζιλία «θα αλλάξει μόνο, δυστυχώς, μετά την έναρξη εμφυλίου πολέμου εδώ που θα κάνει το έργο που η δικτατορία δεν έκανε: σκοτώνοντας περίπου 30.000 ανθρώπους». Και πρόσθεσε ότι «αν ορισμένοι αθώοι πεθάνουν, αυτό είναι εντάξει». Το 2016, ο ίδιος εισέβαλε στο κέντρο της νοτιοαμερικανικής πολιτικής δίνοντας την ψήφο του για την παραπομπή της αριστερής προέδρου Ντίλμα Ρούσεφ στον συνταγματάρχη που είχε επιβλέψει τα βασανιστήριά της. Ο Μεϊρέγες έχει αποκαλέσει τον Μπολσονάρο “βλάκα”.

Με την παρουσίαση κειμένων από προοδευτικούς, καθολικούς, αντιδικτατορικούς συγγραφείς και την οικοδόμηση μιας ιστορίας γύρω από την υπέρβαση της κληρονομιάς της κυβέρνησης του Μπολσονάρο , οι Δύο Πάπες περνούν ένα πολύ πιο σοβαρό μήνυμα: η απόρριψη του μπολσοναρισμού, όποια μορφή και αν αυτός παίρνει σε όλο τον κόσμο, είναι ηθικά απελευθερωτική.

Οι Δύο Πάπες στην πραγματικότητα έχουν να κάνουν με έναν πάπα: Είναι μια εμφατική επιδοκιμασία του Φραγκίσκου, των απλών του τρόπων, της έγνοιας του για τους φτωχούς και το ταξίδι που έκανε δυνατή την ανάδειξή του σε πάπα. Η κύρια λειτουργία του Πάπα Βενέδικτου στην ταινία είναι να συναντηθεί με τον Μπεργκόλιο, και τελικά να του δώσει άφεση για τη συνεργασία του με το αυταρχικό καθεστώς. Στην κεντρική σκηνή, ένας βασανισμένος Μπεργκόλιο ομολογεί ότι η κρίση του έσφαλε άσχημα όταν οι στρατηγοί κατέλαβαν την εξουσία.

Λέει ότι από τότε τα καθημερινά του έργα ήταν “ένα είδος εξιλέωσης”, αλλά εξακολουθεί να υποφέρει. Δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι η ενοχή για όσα συνέβησαν σε αυτήν την εποχή κυριάρχησαν στην υπόλοιπη ζωή του Μπεργκόλιο, όπως υπονοεί η ταινία.

Αλλά το σαφές μήνυμα της ταινίας είναι ότι αυτός μπορεί να διδαχτεί από αυτές τις εμπειρίες και να τις χρησιμοποιήσει για να ενεργήσει διαφορετικά από ό, τι έκανε στη δεκαετία του ’70. Τα βιβλία που τοποθετεί ο Μεϊρέγες σε όλη την ταινία χρησιμοποιούνται σε όλες τις κρίσιμες συγκυρίες κατά την διαδικασία του μετασχηματισμού του Μπεργκόλιο.

Ο επίσκοπος κρύβει το κείμενο του Καμάρα στην ίδια σκηνή που ο Μπαλεστρίνο, για πρώτη φορά, τον βλέπει σαν προδότη. Και βγάζει το Φρέιρε που πραγματεύεται την ριζοσπαστική εκπαίδευση, ενώ μελετάει για να γίνει ένας νέου τύπου ποιμένας. Τώρα, λέει η ταινία, μπορεί να επιστρέψει από την έρημο ξαναγεννημένος και να ξεκινήσει τη διακονία του. Μπορεί να γίνει ο Πάπας Φραγκίσκος.

Για τον σύγχρονο θεατή, ειδικά στη Λατινική Αμερική, το μάθημα της συγχώρεσης είναι σημαντικό. Αν και οι εκλογές στην Βραζιλία διεξήχθησαν μέσα σε ένταση –ο κύριος αντίπαλος του Μπολσονάρο φυλακίστηκε από τον άνθρωπο που είναι τώρα ο υπουργός Δικαιοσύνης της χώρας– το γεγονός παραμένει ότι ο Μπολσονάρο πήρε πολλές ψήφους. Όλο και περισσότεροι λατινοαμερικανοί εγκαταλείπουν την Καθολική Εκκλησία για Ευαγγελικές ομολογίες, των οποίων τα μέλη είναι πολύ πιο συντηρητικά. Η ταινία δείχνει ότι όλοι κάνουν λάθη και για όσους ξεστρατίζουν είναι πάντα δυνατό να επιστρέψουν από τη σκοτεινή πλευρά.

Ένα άλλο βιβλίο που διαβάζει ο Μπεργκόλιο στο flashback της εξορίας του μέσα στην ταινία, είναι του Λεονάρντο Μποφ, ενός βραζιλιάνου θεολόγου της Απελευθέρωσης που εγκατέλειψε την ιεροσύνη, μετά τη διαμάχη του με τη Ρώμη για την αριστερή ερμηνεία της πίστης.

Ο Μποφ επαίνεσε τους Δύο Πάπες, γράφοντας: «Η ταινία είναι μια όμορφη μεταφορά για την ανθρώπινη κατάσταση – παρουσιάζει δύο διαφορετικούς τρόπους να είσαι άνθρωπος, οι οποίοι δεν είναι αντιφατικοί αλλά συμπληρωματικοί … Και η συγχώρεση που [ο Βενέδικτος και ο Μπεργκόλιο] παραχωρούν ο ένας τον άλλον πριν από το τέλος τους, ένας μακρύς και στοργικός εναγκαλισμός αποδεικνύει ότι υπάρχει ανθρωπιά και πνευματικότητα σε καθέναν από εμάς».

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο Atlantic, στις 24 Ιανουαρίου 2020.

Για τον συγγραφέα

Ο Vincent Bevins είναι δημοσιογράφος, με έδρα την Τζακάρτα.