Από την καταστολή στο Σέικ Τζαρά μέχρι τον βομβαρδισμό της Γάζας, η ισραηλινή κυβέρνηση έχει επιλέξει να κλιμακώσει τη βαρβαρότητά της απέναντι στους Παλαιστίνιους.
Του Haggai Matar
Η κλιμάκωση της βίας ανάμεσα στην ισραηλινή και την παλαιστινιακή πλευρά, κατά τη διάρκεια των τελευταίων ημερών, είναι πρωτίστως το αποτέλεσμα μιας σειράς επιλογών της ισραηλινής κυβέρνησης. Παρά το γεγονός ότι μια τέτοια βία δεν είναι πρωτόγνωρη στην περιοχή μας και είναι σύμφυτη με τις κατασταλτικές πολιτικές του Ισραήλ εδώ και δεκαετίες, αυτές είναι επιλογές που τελικά υπηρετούν τους στόχους του Πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου, που αγωνίζεται απεγνωσμένα να διασώσει την πολιτική του καριέρα και να αποφύγει πιθανή ποινή κάθειρξης.
Οι επικίνδυνες επιλογές ξεκίνησαν στην ουσία με την έναρξη του μουσουλμανικού ιερού μήνα του Ραμαζανιού, όταν οι ισραηλινές Αρχές έκαναν την αλόγιστη επιλογή να τοποθετήσουν νέα αυτοσχέδια σημεία ελέγχου στην είσοδο της Πύλης της Δαμασκού, στην Παλιά Πόλη της Ιερουσαλήμ. Στη συνέχεια, επιτέθηκαν σε Παλαιστίνιους που συγκεντρώθηκαν εκεί για να γιορτάσουν το γεύμα της ημέρας μετά τη νηστεία, μαζί με τους φίλους και την οικογένειά τους. Χρειάστηκαν δύο εβδομάδες αστυνομική βίας και μια σταθερή απάντηση Παλαιστίνιων διαδηλωτών για να υποχωρήσει η αστυνομία.
Εν τω μεταξύ, οι εβδομαδιαίες διαδηλώσεις και οι ημερήσιες συγκεντρώσεις στη συνοικία Σέικ Τζαρά ενάντια στον αναγκαστικό εκδιωγμό Παλαιστίνιων οικογενειών της περιοχής, βρέθηκαν αντιμέτωπες με τη χρήση ασύμμετρης βίας προς κατοίκους και διαδηλωτές. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Όρεν Ζιβ για το +972, η αστυνομία ενέτεινε τη βία σε μια συνοικία που έχει γίνει βασικό σύμβολο του Παλαιστινιακού εκτοπισμού.
Στη συνοικία Σέικ Τζαρά, το Ισραήλ επιχειρεί να δώσει γη σε Εβραίους ιδιοκτήτες, η οποία όπως ισχυρίζεται ανήκε σε Εβραίους πριν το 1948. Για να το κάνει αυτό, εκτοπίζει Παλαιστινιακές οικογένειες που κατείχαν πριν το 1948 γη σε αυτό που έγινε το Ισραήλ, χωρίς να τους δίνει τη δυνατότητα να διεκδικήσουν τη γη που έχασαν, κατά τη διάρκεια της Νάκμπα. Είναι δύσκολο να βρει κανείς πιο εξόφθαλμη μορφή ρατσιστικής διάκρισης.
Τα τελευταία χρόνια, ο πετροπόλεμος και οι συγκρούσεις γύρω από το τζαμί Αλ ‘Ακσα έχουν γίνει ένα συνηθισμένο φαινόμενο την περίοδο γύρω από το Ραμαζάνι. Συχνά διαρκούν λίγο, με την αστυνομία συνήθως να περιμένει να ελαττωθούν. Αυτή τη φορά, η αστυνομία επέλεξε την ασύμμετρη βία, τραυματίζοντας πάνω από 300 Παλαιστίνιους στο Όρος του Ναού, κατά τη διάρκεια των τελευταίων ημερών. Ανάμεσά τους και ορισμένοι δημοσιογράφοι, όπως ο Faiz Abu Rmeleh —μέλος της συλλογικότητας Activestills και συνεργάτης του +972— που δέχτηκε πλαστική σφαίρα και ξυλοκοπήθηκε από την αστυνομία.
Όμως η αστυνομική βία δεν σταμάτησε εκεί: δυνάμεις εισέβαλαν στο τζαμί Αλ Άκσα και έριξαν δακρυγόνα με τους Παλαιστίνιους μέσα. Ο συμβολισμός οπλισμένων ανδρών να τρέχουν ανάμεσα στους χώρους προσευχής και να επιτίθενται στους πιστούς, σε ένα από τα πιο ιερά μέρη του Ισλάμ, κατά τη διάρκεια του ιερότερου μήνα τους, ήταν ξεκάθαρος και θα μπορούσε να αποφευχθεί αν κάποιος έπαιρνε τη συνειδητή απόφαση να μην εμπλακεί σε τέτοιου είδους ακραίες πράξεις.
Όταν οι Παλαιστίνιοι του Ισραήλ οργάνωσαν λεωφορεία για να έρθουν προσευχηθούν και να προστατεύσουν το Αλ Άκσα, οι Αρχές απάντησαν κλείνοντας τις λεωφόρους 1 και 443. Με αυτόν τον τρόπο, σταμάτησαν χιλιάδες νηστεύοντες Μουσουλμάνους από το να φτάσουν στην Ιερουσαλήμ για να ασκήσουν το δικαίωμα της πίστης τους, την ίδια ώρα που πετούσαν δακρυγόνα σε όσους συνέχιζαν να προχωρούν παρά τις αστυνομικές οδηγίες. Η αστυνομία δικαιολόγησε την απόφασή της, υποστηρίζοντας ότι ήθελε να αποτρέψει 20 πιθανούς «υποκινητές» από το να φτάσουν στην πρωτεύουσα. Ακόμα και ισραηλινοί δημοσιογράφοι του κυρίαρχου ρεύματος, που συχνά αρέσκονται να αναμασούν το επίσημο κυβερνητικό αφήγημα, διατυπώνουν αμφιβολίες για την εγκυρότητα αυτού του ισχυρισμού.
Σαν να μην ήταν αυτό αρκετό, τον τελευταίο μήνα, ακροδεξιοί εξτρεμιστές από την ρατσιστική οργάνωση Lehava εμφανίστηκαν στη Σέικ Τζαρά, στην Πύλη της Δαμασκού και στην κεντρική Ιερουσαλήμ. Υποστηρίζονται από τον καχανιστή βουλευτή Ιταμάρ Μπεν-Γβιρ και από τον αναπληρωτή δήμαρχο της Ιερουσαλήμ Αριέχ Κινγκ, ο οποίος δημοσίως ευχήθηκε τον θάνατο ενός εξέχοντος Παλαιστίνιου ακτιβιστή στη Σέικ Τζαρά, την προηγούμενη εβδομάδα.
Δύο εβδομάδες μετά τα πρώτα γεγονότα στη Σέικ Τζαρά και στην Πύλη της Δαμασκού, ο Πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής ανακοίνωσε ότι ακυρώνει τις παλαιστινιακές εκλογές. Η επίσημη εξήγηση για αυτό ήταν η απόφαση του Ισραήλ να αποτρέψει τους Παλαιστίνιους της Ιερουσαλήμ από το να συμμετάσχουν, παραβιάζοντας έτσι τις Συμφωνίες του Όσλο. Παρ’ όλα αυτά, η απόφαση για ακύρωση των εκλογών εξυπηρετούσε τα συμφέροντα του Αμπάς και όπως υποστηρίζουν πολλοί Παλαιστίνιοι πολιτικοί ακτιβιστές, ήταν δυνατόν –ίσως ακόμα και αναγκαίο– να διεξαχθούν οι εκλογές παρά τον αποκλεισμό της Ιερουσαλήμ.
Παρά το γεγονός ότι αυτό είναι ένα ενδο-Παλαιστινιακό ζήτημα, το Ισραήλ θα μπορούσε να πει ότι δρα σύμφωνα με τις υποχρεώσεις του όπως αυτές ορίζονται από το πλαίσιο του Όσλο, ότι σέβεται τις δημοκρατικές αρχές και ότι θα επιτρέψει στους Παλαιστίνιους της Ιερουσαλήμ να ψηφίσουν. Επέλεξε να μην το κάνει και πριν από την ανακοίνωση του Αμπάς, η αστυνομία συνέλαβε στην πόλη Παλαιστίνιους που υποστήριζαν ή προσπαθούσαν να οργανωθούν για τις εκλογές. Ήταν και αυτό μια κλιμάκωση από την πλευρά του Ισραήλ.
Τη Δευτέρα, κατά τη διάρκεια της περίφημης Ημέρας της Σημαίας στην Ιερουσαλήμ, μέλη της Χαμάς εκτόξευσαν ρουκέτες στην Ιερουσαλήμ. Το Ισραήλ επέλεξε να απαντήσει σε αυτό επιτιθέμενο στη Γάζα, όπου σύμφωνα με πληροφορίες σκοτώθηκαν 20 άνθρωποι, μεταξύ των οποίων εννέα παιδιά. Η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι η στρατιωτική επιχείρηση θα διαρκέσει «μέρες, όχι ώρες». Ο Νετανιάχου πρόσθεσε ότι θα «απαιτήσει βαρύ αντίτιμο» από τη Γάζα. Και αυτό ήταν μια επιλογή.
Πολύ λίγα, πολύ αργά
Φυσικά, όσα παρακολουθούμε τις τελευταίες μέρες δεν είναι αποκλειστικά το αποτέλεσμα μονομερών ενεργειών του Ισραήλ. Η εκτόξευση ρουκετών σε αμάχους –όπως συνέβη σήμερα στην Ιερουσαλήμ, στο δυτικό Νακάμπ και στις πόλεις γύρω από τη Γάζα– είναι έγκλημα πολέμου. Επιπλέον, τον τελευταίο μήνα, βίντεο που κυκλοφόρησαν στο TikTok δείχνουν Παλαιστίνιους να παρενοχλούν και να επιτίθενται σε υπερ-Ορθόδοξους Εβραίους. Παλαιστίνιοι μαχητές πραγματοποίησαν επίσης έχουν επιδοθεί σε μια σειρά πυροβολισμών σε ισραηλινούς αμάχους στη Δυτική Όχθη, με αποτέλεσμα τον θάνατο του 19χρονου Γιεούντα Γκουέτα, την προηγούμενη εβδομάδα. Τις τελευταίες μέρες, εμπρηστικά μπαλόνια προσγειώθηκαν μέσα στο Ισραήλ από τη Γάζα, βάζοντας φωτιά σε αγρούς του νότου.
Κι όμως, είναι επίσης εμφανές ότι τίποτε από αυτά δεν αντιστοιχεί στη κατάφωρη άσκηση εξουσίας και τη βαναυσότητα του πιο ισχυρού στρατού της περιοχής, όπως δείχνει ο απολογισμός των νεκρών ξανά και ξανά. Την ίδια σχεδόν στιγμή, στρατιώτες σκότωσαν τη Φαχίμα αλ Χρουμπ κοντά στο στη διασταύρωση Γκους Ετζιόν, στη Δυτική Όχθη, ως αποτέλεσμα μιας εγκληματικής κουλτούρας που επιτρέπει σε ισραηλινούς στρατιώτες και την αστυνομία να σκοτώσουν ψυχικά πάσχοντες Παλαιστίνιους, παραμένοντας ατιμώρητοι.
Επιπρόσθετα, τις ημέρες πριν από την επίθεση στη Γάζα, το Ισραήλ (και πιο συγκεκριμένα η Σιν Μπετ) θορυβήθηκε από αυτό που άρχισε να εκτυλίσσεται και ξεκίνησε να προσπαθεί μειώσει τη βλάβη.
Ο Νετανιάχου ζήτησε από τον Μπεν Γκβιρ να απομακρύνει ένα αυτοσχέδιο «γραφείο» που είχε εγκαταστήσει στη Σέικ Τζαρά και να εγκαταλείψει τη συνοικία. Η ακρόαση των οικογενειών που εκδιώχθηκαν αναβλήθηκε με αίτημα του Γενικού Εισαγγελέα. Το Όρος του Ναού δεν ήταν προσβάσιμο για τους Ισραηλινούς την Ημέρα της Ιερουσαλήμ, και την τελευταία στιγμή η κυβέρνηση ακύρωσε το σχέδιο της να αφήσει την περιβόητη Πορεία της Σημαίας να περάσει από την Πύλη της Δαμασκού και να μπει στη μουσουλμανική συνοικία. Όλα αυτά τα βήματα παρουσιάστηκαν ως προσπάθεια αποκλιμάκωσης της κατάστασης.
Όμως ήταν πολύ λίγα, πολύ αργά. Η απόφαση της κυβέρνησης τη Δευτέρα να βομβαρδίσει τη Γάζα υπέσκαψε πλήρως οποιαδήποτε απόπειρα ισχυριζόταν ότι έκανε για να σταματήσει τη βία στην Ιερουσαλήμ.
Όλα αυτά φυσικά είναι μόνον οι εξελίξεις των τελευταίων εβδομάδων. Η πραγματικότητα των 14 χρόνων πολιορκίας της Γάζας, ένα στρατιωτικό καθεστώς βασισμένο σε ξεχωριστά νομικά συστήματα για τους Εβραίους και τους Παλαιστίνιους, η στέρηση της περιουσίας και η δημογραφική μηχανική στην Ιερουσαλήμ, οι συστηματικές διακρίσεις εναντίον των Παλαιστίνιων πολιτών του Ισραήλ, η αναγκαστική εξορία των Παλαιστίνιων προσφύγων, είναι το υπόβαθρο όσων βλέπουμε να συμβαίνουν τώρα.
Η μακροχρόνια προσπάθεια του Νετανιάχου να «διαχειριστεί τη σύγκρουση» μπορεί να έχουν σβήσει αυτές τις αδικίες από την ισραηλινή δημόσια συνείδηση, παραμένουν όμως μια καθημερινή πραγματικότητα για εκατομμύρια Παλαιστίνιους – και αυτή τη στιγμή τροφοδοτούν όσα συμβαίνουν.
[…]
Απόσπασμα από το άρθρο που δημοσιεύτηκε στο +972, στις 10 Μαΐου 2021.