Το ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για παύση των ισραηλινών εποικισμών




Παρά τους πρωτοφανείς διπλωματικούς χειρισμούς του εκλεγμένου προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, του Ισραήλ και της Αιγύπτου, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ πέρασε την Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου ένα ιστορικής σημασίας ψήφισμα με το οποίο απαιτεί να δοθεί τέλος στους ισραηλινούς εποικισμούς. Οι ΗΠΑ απείχαν τελικά από την ψηφοφορία, δίνοντας ουσιαστικά τη δυνατότητα να εγκριθεί το συγκεκριμένο μέτρο.


Tης Deidre Fulton


H Αίγυπτος, που συμμετείχε στην κατάρτιση του αρχικού σχεδίου του ψηφίσματος, αποφάσισε την απόσυρσή του υπό την πίεση του Ισραήλ αλλά του Τραμπ –ο οποίος έκανε και σχετική υποστηρικτική προς το Ισραήλ ανάρτηση στο Twitter– όπως αναφέρουν δημοσιογραφικές πληροφορίες. Η αναβολή της ψηφοφορίας θα σήμαινε την μετάθεσή της σε ημερομηνία κατά την οποία θα είχε αναλάβει η νέα διοίκηση Τραμπ.

Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα σηματοδοτούσε πιθανότατα μια ευνοϊκότερη τοποθέτηση των ΗΠΑ προς το Ισραήλ από αυτήν της διοίκησης του Μπαράκ Ομπάμα, όπως άλλωστε διαφαίνεται και από την απόφαση του Τραμπ να διορίσει ως νέο πρεσβευτή των ΗΠΑ στο Ισραήλ τον σκληροπυρηνικό συντηρητικό Ντέιβιντ Φρίντμαν.

Όμως, σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Reuters, προς αποτροπή ενός τέτοιου σεναρίου επενέβησαν η Νέα Ζηλανδία, η Μαλαισία, η Βενεζουέλα και η Σενεγάλη ως μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, και η ψηφοφορία διεξήχθη τελικά την Παρασκευή το απόγευμα.

Σύμφωνα με το Al Jazeera, «το σχέδιο του ψηφίσματος απαιτεί από το Ισραήλ την “άμεση και ολοκληρωτική παύση των εποικισμών στα υπό ισραηλινή κατοχή παλαιστινιακά εδάφη, συμπεριλαμβανομένης της Ανατολικής Ιερουσαλήμ”, και προσθέτει ότι το καθεστώς των εποικισμών “δεν έχει κανένα νόμιμο έρεισμα και συνιστά κατάφωρη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου”».

Η αποχή των ΗΠΑ από την ψηφοφορία, η οποία ήταν αναμενόμενη στην προκείμενη περίπτωση, χαρακτηρίστηκε από το Reuters ως «μια σπάνια επιλογή από την Ουάσιγκτον, που παραδοσιακά λειτουργεί προστατευτικά προς το Ισραήλ σε παρόμοιες περιπτώσεις» και ως «την τελική βολή του Προέδρου Ομπάμα λίγο πριν την αποχώρηση του, καθώς η σχέση του με τον ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου υπήρξε τεταμένη και o ίδιος θεωρεί τους εποικισμούς βασικό ανάχωμα στις προσπάθειες για ειρήνευση στην περιοχή».

Σχολιάζοντας το ψήφισμα, η υπεύθυνη του Jewish Voice for Peace Ρεμπέκα Βιλκόμερσον δήλωσε: «Υπάρχει μια ολοένα και μεγαλύτερη αναγνώριση από πλευράς των αμερικανών πολιτικών ότι χρειάζεται το Ισραήλ να τηρεί τις δεσμεύσεις του Διεθνούς Δικαίου. Αυτό οφείλεται εν πολλοίς στην πίεση που έχουν ασκήσει τα κινήματα βάσης. Η αποχή των ΗΠΑ από το ψήφισμα είναι ένα θετικό βήμα σε αυτήν την κατεύθυνση».

Ωστόσο, όπως προσέθεσε, «με τον Τραμπ να υποστηρίζει το βέτο απέναντι σε ένα τόσο μετριοπαθές ψήφισμα και με την απόφασή του να διορίσει έναν ακροδεξιό πρεσβευτή των ΗΠΑ στο Ισραήλ, είμαστε βαθιά ανήσυχοι για την αυξανόμενη υποστήριξη που μπορεί να παράσχουν οι ΗΠΑ στην ισραηλινή πρόκληση και κατοχή.

Για αυτό πολλαπλασιάζουμε τις προσπάθειές μας να οργανώσουμε τις αντιστάσεις μας απέναντι σε πολιτικές που βασίζονται στην ισλαμοφοβία, τον ρατσισμό και την καταπάτηση των πιο θεμελιωδών δικαιωμάτων των Παλαιστινίων».

Ο Τραμπ δεν ήταν ο μόνος που υποστήριξε το βέτο απέναντι στο ψήφισμα. Αρκετοί αμερικανοί γερουσιαστές τοποθετήθηκαν ανάλογα, κάνοντας δηλώσεις. Και ο γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκράχαμ, πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας, απείλησε ότι «οι ΗΠΑ θα μειώσουν την βοήθειά τους προς τον ΟΗΕ, εάν το σώμα προχωρήσει με αυτό το στρεβλό ψήφισμα».

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο Common Dreams, στις 23 Δεκεμβρίου 2016.