Αβορίγινες της Αυστραλίας: Η πολιτική της αποικιοκρατίας είναι ακόμα ζωντανή




Οι Αβορίγινες της Αυστραλίας έχουν στερηθεί το δικαίωμα στον αυτοπροσδιορισμό, εδώ και δεκαετίες. Το γεγονός αυτό έχει επιπτώσεις στη δυνατότητά τους να επηρεάσουν την εκπαίδευση και τις υπόλοιπες ασκούμενες πολιτικές, σε εθνικό και πολιτειακό επίπεδο. Πρόσφατα, ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας Μάλκομ Τέρνμπουλ απέρριψε την πρόταση να κατοχυρωθεί συνταγματικά η εκπροσώπηση των ιθαγενών στο Κοινοβούλιο. Υποστήριξε ότι η συγκεκριμένη ρύθμιση δεν θα έβρισκε ανταπόκριση, και ότι θα ήταν «αντίθετη με τις αρχές της ισότητας και της ιδιότητας του πολίτη».


Του David McCallum


Η συγκεκριμένη ρητορική δεν είναι πολύ διαφορετική από εκείνη που χρησιμοποιήθηκε στο παρελθόν για να υποστηρίξει ότι τα παιδιά των ιθαγενικών πληθυσμών πρέπει να στέλνονται σε αποστολικά σχολεία.

Τα στοιχεία δείχνουν ότι ο χώρος της εκπαίδευσης χρησιμοποιήθηκε ιστορικά περισσότερο ως εργαλείο χειραγώγησης και ελέγχου των αυτοχθόνων από την κυβέρνηση των λευκών, παρά ως πηγή απελευθέρωσης.

Η εκπαίδευση των ιθαγενών στα εκκλησιαστικά ιδρύματα της Βικτόρια

Τα αποστολικά ιδρύματα ήταν κατασκηνώσεις, που βρίσκονταν σε απομακρυσμένες περιοχές της Βικτόρια. Χτίστηκαν, αρχικά, για να προστατεύσουν τους ιθαγενικούς πληθυσμούς από τις σφαγές των λευκών και από άλλες μορφές βίας συνδεδεμένες με την αποικιοκρατία.

Όμως, η εμπειρία των ιθαγενικών πληθυσμών στο αποστολικό σύστημα της Βικτόρια, την περίοδο 1864-1964, καταδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο η εκπαίδευση στην Αυστραλία χρησιμοποιήθηκε για πολιτικούς σκοπούς, και όχι προς όφελος των ιθαγενών.

apostoliko-sxoleio
Φωτογραφία από αποστολικό σχολείο της Αυστραλίας, τη δεκαετία του 1960

Η νόμος του 1869 για τους ιθαγενείς στην Βικτόρια επέβαλε το νομικό πλαίσιο για την υποχρεωτική «προστασία» των ιθαγενών ενηλίκων και παιδιών, μέσω του συστήματος της Αποστολικής Εκκλησίας. Καθόρισε τη μορφή της καθημερινής τους ζωής για περισσότερο από έναν αιώνα.

Χρησιμοποιώντας στοιχεία από μια έκθεση ηγετικών μορφών της αποικιοκρατίας, το συμβούλιο που ήταν υπεύθυνο για τις πολιτικές προστασίας, δήλωσε ότι οι ιθαγενικοί πληθυσμοί, νεαρής και μεγαλύτερης ηλικίας, είναι «πράγματι, απροστάτευτα παιδιά».

Αυτή η φυλετικοποιημένη αντίληψη διατηρήθηκε, με τη μια ή την άλλη μορφή, και κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα. Χρησιμοποιήθηκε ως ένας τρόπος για να νομιμοποιηθεί η άρνηση στους ιθαγενείς των δικαιωμάτων του αυτοπροσδιορισμού και της αυτοδιάθεσης, μέχρι και σήμερα.

Εκπαίδευση και απομάκρυνση των παιδιών

Το σύστημα της εκπαίδευσης ήταν ένα μέσο για να μεταφέρονται τα παιδιά, και ακολούθως οι γονείς τους, στα αποστολικά ιδρύματα. Τα πρώτα χρόνια λειτουργίας τους, οι αποστολικοί κοιτώνες ενίσχυαν ακόμα περισσότερο την αποστέρηση του αυτό-προσδιορισμού. Αυτό συνέβαινε μέσω του διαχωρισμού των παιδιών από τους γονείς τους, στο πλαίσιο των αποστολικών εγκαταστάσεων.

Με βάση το βασιλικό διάταγμα που εκδόθηκε το 1877, όλα τα αποστολικά σχολεία πέρασαν στην αρμοδιότητα των θεσμών της εκπαιδευτικής διοίκησης. Επίσης, η αναθεώρηση του νόμου περί Προστασίας των Αβορίγινων, το 1886, ανέτρεψε τον ορισμό περί ιθαγενικότητας του 1869, αποκλείοντας κάποιους από εκείνους που καλύπτονταν στις αρχικές διατάξεις του 1869. Συγκεκριμένα, «κάθε ιθαγενή κατά το ήμισυ, ή παιδί ιθαγενικής καταγωγής κατά το ήμισυ».

H κρατική εκπαίδευση ενεπλάκη σε ένα πρόγραμμα αφομοίωσης των παιδιών των αυτοχθόνων στη λευκή κοινωνία. Συνέβαλε στη νομιμοποίηση της απομάκρυνσης των παιδιών από τις αποστολές, μετά το τέλος της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, υποστηρίζοντας ότι οι λεγόμενοι «μιγάδες» είχαν μεγαλύτερη ικανότητα «να τα καταφέρουν μόνοι τους».

Αυτές οι κατασκευασμένες κατηγορίες διαχώρισαν τους Αβορίγινες σε «καθαρόαιμους» και «μιγάδες». Οι πρώτοι θεωρήθηκαν μια φυλή υπό εξαφάνιση. Κατά την προπαρασκευή των νέων αυτών διατάξεων, το αρμόδιο συμβούλιο αναζητούσε μια συλλογιστική για να υποστηρίξει την πολιτική αφομοίωσης των «μιγάδων» στην αποικιακή κοινωνία και το τέλος της φυλής των Αβορίγινων.

Η αποικιακή διοίκηση αναζήτησε στην εκπαίδευση αυτή τη συλλογιστική. Με ένα θεμελιωμένο κρατικό σύστημα εκπαίδευσης, το συμβούλιο υποστήριξε ότι η διαδικασία της εκπαίδευσης θα αποδείκνυε ότι τα «ανοιχτόχρωμα» παιδιά που βρίσκονταν στις αποστολές είχαν καλύτερη σχολική απόδοση. Υπέθεσε ότι θα περνούσαν τα τεστ, θα απομακρύνονταν από τις αποστολές για να αφομοιωθούν στη λευκή κοινωνία, και θα εξαφανίζονταν.

Οι σχολικές δοκιμασίες απέτυχαν να αποδείξουν ότι υφίστανται τέτοιου είδους διαφορές. Ο αρχικός ενθουσιασμός να δοθεί στα «ανοιχτόχρωμα» παιδιά το ίδιο επίπεδο εκπαίδευσης με τα λευκά παιδιά, γρήγορα εξανεμίστηκε.

Τις δεκαετίες που ακολούθησαν κυριάρχησε μια ολοένα και αυξανόμενη αδιαφορία για την εκπαίδευση μέσα στα αποστολικά σχολεία. Οι κακές σχολικές υποδομές και στη συνέχεια η επιχειρηματολογία για έλλειψη κατάλληλων σχολικών μονάδων, χρησιμοποιούνταν συχνά από το Συμβούλιο για την Προστασία των Αβορίγινων ως ένα τέχνασμα μεγαλύτερου ελέγχου των ιθαγενικών πληθυσμών.

Η διακυβέρνηση των Αβορίγινων

Στην περίπτωση της Βικτόρια, από το 1861, γενιές ιθαγενικών πληθυσμών τοποθετήθηκαν σε κατασκηνώσεις, όπου κάθε πτυχή της καθημερινής τους ζωής βρισκόταν κάτω από αυστηρή επιτήρηση. Η καθημερινή ζωή οριζόταν από κουδούνια εργασίας, τιμωρίες και απειλές για απομάκρυνση των παιδιών. Αυτές οι ρυθμίσεις παρέμειναν σε ισχύ τουλάχιστον μέχρι τη δεκαετία του 1960.

Κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης περιόδου, η φυλάκιση στο όνομα της ευημερίας και της προστασίας αντανακλούσε το λεγόμενο «αφήγημα περί προόδου», που αναπαρήγαγαν ελίτ των ευρωπαϊκών κοινωνιών, οι οποίες θεωρούσαν τον εαυτό τους πιο «αναπτυγμένο» από τις υπόλοιπες κοινωνίες.

Police escort people joining a march with Aboriginal protesters on Australia Day in central Brisbane, Australia, January 26, 2017. AAP/Dan Peled/via REUTERS
Από πορεία που πραγματοποίησαν οι Αβορίγινες, τον Ιανουάριο του 2017, ενάντια στον εορτασμό της “Ημέρας της Εισβολής” στην Αυστραλία

Αυτός ο «αυταρχικός φιλελευθερισμός» ανανεώθηκε στην πρόσφατη ιστορία της Αυστραλίας, μέσα από την Παρέμβαση για τις Βόρειες Περιοχές του πρώην πρωθυπουργού Τζον Χάουαρντ, η οποία μεταξύ άλλων υποστήριζε ότι οι ιθαγενικοί πληθυσμοί «δεν είναι ακόμα έτοιμοι για αυτό-διακυβέρνηση» [1].

Τα σχόλια του σημερινού πρωθυπουργού Τέρνμπουλ επικυρώνουν εκ νέου αυτή τη στάση. H πρώην συν-πρόεδρος του δημοψηφισματικού συμβουλίου Πατ Άντερσον χαρακτήρισε τα σχόλια του Τέρνμπουλ ως «φτωχά» και «χονδροειδή», προσθέτοντας: «Αυτοί είμαστε και πρέπει να έχουμε λόγο ή συμμετοχή στις αποφάσεις που μας επηρεάζουν».

Η σημερινή λευκή ρητορική που αρνείται στους Αβορίγινες το δικαίωμα του αυτό-προσδιορισμού και της αυτό-διακυβέρνησης δεν διαφέρει πολύ από αυτήν που κυριαρχούσε πριν από 100 χρόνια. Οι ιθαγενικοί πληθυσμοί θέτουν τα θεμελιώδη ζητήματα της αυτοδιάθεσης και της αναγνώρισης, τα οποία η κυβέρνηση της Αυστραλίας τούς αρνείται για περισσότερο από έναν αιώνα.


Σημειώσεις

[1] Η Παρέμβαση για τις Βόρειες Περιοχές (Northern Territory Intervention) είναι ένα νομοθετικό πλαίσιο που πέρασε τον Αύγουστο του 2007 στην Αυστραλία, επί πρωθυπουργίας Τζον Χάουαρντ, το οποίο εισήγαγε μια σειρά αλλαγών και περιορισμών στις ιθαγενικές κοινότητες της Αυστραλίας. Για περισσότερες πληροφορίες βλ. Εδώ  (Σ.τ.Μ.).


Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο Conversation, στις 29 Νοεμβρίου 2017.

Μετάφραση: Συντακτική Ομάδα Pass-World.gr

Για τον συγγραφέα

Ο David McCallum είναι Emeritus Professor στο Πανεπιστήμιο της Βικτόρια της Αυστραλίας.