Προβάλλεται αυτές τις μέρες στις κινηματογραφικές αίθουσες το ντοκιμαντέρ του Ραούλ Πεκ «Ι am not your negro», βασισμένο στο ημιτελές χειρόγραφο του Τζέιμς Μπόλντουιν «Θυμήσου αυτό το σπίτι» (Remember this house). Μέσα από τις γραμμές μιας δυνατής αφήγησης περνά ολόκληρη η σύγχρονη ιστορία του ρατσισμού στις ΗΠΑ: από τα φυλετικά εγκλήματα στον αμερικανικό Νότο τη δεκαετία του 1950, τις πρακτικές διαχωρισμού και το φυλετικοποιημένο αμερικάνικο όνειρο μέχρι τη σημερινή αστυνομική βία και την αναβίωση ιδεολογημάτων περί λευκής ανωτερότητας. Αυτό που ξεχωρίζει είναι η ένταση της μαρτυρίας που συνενώνει τα κομμάτια του ντοκιμαντέρ, η ιδιαίτερη γραφή του Τζέιμς Μπόλντουιν.
Της Βασιάννας Κωνσταντοπούλου
Γεννημένος το 1924, στο Χάρλεμ της Νέας Υόρκης, ο Μπόλντουιν έγραψε δοκίμια, μυθιστορήματα και σενάρια ταινιών, μιλώντας πάντοτε για το βίωμα των διακρίσεων στις πολλαπλές και σύνθετες μορφές τους.
Θεωρείται σήμερα ένας από τους σημαντικότερους αμερικανούς συγγραφείς του 20ού αιώνα· μια αναγνώριση όψιμη, καθώς ένας αφροαμερικανός, διανοούμενος, ακτιβιστής, που έθεσε ανοικτά στα κείμενά του το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας –κυρίως στο μυθιστόρημά του Giovanni’s Room (1956)– αισθανόταν διαρκώς ένας «ξένος» από κάθε δυνατή άποψη, στην Αμερική του ’50, όπως είπε κάποτε ο ίδιος σε μια συνέντευξή του [1].
Ο τρόπος με τον οποίο ο Μπόλντουιν ανατέμνει τον ψυχικό κόσμο του καταπιεζόμενου, τη συναισθηματική πάλη ανάμεσα στην ανάγκη του να ανήκει και στον αυτοπροσδιορισμό, ανάμεσα στην εσωτερίκευση της βίας και την αντίσταση σε αυτήν, είναι χαρακτηριστικός της διαύγειας της γραφής του. Μιλά από μια θέση προσωπική, που μετουσιώνει το τραύμα τη στιγμή που το καταθέτει σε λόγια. Και ταυτόχρονα το εξοπλίζει με τη δύναμη να εγκαλεί εκείνους που φέρουν την ευθύνη του:
«Αυτό που οφείλουν να κάνουν οι λευκοί άνθρωποι είναι να προσπαθήσουν να βρουν μέσα τους για ποιους λόγους τούς ήταν εξαρχής αναγκαίο να έχουν έναν νέγρο. Εγώ δεν είμαι νέγρος. Είμαι άνθρωπος. Αν σε αυτή την ιστορία εγώ δεν είμαι νέγρος, και εσείς τον επινοήσατε –εσείς οι λευκοί τον επινοήσατε– τότε θα πρέπει να καταλάβετε το γιατί. Και το μέλλον της χώρας εξαρτάται από αυτό. Από το κατά πόσο είναι εφικτό να τεθεί αυτό το ερώτημα», είχε πει σε μια δημόσια παρέμβασή του [2].
«Ο Νέγρος δεν είναι», έγραφε την ίδια περίπου εποχή ο Φραντς Φανόν, στο βιβλίο-ορόσημο για την αντιαποικιακή σκέψη Μαύρο Δέρμα, Λευκά Προσωπεία (1952) [3]. Η επαφή με τη σωματική διάσταση της μαύρης εμπειρίας, με την ψυχική διάσπαση που προκαλεί το καθρέφτισμα στο βλέμμα μιας λευκής κυριαρχίας, αλλά και η ανάδειξη της ίδιας της αλλοτρίωσης εκείνων που κυριαρχούν, συνδέουν στενά τον στοχασμό του μαρτινικανού ψυχιάτρου Φανόν, που στρατεύτηκε στον αντιαποικιακό αγώνα της Αλγερίας, με την υπαρξιακή γραφή του Μπόλντουιν.
Στο αυτοβιογραφικό δοκίμιό του, Σημειώσεις ενός Ιθαγενούς Γιου (Notes of a Native Son), που εκδίδεται το 1955, ο Μπόλντουιν περιγράφει την πρώτη φορά που ως νεαρό αγόρι στο Νιου Τζέρσι συνειδητοποιεί τις πρακτικές φυλετικού διαχωρισμού: στις γειτονιές, τον δημόσιο χώρο, τα καφέ και τα μπαρ, τους χώρους δουλειάς. Όπως γράφει:
«Έμαθα στο Νιου Τζέρσι ότι το να είσαι Νέγρος σήμαινε, πολύ συγκεκριμένα, ότι δεν σε κοιτάζουν ποτέ πραγματικά, αλλά βρίσκεσαι στο έλεος των αντανακλαστικών που το χρώμα του δέρματός σου ξυπνά στους άλλους ανθρώπους».
«Εκείνος ο χρόνος στο Νιου Τζέρσι είναι ζωντανός στο μυαλό μου σαν τη χρονιά όπου, έχοντας μια αδιάγνωστη προδιάθεση για αυτό, κόλλησα για πρώτη φορά μια φοβερή, χρόνια ασθένεια, το διαρκές σύμπτωμα της οποίας είναι ένα είδος τυφλού πυρετού, ένα χτύπημα στο κρανίο και μια φωτιά στα σπλάχνα. Όταν προσβληθεί κανείς από αυτή την ασθένεια, δεν μπορεί να είναι ξανά ξέγνοιαστος, καθώς ο πυρετός, δίχως καμιά προειδοποίηση, μπορεί να επανέλθει ανά πάσα στιγμή. Και μπορεί να καταστρέψει πολύ πιο σημαντικά πράγματα από τις φυλετικές σχέσεις. Δεν υπάρχει ζωντανός Νέγρος που να μη νιώθει αυτή την οργή στο αίμα του – έχει απλώς την επιλογή αν θα ζήσει μαζί της συνειδητά ή θα της παραδοθεί. Όσο για μένα, αυτός ο πυρετός επιστρέφει μέσα μου, και θα συνεχίσει να το κάνει μέχρι τη μέρα που θα πεθάνω» [4].
Σε ηλικία 24 χρονών φεύγει από την Αμερική και εγκαθίσταται στο Παρίσι, μια μετανάστευση που τον απελευθέρωσε από τον κοινωνικό τρόμο που ζούσε στους δρόμους της γενέτειράς του και του επέτρεψε να γράψει. Επιστρέφει στην Αμερική το 1957, τη χρονιά που συζητιέται στο αμερικανικό Κογκρέσο ο νόμος για τα πολιτικά δικαιώματα. Το κίνημα για τη φυλετική ισότητα έχει ήδη αρχίσει να σημειώνει τις πρώτες του νίκες: η ανυπακοή της Ρόζα Παρκς πυροδοτεί το μεγάλο μποϋκοτάζ των λεωφορείων στο Μοτγκόμερι της Αλαμπάμα το 1955, ενώ από το 1954 έχει ξεκινήσει, για πρώτη φορά, η θεσμική συζήτηση για την κατάργηση των ρατσιστικών νόμων του Τζιμ Κρόου.
Ο Μπόλντουιν, συνδέθηκε στενά με το Κογκρέσο για τη Φυλετική Ισότητα (CORE) και με τη Φοιτητική Συντονιστική Επιτροπή Μη-Βίας (SNCC). Ταξίδεψε πολλές φορές στον αμερικανικό Νότο, πραγματοποιώντας συνεντεύξεις, ομιλίες και διαλέξεις για το κίνημα των πολιτικών δικαιωμάτων και της φυλετικής ισότητας. Πορεύτηκε στις ιστορικές πορείες στη Σέλμα της Αλαμπάμα, και μίλησε δημόσια για την ανάγκη να αναγνωριστούν τα υλικά της καταπίεσης με τα οποία οικοδομήθηκε η ιστορία της χώρας του και το αμερικανικό κοινωνικό φαντασιακό.
Το χειρόγραφό του «Θυμήσου αυτό το σπίτι», που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, είναι μια προσωπική μαρτυρία για τρεις εμβληματικές μορφές του αφροαμερικανικού κινήματος, που δολοφονήθηκαν μέσα σε διάστημα πέντε χρόνων, από το 1963 μέχρι το 1968: του Μέντγκαρ Έβερς, του Μάλκολμ X και του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Ο Μπόλντουιν πορεύτηκε μαζί τους στον κοινό αγώνα της φυλετικής απελευθέρωσης και συνδέθηκε προσωπικά με τον καθένα τους, με διαφορετικούς τρόπους. Ο θάνατος τους ήταν για εκείνον ένα πλήγμα πολιτικό και υπαρξιακό.
Όμως, δεν μπόρεσε ποτέ να ταυτιστεί ούτε με τη χριστιανικότητα του κινήματος του Κινγκ, ούτε με τη φυλετικότητα που διέκρινε στις θέσεις του Μαλκολμ Χ. Παρέμενε μια φιγούρα αιρετική, αταξινόμητη. Η σεξουαλικότητα και ο ηλεκτρισμένος λόγος του δεν χωρούσαν εύκολα ούτε στο ίδιο το αφροαμερικανικό κίνημα, που τηρούσε τους δικούς του εσωτερικούς αποκλεισμούς.
Από την άλλη, το FBI, κατά τη μετα-μακαρθική περίοδο, έφτιαξε για εκείνον έναν ογκωδέστατο φάκελο, περιγράφοντάς τον ως δυνάμει επικίνδυνο πρόσωπο για την εθνική ασφάλεια, σε περίπτωση εθνικής κρίσης.
Αυτή του η θέση μέσα σε μια ταραγμένη Αμερική, δεν επέτρεπε ποτέ στο Μπόλντουιν να διαφύγει από το βάρος της διαρκούς προσπάθειας αυτοπροσδιορισμού. Επέλεγε όμως να μένει ιδιόρρυθμα αισιόδοξος: «δεν μπορώ να είμαι απαισιόδοξος, γιατί είμαι ζωντανός», είπε σε μια τηλεοπτική του εμφάνιση, που περιλαμβάνεται στο ντοκιμαντέρ του Πεκ.
Τη δύναμη του ιδιώματος του Μπόλντουιν περιγράφει ολοζώντανα ο αφροαμερικανός μυθιστοριογράφος Λάνγκστον Χιουζ, που για κάποια χρόνια χρειάστηκε επίσης να φύγει μακριά από τη χώρα του για να μπορέσει να ζήσει [5]. Όπως γράφει για τον Μπόλντουιν:
«Χρησιμοποιεί τις λέξεις, όπως η θάλασσα τα κύματα, για να ρεύσει και να χτυπήσει, για να αναπτυχθεί και να αποσυρθεί, για να σηκωθεί και να υποκλιθεί, καθώς σβήνει ο παφλασμός της» .
Σημειώσεις
[1] Βλ. τη συνέντευξη του James Baldwin στον Richard Goldstein, στο J. Baldwin, The last interview and other conversations, Melville Books, 2014, σ. 58-74.
[2] Το απόσπασμα είναι από τηλεοπτική παρέμβαση του Μπόλντουιν, και παρατίθεται στο άρθρο της Mallory Yu, στο ΝPR, “I Am Not Your Negro’ Gives James Baldwin’s Words New Relevance”.
[3] F. Fanon, Black Skin, White Masks, Pluto Press, 2008, σ. 180.
[4] Αποσπάσματα από το αυτοβιογραφικό λογοτεχνικό δοκίμιο του Μπόλντουιν Σημειώσεις ενός Ιθαγενούς Γιου, στο J. Baldwin, Notes of a Native Son, Beacon Press, 2012, σ. 87-118.
[5] Βλ. R. J. C. Young, Postcolonialism, Oxford University Press, 2003, σ. 20.
[6] Βλ. Το κείμενο του Langston Hughes για το Notes of a Native Son, στις 26 Φεβρουαρίου 1958, στους New York Times, όπως δημοσιεύεται στον σύνδεσμο: http://www.nytimes.com/books/98/03/29/specials/baldwin-native.html.