Ο Michael Löwy, επίτιμος Διευθυντής του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (CNRS) της Γαλλίας και Καθηγητής στην École des Hautes Études en Sciences Sociales, αναπτύσσει δεκατρείς θέσεις για την επικείμενη οικολογική καταστροφή που έχει προκληθεί από την λογική του καπιταλιστικού συστήματος, καθώς και για τα μέσα αποτροπής της, μέσω του οικοσοσιαλισμού. Έχουμε τη δυνατότητα να κερδίσουμε αυτή τη μάχη, πριν να είναι πολύ αργά;
Του Michael Löwy
1. Η οικολογική κρίση είναι ήδη, και θα γίνει ακόμα περισσότερο στους ερχόμενους μήνες και χρόνια, το πιο σημαντικό κοινωνικό και πολιτικό ζήτημα του 21ου αιώνα. Το μέλλον του πλανήτη, και άρα της ανθρωπότητας, θα κριθεί κατά τις ερχόμενες δεκαετίες. Οι υπολογισμοί ορισμένων επιστημόνων που περιγράφουν σενάρια για το 2100 δεν είναι πολύ χρήσιμοι, για δύο λόγους:
α) έναν επιστημονικό λόγο: δεδομένων των αναδρομικών συνεπειών που είναι αδύνατον να υπολογιστούν, είναι αρκετά αυθαίρετες οι προβολές σε έναν αιώνα.
β) έναν πολιτικό λόγο: στο τέλος του αιώνα, εμείς, τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας, θα έχουμε φύγει, άρα ποιός ο λόγος;
2. Η οικολογική κρίση περιλαμβάνει πολλές πλευρές, με επικίνδυνες επιπτώσεις, αλλά το κλιματικό ζήτημα είναι αναμφίβολα η πιο δραματική απειλή. Όπως εξηγεί, η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC), εάν η μέση θερμοκρασία υπερβεί αυτή της προ-βιομηχανικής περιόδου κατά 1,5°C, υπάρχει ο κίνδυνος να ξεκινήσει μια μη αναστρέψιμη διαδικασία κλιματικής αλλαγής. Ποιες θα είναι οι συνέπειες; Ορισμένα παραδείγματα:
- Πολλαπλασιασμός των μεγα-πυρκαγιών, όπως αυτών της Αυστραλίας.
- Εξαφάνιση ποταμών και ερημοποίηση εδαφών.
- Τήξη και αποσάθρωση των πολικών πάγων και άνοδος της στάθμης των θαλασσών που μπορεί να φτάσει έως και μερικές δεκάδες μέτρα.
- Κι όμως με την άνοδο της στάθμης μόνο κατά δύο μέτρα, τεράστιες περιοχές του Μπανγκλαντές, της Ινδίας και της Ταϊλάνδης, καθώς και σημαντικές πόλεις του ανθρώπινου πολιτισμού –το Χονγκ Κονγκ, η Καλκούτα, η Βενετία, το Άμστερνταμ, η Σανγκάη, το Λονδίνο, η Νέα Υόρκη, το Ρίο– θα εξαφανιστούν κάτω από τη θάλασσα.
Ως ποιο σημείο θα φτάσει η θερμοκρασία; Από ποια θερμοκρασία και πέρα η ανθρώπινη ζωή στον πλανήτη θα απειληθεί; Κανείς δεν μπορεί να απαντήσει στα ερωτήματα αυτά…
3. Πρόκειται για έναν πρωτόγνωρο στην ιστορία της ανθρωπότητας κίνδυνο καταστροφής. Πρέπει να επιστρέψει κανείς στην Πλειόκαινο Εποχή, μερικά εκατομμύρια χρόνια πριν, για να δει ένα κλιματικό περιβάλλον που να μοιάζει με αυτό που θα μπορούσε να αναδυθεί στο μέλλον εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Οι περισσότεροι γεωλόγοι εκτιμούν ότι έχουμε ήδη εισέλθει σε μια νέα γεωλογική εποχή, την Ανθρωπόκαινο Εποχή, στην οποία οι συνθήκες του πλανήτη έχουν μεταλλαχθεί από την ανθρώπινη δράση. Ποια δράση; Η κλιματική αλλαγή άρχισε με τη βιομηχανική επανάσταση του 18ου αιώνα, αλλά είναι κυρίως μετά το 1945, με τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, που έκανε το ποιοτικό άλμα. Με άλλα λόγια, είναι ο σύγχρονος καπιταλιστικός βιομηχανικός πολιτισμός που ευθύνεται για τη συσσώρευση διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα και άρα για την παγκόσμια υπερθέρμανση.
4. Η ευθύνη του καπιταλιστικού συστήματος στην επαπειλούμενη καταστροφή είναι ευρέως αναγνωρισμένη. Ο Πάπας Φραγκίσκος, στην εγκύκλιό του «Δοξασμένος να είσαι» (Laudato Si), χωρίς να εκφέρει τη λέξη «καπιταλισμός», κατήγγειλε ωστόσο «ένα σύστημα διαρθρωτικά διεστραμμένων εμπορικών και ιδιοκτησιακών σχέσεων» ως υπεύθυνο τόσο για την κοινωνική αδικία, όσο και για την καταστροφή του κοινού μας σπιτιού, της Φύσης. Ένα από τα συνθήματα που χρησιμοποιούνται παντού στον κόσμο στις οικολογικές διαδηλώσεις είναι: «Να αλλάξουμε το σύστημα, όχι το κλίμα!». Η στάση των κύριων εκπροσώπων του συστήματος αυτού, οπαδών του business as usual –δισεκατομμυριούχοι, τραπεζίτες, «ειδικοί», ολιγάρχες, πολιτικοί– μπορεί να συμπυκνωθεί στη φράση που αποδίδεται στον Λουδοβίκο ΙΔ’: «Μετά από μένα, ο κατακλυσμός».
5. Ο συστημικός χαρακτήρας του προβλήματος απεικονίζεται βάναυσα στις συμπεριφορές των κυβερνήσεων, που λειτουργούν όλες (με ελάχιστες εξαιρέσεις) στην υπηρεσία της συσσώρευσης του κεφαλαίου, των πολυεθνικών, της ορυκτής ολιγαρχίας, της γενικής εμπορευματοποίησης και των ελεύθερων συναλλαγών. Ορισμένοι εκ των κυβερνώντων –ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ο Πρόεδρος της Βραζιλίας, Ζαΐρ Μπολσονάρο, ο Αυστραλός πρωθυπουργός, Σκοτ Μόρισον– είναι ανοικτά οικοφόνοι και αρνητές της κλιματικής αλλαγής. Οι άλλοι, οι «λογικοί», δίνουν τον τόνο στις ετήσιες συνάξεις των COP [1], που χαρακτηρίζονται από μια θολή «πράσινη» ρητορική και από πλήρη αδράνεια. Η πιο πετυχημένη, ήταν η COP21, στο Παρίσι, που κατέληξε σε σοβαρές δεσμεύσεις για μείωση εκπομπών από όλες τις συμμετέχουσες κυβερνήσεις – οι οποίες δεν τηρήθηκαν, εκτός από ορισμένα νησιά στον Ειρηνικό. Αν είχαν τηρηθεί, σύμφωνα με τους υπολογισμούς των επιστημόνων, η θερμοκρασία θα μπορούσε παρ’ όλα αυτά να αυξηθεί έως και κατά 3,3° πρόσθετους βαθμούς Κελσίου…
6. Ο «πράσινος καπιταλισμός», οι «αγορές δικαιωμάτων εκπομπών», οι «μηχανισμοί αντισταθμίσεων» και οι υπόλοιποι χειρισμοί της υποτιθέμενης «βιώσιμης οικονομίας της αγοράς» αποδείχτηκαν πλήρως αναποτελεσματικοί. Την ίδια ώρα που πρασινίζουν ό,τι μπορούν, οι εκπομπές εκτινάσσονται και η καταστροφή πλησιάζει με ταχύ βήμα. Δεν υπάρχει λύση στην οικολογική κρίση μέσα στο πλαίσιο του καπιταλισμού, ενός συστήματος που είναι απολύτως αφιερωμένο στον παραγωγισμό, στον καταναλωτισμό, στον σκληρό αγώνα για «μερίδια αγοράς», στη συσσώρευση κεφαλαίου και στη μεγιστοποίηση των κερδών. Η εγγενώς διεστραμμένη λογική του οδηγεί αναπόφευκτα στη ρήξη των οικολογικών ισορροπιών και στην καταστροφή των οικοσυστημάτων.
7. Οι μόνες αποτελεσματικές εναλλακτικές που είναι σε θέση να αποφύγουν την καταστροφή είναι ριζοσπαστικές εναλλακτικές. «Ριζοσπαστικές» σημαίνει ότι τα βάζουν με τη ρίζα του κακού. Εάν η ρίζα είναι το καπιταλιστικό σύστημα, τότε μας χρειάζονται αντισυστημικές, δηλαδή αντικαπιταλιστικές, εναλλακτικές, όπως ο οικοσοσιαλισμός, ένας οικολογικός σοσιαλισμός στο ύψος των προκλήσεων του 21ου αιώνα. Άλλες ριζοσπαστικές εναλλακτικές, όπως ο οικοφεμινισμός, η κοινωνική οικολογία (Murray Bookchin), η πολιτική οικολογία του André Gorz, ή η αντικαπιταλιστική αποανάπτυξη, έχουν πολλά κοινά με τον οικοσοσιαλισμό: αμοιβαίες επιρροές έχουν αναπτυχθεί κατά τα τελευταία χρόνια.
8. Τι είναι ο σοσιαλισμός; Για πολλούς μαρξιστές, είναι ο μετασχηματισμός των παραγωγικών σχέσεων –με τη συλλογική ιδιοποίηση των μέσων παραγωγής– που θα επέτρεπε την ελεύθερη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Ο οικοσοσιαλισμός αναφέρεται στον Μαρξ, αλλά έρχεται σε ρήξη με σαφή τρόπο με το παραγωγικίστικο αυτό πρότυπο. Ασφαλώς η συλλογική ιδιοποίηση είναι αναγκαία, αλλά πρέπει να μετασχηματιστούν επίσης και οι ίδιες οι παραγωγικές δυνάμεις:
α) αλλάζοντας τις πηγές ενέργειας (ανανεώσιμες στη θέση των ορυκτών πηγών ενέργειας)
β) μειώνοντας τη συνολική κατανάλωση ενέργειας
γ) μειώνοντας («αποανάπτυξη») την παραγωγή αγαθών και καταργώντας τις άχρηστες (διαφήμιση) και βλαβερές (ζιζανιοκτόνα, όπλα) παραγωγές
δ) σταματώντας την προγραμματισμένη παλαίωση των αντικειμένων.
Ο οικοσοσιαλισμός επίσης συνεπάγεται την αλλαγή των καταναλωτικών μοντέλων, των μέσων μεταφοράς, της πολεοδομίας, του «τρόπου ζωής». Με λίγα λόγια, πρόκειται για πολύ περισσότερα από έναν μετασχηματισμό των ιδιοκτησιακών μορφών: πρόκειται για αλλαγή πολιτισμού, με θεμέλιο τις αξίες της αλληλεγγύης, της ισότητας, της ελευθερίας και του σεβασμού της φύσης. Ο οικοσοσιαλιστικός πολιτισμός έρχεται σε πλήρη ρήξη με τον παραγωγισμό και τον καταναλωτισμό και δίνει προτεραιότητα στη μείωση του χρόνου εργασίας και άρα στην επέκταση του ελεύθερου χρόνου, που αφιερώνεται σε κοινωνικές, πολιτικές, ψυχαγωγικές, καλλιτεχνικές, ερωτικές, κ.λπ., δραστηριότητες. Ο Μαρξ κατονόμαζε το στόχο αυτόν με την έκφραση «βασίλειο της ελευθερίας».
9. Για να γίνει η μετάβαση προς τον οικοσοσιαλισμό, χρειάζεται ένας δημοκρατικός σχεδιασμός που να προσανατολίζεται με δύο κριτήρια: την ικανοποίηση των αληθινών αναγκών και το σεβασμό των οικολογικών ισορροπιών του πλανήτη. Είναι ο ίδιος ο πληθυσμός που, αφού θα έχει αποτινάξει το διαφημιστικό βομβαρδισμό και τις καταναλωτικές εμμονές που κατασκευάζει η καπιταλιστική αγορά, θα αποφασίζει, δημοκρατικά, για το ποιες είναι οι αληθινές του ανάγκες. Ο οικοσοσιαλισμός είναι ένα στοίχημα για το δημοκρατικό ορθολογισμό των λαϊκών τάξεων.
10. Για να πραγματοποιηθεί το οικοσοσιαλιστικό σχέδιο, δεν αρκούν τμηματικές μεταρρυθμίσεις. Χρειάζεται μια αληθινή κοινωνική επανάσταση. Πώς να οριστεί αυτή η επανάσταση; Θα μπορούσαμε να παραπέμψουμε σε ένα σημείωμα του Walter Benjamin, στο περιθώριο των θέσεών του «Για την έννοια της ιστορίας» (1940): «Ο Μαρξ είπε ότι οι επαναστάσεις είναι η λοκομοτίβα της παγκόσμιας ιστορίας. Ίσως τα πράγματα να παρουσιάζονται διαφορετικά. Μπορεί οι επαναστάσεις να είναι η πράξη με την οποία η ανθρωπότητα, που ταξιδεύει μέσα στο τρένο, τραβάει το φρένο κινδύνου». Μετάφραση σε όρους του 21ου αιώνα: είμαστε ταξιδιώτες ενός αυτοκτονικού τρένου, που ονομάζεται σύγχρονος βιομηχανικός καπιταλιστικός πολιτισμός. Το τρένο αυτό πλησιάζει, με όλο και πιο γρήγορη ταχύτητα, σε έναν καταστροφικό γκρεμό: στην κλιματική αλλαγή. Η επαναστατική πράξη έχει για στόχο να τον σταματήσει – πριν να είναι πολύ αργά.
11. Ο οικοσοσιαλισμός είναι ταυτόχρονα και ένα σχέδιο για το μέλλον και μια στρατηγική για την πάλη εδώ και τώρα. Δεν τίθεται ζήτημα να περιμένουμε να «ωριμάσουν οι συνθήκες»: πρέπει να προκαλέσουμε τη σύγκλιση των κοινωνικών και των οικολογικών αγώνων και να αγωνιστούμε κατά όλων των πρωτοβουλιών των πιο καταστροφικών που παίρνουν οι εξουσίες που εξυπηρετούν το κεφάλαιο. Αυτό είναι που η Naomi Klein ονομάζει blockadia. Είναι μέσα από κινητοποιήσεις τέτοιου τύπου που θα μπορέσει να αναδυθεί, μέσα από τους αγώνες, η αντικαπιταλιστική συνείδηση και το ενδιαφέρον για τον οικοσοσιαλισμό. Προτάσεις όπως το Green New Deal συμμετέχουν σε αυτόν τον αγώνα, στις ριζοσπαστικές τους μορφές, που απαιτούν την εμπράγματη εγκατάλειψη των ορυκτών ενεργειών, σε αντίθεση με αυτές που περιορίζονται στην ανακύκλωση του «πράσινου καπιταλισμού».
12. Ποιο είναι το υποκείμενου του αγώνα αυτού; Ο βιομηχανικός/ εργατίστικος δογματισμός του περασμένου αιώνα δεν είναι πλέον της παρούσης. Οι δυνάμεις που βρίσκονται σήμερα στην πρώτη γραμμή της σύγκρουσης είναι οι νέοι, οι γυναίκες, οι ιθαγενείς, οι αγρότες. Οι γυναίκες είναι ιδιαίτερα παρούσες στην εντυπωσιακή εξέγερση της νεολαίας που καταγράφηκε με το κάλεσμα της Greta Thunberg: πρόκειται για μια από τις μεγάλες πηγές ελπίδας για το μέλλον. Όπως μας το εξηγούν οι οικοφεμινίστριες, η μαζική αυτή συμμετοχή των γυναικών στις κινητοποιήσεις πηγάζει από το γεγονός ότι είναι τα πρώτα θύματα των οικολογικών ζημιών του συστήματος. Τα συνδικάτα αρχίζουν, εδώ κι εκεί, να μπαίνουν και αυτά. Είναι σημαντικό αυτό, γιατί, σε τελευταία ανάλυση, δεν θα μπορέσουμε να νικήσουμε το σύστημα χωρίς την ενεργή συμμετοχή των εργαζομένων στις πόλεις και στην επαρχία, οι οποίοι αποτελούν την πλειονότητα του πληθυσμού. Η πρώτη προϋπόθεση είναι, σε κάθε κίνημα, να συνδέσουμε τους οικολογικούς στόχους (κλείσιμο των ορυχείων άνθρακα, των πετρελαιοπηγών ή των θερμικών σταθμών) με την εγγύηση της απασχόλησης των ενδιαφερόμενων εργαζομένων.
13. Έχουμε άραγε πιθανότητες να κερδίσουμε τη μάχη πριν να είναι πολύ αργά; Αντίθετα απ’ όσα διατείνονται οι «καταστροφολόγοι», που φωνάζουν παντού ότι η καταστροφή είναι ήδη αναπόφευκτη και ότι κάθε αντίσταση είναι μάταιη, εμείς πιστεύουμε ότι το μέλλον παραμένει ανοικτό. Δεν έχουμε καμία εγγύηση ότι το μέλλον θα είναι οικοσοσιαλιστικό: είναι αντικείμενο ενός στοιχήματος με την έννοια του Πασκάλ, στο οποίο ρίχνουμε όλες μας τις δυνάμεις, σε «μια εργασία για το αβέβαιο». Αλλά όπως το έλεγε με τόσο μεγάλη και απλή σοφία ο Bertolt Brecht: «Αυτός που αγωνίζεται μπορεί και να χάσει. Αυτός που δεν αγωνίζεται έχει ήδη χάσει».
[1] COP: ”Συνδιασκέψεις Μερών”, διεθνείς τακτικές συνδιασκέψεις για το κλίμα. Ο συγγραφέας αναρωτιέται, παίζοντας με τα αρχικά, μήπως αντί για “Συνδιασκέψεις Μερών” να τους ταίριαζε περισσότερο το “Περιπλανώμενα Τσίρκα”; [Σ.τ.Μ]
Το κείμενο αναδημοσιεύεται από το Περιοδικό Τέσσερα, όπου αναρτήθηκε στις 9 Φεβρουαρίου 2020.
[Σε ορισμένα σημεία η μετάφραση είναι ελαφρώς τροποποιημένη από τη συντακτική ομάδα pass-world.gr].
Το γαλλικό πρωτότυπο έχει δημοσιευτεί στο Mediapart, στις 23 Ιανουαρίου 2020.
Για τον συγγραφέα
Ο Michael Löwy είναι επίτιμος διευθυντής στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών [CNRS] της Γαλλίας και διδάσκει στην École des Hautes Études en Sciences Sociales [EHESS]. Είναι μέλος της 4ης Διεθνούς, από τα ιδρυτικά στελέχη του Παγκόσμιου Κοινωνικού Φόρουμ, του Οικοσοσιαλιστικού Διεθνούς Δικτύου και του Νέου Αντικαπιταλιστικού Κόμματος [ΝΡΑ]. Στα Ελληνικά κυκλοφορούν τα βιβλία του: “Ο Λούκατς και ο Σταλινισμός¨ (2009, Έρασμος), “Franz Kafka”, (2006, Κατάρτι), “Το άστρο του πρωινού”, (2005, Ερατώ), “Λύτρωση και ουτοπία”, (2002, Ψυχογιός).