Φεμινιστικό Αυτόνομο Κέντρο Έρευνας: Ένα ζωντανό κύτταρο δράσης στον Άγιο Παντελεήμονα

"Girls girls girls"/ By CJ Calanday/ Creative Commons BY NC ND

Ένα εγχείρημα για την ελεύθερη γνώση και έρευνα, με στόχευση φεμινιστική και αντιπαραθετική απέναντι σε κάθε μορφή διάκρισης και εξουσίας, αναπτύσσει τη δράση του στο κέντρο της Αθήνας.


Το Φεμινιστικό Αυτόνομο Κέντρο Έρευνας (ΦΑΚ) ξεκίνησε να λειτουργεί το 2019, στην πολυκύμαντη γειτονιά του Αγίου Παντελεήμονα. Έκτοτε, με μια σειρά από πρωτοβουλίες που περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την αυτομόρφωση, την κοινοτική έρευνα, την αντιμετώπιση των διακρίσεων στα Πανεπιστήμια και τα θερινά φεμινιστικά no border σχολεία, τα μέλη του ΦΑΚ επιχειρούν να διανοίξουν προοπτικές για την κοινωνική αλλαγή προς έναν κόσμο που να χωράει πολλούς κόσμους, όπως λένε οι ίδιες, παραπέμποντας στο ζαπατίστικο κίνημα.

Με συνεργασίες τοπικές και διεθνείς, εξακολουθούν και μέσα στις συνθήκες της πανδημίας να δρουν και να παράγουν ιδέες προς αυτήν την πολυφωνική κατεύθυνση.

H ομάδα του Φεμινιστικού Αυτόνομου Κέντρου Έρευνας αποτελείται από την Άννα Καραστάθη, το Μυρτώ Τσιλιμπουνίδη, το Κάρμεν Ζωγράφου, την Πέννυ Τραυλού, την Άιλα Σπαθοπούλου, τη Λία Σμαράγδα Φούκη, και την Deanna Dadusc.

To pass-world.gr θέλησε να μάθει περισσότερα για τη δράση τους και τις ιδέες που κινητοποιούν την παρέμβασή τους. Ο λόγος σε εκείνες…


 Συνέντευξη στη Βασιάννα Κωνσταντοπούλου


Ερ: Το Φεμινιστικό Αυτόνομο Κέντρο Έρευνας είναι ένα ζωντανό κύτταρο δράσης και έρευνας που μπαίνει ήδη στον τρίτο χρόνο λειτουργίας του. Ποιες ήταν οι κινητήριες σκέψεις και οι στόχοι γύρω από τη δημιουργία του;

Mυρτώ Tσιλιμπουνίδη: Το Φεμινιστικό Αυτόνομο Κέντρο Έρευνας (ΦΑΚ) είναι ένας χώρος για μάθηση, αναστοχασμό, συνεργασία, υποστήριξη, ανταλλαγή, παραγωγή γνώσης, πολιτικές παρεμβάσεις και αναταραχή. Απέναντι και ενάντια στα σύνορα, αλλά και στα πειθαρχικά όρια και τα θεσμικά εμπόδια, επιστρέφουμε στις φεμινιστικές ρίζες της αυτόνομης παραγωγής γνώσης, αμφισβητώντας τι θεωρείται νόμιμη γνώση και σε ποιον αναγνωρίζεται το δικαίωμα να την παράγει και να την λαμβάνει.

Οι φεμινισμοί μας είναι κουήρ, τρανς, διαθεματικοί, αντιρατσιστικοί, αντιεξουσιαστικοί, πάντοτε πολυφωνικοί, αναστοχαστικοί και εσωτερικά αμφισβητούμενοι.

Ξεκινήσαμε αυτό το εγχείρημα επειδή βλέπουμε την έρευνα, τη γνώση και τις θεωρίες, σαν βασικά εργαλεία του αγώνα μας. Επειδή η κοινοτική έρευνα, η αυτομόρφωση, και η παραγωγή θεωρίας πρέπει να σταματήσει να παράγεται για εμάς, χωρίς εμάς.

Επειδή, θέλουμε να βρούμε από κοινού λύσεις σε προβλήματα και βάρη τα οποία, υπό το καθεστώς του καπιταλισμού, σηκώνουμε μοναχικά, όπως η εκμετάλλευση, η παρενόχληση και ο κοινωνικός αποκλεισμός.

Θέλουμε να παράξουμε έρευνα η οποία έρχεται σε ρήξη με τα ηγεμονικά αφηγήματα, έρευνα που θα μιλάει για εμάς και τις ζωές μας, που δεν θα αναπαράγει την επιστημολογική βία της ακαδημίας. Έχουμε κουραστεί με τον ανταγωνισμό, τον νεποτισμό, τον αυταρχισμό και τον πατερναλισμό, καταστάσεις που θεωρούνται δεδομένες στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα.

Θέλουμε να καταπολεμήσουμε τις διακρίσεις που βασίζονται στο καθεστώς νομιμότητας, τη φυλετικοποίηση, τη γλώσσα, τη ταυτότητα και την έκφραση του φύλου, τη σεξουαλικότητα, την αρτιμέλεια και την τάξη.

Θέλουμε να διανοίξουμε προοπτικές για κοινωνική αλλαγή και να αναγνωρίσουμε τη γνώση που παράγεται από τα κάτω, η οποία παραβλέπεται, δεν τεκμηριώνεται και απαξιώνεται.

Ερ: Παρά το γεγονός ότι η πανδημία έχει επιβάλει ριζικούς περιορισμούς, η δράση σας δεν έχει σταματήσει. Μια νέα έκδοση για τις φεμινιστικές, λεσβιακές και κουήρ αφηγήσεις της μεταπολίτευσης, μια εργαλειοθήκη για την αντιμετώπιση των διακρίσεων στα Πανεπιστήμια, η φεμινιστική βιβλιοθήκη, τα θερινά σχολεία για τον φεμινισμό και τα σύνορα, είναι μερικά μόνο παραδείγματα. Πείτε μας λίγα λόγια για αυτές τις δουλειές.

Κάρμεν Ζωγράφου: Φανταστείτε τι θα κάναμε αν δεν είχαμε πανδημία! Πιστεύω ότι αυτές οι δράσεις ήτανε τα πιο βασικά πράγματα που αποφασίσαμε να διεξάγουμε παρόλους τους περιορισμούς και προσπαθήσαμε να είμαστε ευέλικτα και να προσαρμοστούμε στις πρωτόγνωρες συνθήκες και να μπούμε και εμείς στο zoom-life.

Το θερινό σχολείο, το οποίο βρίσκεται στον 5ο χρόνο διεξαγωγής φέτος, έχει ήδη δημιουργήσει μια διεθνή κοινότητα οπότε η λογική του virtual θερινού σχολείου δεν άλλαξε την ουσία της σύνδεσης μας ενάντια στα σύνορα.

Μάλιστα, συνδεθήκαμε και με άτομα που δεν είχαν τη δυνατότητα να ταξιδέψουν στην Ελλάδα τα προηγούμενα χρόνια και είχαμε συμμετοχές από όλο τον κόσμο (Αυστραλία, Κένυα, Ινδία, Φιλιππίνες).

Φέτος θα διεξαχθεί με μία υβριδική μορφή με τοπικές μικρότερες ομάδες εργασίας, σε Ελλάδα, Ιταλία και Γερμανία, καθώς και διαδικτυακά.

Μαζί με την φεμινιστική βιβλιοθήκη ξεκινάμε και τις φεμινιστικές εκδόσεις!

Ο συλλογικός τόμος “Έλα να σου πω” περιλαμβάνει οκτώ φεμινιστικές, λεσβιακές και queer αφηγήσεις της μεταδικτατορικής περιόδου στην Ελλάδα.

Αυτός ο συλλογικός τόμος προέκυψε μέσα από ένα κοινοτικό μάθημα με μεγάλη απήχηση που φέρνει μαζί προφορικές ιστορίες από θηλυκότητες και κουήρ άτομα που πολιτικοποιηθηκαν την περίοδο της μεταπολίτευσης.

Είναι σημαντικό για εμάς να ειπωθούν και να ακουστούν οι ιστορίες τους, ενάντια σε μία κυρίαρχη κουλτούρα που τις βάζει συχνά στο περιθώριο.

Έρχονται κι άλλες εκδόσεις πολύ σύντομα και μεταφράσεις ιστορικών φεμινιστικών κειμένων.

Ερ: To Kέντρο βρίσκεται στον Άγιο Παντελεήμονα, μια περιοχή που έχει δοκιμαστεί από ρατσιστικές επιθέσεις, αλλά παραμένει και μια γειτονιά πολυπολιτισμικής συνύπαρξης. Στη δουλειά σας, άλλωστε, η σύνδεση με την κοινότητα αποτελεί μια κεντρική στόχευση. Με ποιους τρόπους, ο χώρος της γειτονιάς και οι άνθρωποί της αλληλοδιαμορφώνουν τη ζωή του Φεμινιστικού Κέντρου; Υπάρχουν δυσκολίες και προκλήσεις σε αυτό το επίπεδο;

Πέννυ Τραυλού: Για το Φεμινιστικό Αυτόνομο Κέντρο ‘Έρευνας, η ορατότητα του στο κέντρο της Αθήνας έχει παίξει κομβικό ρόλο στην επιλογή του χώρου που στεγάζεται. Η περιοχή του Άγιου Παντελεήμονα έχει τη δική της σημειολογία με τη πρόσφατη ιστορία της συνυφασμένη με τη Ακροδεξιά και πιο συγκεκριμένα τις επιθέσεις ταγμάτων εφόδου της Χρυσής Αυγής προς τις κοινότητες και επιχειρήσεις μεταναστ/ριών που ζουν και εργάζονται εδώ.

Το κλίμα στην περιοχή, την περίοδο που η Χρυσή Αυγή ήταν το τρίτο κόμμα στη Βουλή, χειροτέρεψε, με αύξηση των ρατσιστικών επιθέσεων προς άτομα και ομάδες μεταναστ/ριών αλλά και με την κρατική καταστολή να εντείνεται, με παράδειγμα το κλείσιμο της κατάληψης της Βίλα Αμαλίας (στη Χέΰδεν) μετά από 22 χρόνια λειτουργίας ως πολιτικός και πολιτιστικός χώρος, αλλά και του City Plaza, κατόπιν της εκλογής της Νέας Δημοκρατίας και της εκστρατείας εκκένωσης των καταλήψεων προσφύγων.

Με την προσφυγική «κρίση» το καλοκαίρι του 2015 και έπειτα, ο Άγιος Παντελεήμονας αλλάζει συνεχώς προς τη δημιουργία μιας πολυπολιτισμικής γειτονιάς στο κέντρο της πόλης.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ο χώρος του ΦΑΚ προσπαθεί να δημιουργήσει διαύλους διαλόγου και επικοινωνίας και να αφουγκραστεί τα ζητήματα που απασχολούν μια γειτονιά που υπόκειται σε αλλαγή, να κατανοήσει τις δυνατότητες συνύπαρξης με διαφορετικές ομάδες και συλλογικότητες που υπάρχουν στη περιοχή και να βρει κοινούς τόπους δράσης.

Ο χώρος του ΦΑΚ λειτουργεί από το 2019 και προσπαθεί να γίνει ορατός μέσα στη γειτονιά και την ευρύτερη περιοχή. Τα δύο χρόνια της πανδημίας έφεραν μία συνθήκη διαφορετική, με το χώρο του ΦΑΚ να είναι κλειστός για μεγάλο διάστημα. Σιγά-σιγά προσπαθούμε και πάλι ο χώρος να αποκτήσει ορατότητα και να σηματοδοτήσει μια φεμινιστική και κουήρ χωρική ταυτότητα στον ‘Άγιο Παντελεήμονα.

Τα θερινά No Border φεμινιστικά σχολεία οργανώνονται εδώ και τέσσερα χρόνια από το ΦΑΚ σε συνεργασία με ένα δίκτυο ερευνητριών/ών από πολλές χώρες του κόσμου

Οι υπαρκτές δυσκολίες είναι αυτές που επέφερε η πανδημία αλλά και οι πολλαπλές «κρίσεις» που έχουν αφήσει τα σημάδια τους έντονα σε περιοχές σαν το ‘Άγιο Παντελεήμονα. Η πρόκληση που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε είναι η δυνατότητα του να είμαστε εδώ και να παραμένουμε να υπάρχουμε μέσα σε συνθήκες δύσκολες με έντονο αντιφεμινιστικό, ομοφοβικό, τρανσφοβικό, λεσβιοφοβικό και ρατσιστικό κλίμα. Οραματιζόμαστε μία φεμινιστική κοινότητα συμπεριληπτική και διαθεματική με ουσιαστική θέση μέσα στην πόλη.

Ερ: Ταυτόχρονα, έχοντας έναν διεθνικό προσανατολισμό, το Κέντρο έχει διαμορφώσει ένα δίκτυο συνεργασιών με ερευνήτριες και ερευνητές από πολλές χώρες του κόσμου. Τι εργαλεία αισθάνεστε ότι δίνει αυτή η εμπειρία για τη διαμόρφωση τρόπων γνώσης και έρευνας που να είναι ταυτόχρονα τοπικοί και παγκόσμιοι;

Πέννυ Τραυλού: Για το ΦΑΚ, σημαντικό ρόλο παίζουν οι συνεργασίες που έχουν δημιουργηθεί –πρόσφατες και παλαιότερες– με ερευνήτριες/ες, ομάδες, συλλογικότητες και εγχειρήματα ακαδημαϊκά, καλλιτεχνικά και ακτιβιστικά.

Ο τρόπος που προσεγγίζουμε κι αντιλαμβανόμαστε την έννοια της έρευνας είναι επίσης συμπεριληπτικός. Μαθαίνουμε μέσα από τα φεμινιστικά και κουήρ κινήματα, τα τοπικά και παγκόσμια. Μιλάμε για φεμινισμούς (στον πληθυντικό) που περιλαμβάνουν πολλές διαφορετικές φωνές.

Στις συνεργασίες που έχουμε την τύχη να έχουμε μάς ενδιαφέρει η συν-δημιουργία γνώσης, οι συλλογικές πρακτικές στη συμμετοχή και η ευκαιρία να μάθουμε μέσα από τη διαδικασία του να ξε-μαθαίνουμε (unlearning). Ως εργαλείο συμμετοχικής διαδικασίας χρησιμοποιούμε τον «κύκλο», είτε στις συναντήσεις της συντονιστικής ομάδας του ΦΑΚ είτε σε εκείνες με συνεργάτριες/ες.

Μέσα στον κύκλο δίνεται η δυνατότητα να ακουστούν όλες/α/οι που συμμετέχουν, με οριζοντιότητα και όχι ιεραρχικά. Έτσι δημιουργείται ένας ασφαλής χώρος για να ακουστούν όλες οι φωνές, χωρίς να επιβληθεί ιεραρχικά μία γνώμη πάνω από κάποια άλλη.

Κάθε συνάντηση ανοίγει και κλείνει με ένα «κύκλο φροντίδας». Οι συναντήσεις μας δεν είναι απλά διεκπεραιωτικές για να συζητήσουμε και να επιλύσουμε ζητήματα κτλ. Οι κύκλοι φροντίδας, λοιπόν, μας παρέχουν τον ασφαλή χώρο να εκφράσουμε το τι νιώθουμε εκείνη τη στιγμή: τις δυσκολίες που βιώνουμε ως ατομικότητες μέσα στη δύσκολη καθημερινότητα, να μοιραστούμε την ευαλωτότητα μας και να δώσουμε μια συλλογική φροντίδα προς το καθένα μας.

Με τον ίδιο τρόπο αντιλαμβανόμαστε και το οικοσύστημα του ΦΑΚ: ως αλληλένδετοι ομόκεντροι κύκλοι ξεκινώντας από τον κεντρικό που αντιστοιχεί στη συντονιστική ομάδα του Κέντρου και πηγαίνοντας προς τους εξωτερικούς που είναι οι συνεργάτες/ριες μας, τα μέλη μας, οι ομάδες και τα κινήματα στα οποία συμμετέχουμε σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο.

Ερ: Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της δουλειάς σας είναι ότι δεν περιορίζεται στην παραδοσιακή αντίληψη των ζητημάτων του φύλου. Η σύναψη συμμαχιών με ανθρώπους και ομάδες που υφίστανται πολλαπλές διακρίσεις και έχουν διαφορετικές εμπειρίες αποτελεί έναν κεντρικό άξονα. Γιατί έχει σημασία ο φεμινισμός σήμερα να είναι διαθεματικός;

Άννα Καραστάθη: Όταν αναφερόμαστε σε «παραδοσιακές αντιλήψεις», αξίζει να αναρωτηθούμε, «ποιανού η παράδοση;». Διότι από τις απαρχές του, ο φεμινισμός δεν είναι ένα ομοιογενές κίνημα, αλλά ένα συνονθύλευμα ιδεολογιών, θεωριών και πολιτικών που αμφισβητούνται στο εσωτερικό του φεμινισμού.

Συγκεκριμένα, αυτό που σήμερα ονομάζουμε «διαθεματικότητα» έχει τις ρίζες του στους μαύρους φεμινισμούς του 19ου αιώνα στις ΗΠΑ και σε προσπάθειες κατανόησης και διεκδίκησης στο πλαίσιο κατακερματισμένων συλλογικών αγώνων, κατάργησης της δουλείας, δημοκρατικών δικαιωμάτων (π.χ. το δικαίωμα της ψήφου για τις λευκές γυναίκες και τους μαύρους άνδρες).

Είναι σημαντικό να ανιχνεύουμε τις ρίζες και τις διαδρομές των εννοιών που ενστερνιζόμαστε. Θέλω να πω, η διαθεματικότητα δεν εμφανίστηκε πρόσφατα για να αμφισβητήσει μια ήδη συγκροτημένη εννοιολόγηση του φύλου. Τι θεωρείται «φύλο» και τι «φυλή» σε μεγάλο βαθμό έχει να κάνει με την ιστορική αντίθεση αυτών των δύο εννοιών και με το πώς αντανακλούν τα συλλογικά υποκείμενα εκ μέρους των οποίων τα αντίστοιχα κινήματα υποτίθεται ότι μάχονται. Κάτι αντίστοιχο φυσικά μπορεί να ειπωθεί για την έννοια «τάξη» και τον κατακερματισμό των εργατικών, σοσιαλιστικών, μαρξιστικών, αλλά και αναρχικών ιδεολογιών όσον αφορά στα λεγόμενα «επιμέρους» ζητήματα: πχ. το «γυναικείο ζήτημα».

H Σότζερνερ Τρουθ, που απέδρασε από τη δουλεία, υπήρξε μια από τις εμβληματικές μορφές που έθεσε για πρώτη φορά δημόσια το ζήτημα της διατομής της καταπίεσης του φύλου και της φυλής, στην ηλεκτρισμένη ομιλία της με τίτλο “Δεν είμαι γυναίκα εγώ;”, το 1851.
Photo Credit: Wikimedia Commons/Wood, Norman
http://www.lib.utexas.edu/photodraw/portraits/index.html

Σημαντικές οι συμμαχίες μεταξύ των κινημάτων και των υποκειμένων, αλλά η πρότερη ερώτηση είναι «γιατί είναι διακριτά αυτά τα κινήματα;» Επίσης, πώς οριοθετούμε το φεμινιστικό κίνημα εάν ήδη εξαιρεί «ανθρώπους και ομάδες που υφίστανται πολλαπλές διακρίσεις και έχουν διαφορετικές εμπειρίες»; Δηλαδή, πώς αντιλαμβανόμαστε το «εμείς» που αποτελεί το εσωτερικό του φεμινισμού; Είμαστε όλες το ίδιο, έχουμε τις ίδιες εμπειρίες; Μάλλον όχι. Ο φεμινισμός είναι ήδη μια συμμαχία, με την έννοια ότι μάχεται εκ μέρους ενός ετερογενούς συλλογικού υποκειμένου (ή πολλαπλών υποκειμένων) και περιλαμβάνει ατομικότητες που δεν μοιράζονται τις ίδιες έμφυλα, φυλετικά, ταξικά κ.α. προσδιορισμένες θέσεις/ταυτότητες. Γι’ αυτό λατρεύω το σύνθημα που ακούγεται στους δρόμους της Αθήνας (και όχι μόνο) ανά καιρούς: «Είμαστε πολλές, ερχόμαστε από παντού!»

Ιδανικά, θα έλεγα, ο απώτερος στόχος μιας συμμαχίας που διασχίζει τους κατακερματισμούς –οι οποίοι μας κάνουν να αντιληφθούμε εκείνους τους αγώνες που θέλουμε να γεφυρώσουμε ως διακριτούς– είναι να μας δείξει ότι είναι αλληλένδετοι. Άρα οι συμμαχίες είναι ουσιαστικής και όχι μόνο στρατηγικής σημασίας. Μέσω των συμμαχιών αναδιαμορφώνονται οι ταυτότητες και οι υποκειμενικότητες μας. Αναπλαισιώνεται το πολιτικό πρόβλημα. Αναδεικνύονται πτυχές του «φύλου» (εν προκειμένω) που είχαν εξ ορισμού μείνει αόρατες.

H δήλωση της Combahee River Collective, μιας πολιτικής ομάδας μαύρων φεμινιστριών, που ανέπτυξε τη δράση της στη Βοστώνη από το 1974 έως το 1980, αποτελεί μια από τις πολύ σημαντικές συνεισφορές στην ανάδειξη της διαθεματικότητας

Για να δώσω ένα παράδειγμα: τι θα κατάφερνε μια συμμαχία μεταξύ του φεμινιστικού κινήματος στην Ελλάδα που μάχεται εναντίον της διαπροσωπικής έμφυλης βίας (των γυναικοκτονιών, της σεξουαλικής παρενόχλησης, των βιασμών) και του κινήματος ενάντια στα σύνορα που μάχεται εναντίον της συνοριακής βίας (των επαναπροωθήσεων και απελάσεων, του καθεστώτος εγκλεισμού, των βασανισμών και φόνων στα χερσαία και υδάτινα σύνορα); Η συνοριακή βία είναι ταυτόχρονα έμφυλη και ρατσιστική βία (ανεξάρτητα από το φύλο που αποδίδεται στα θύματα και τα επιζώντα της).

Η έμφυλη βία δεν είναι μόνο διαπροσωπική αλλά και θεσμική, δομική και επιστημολογική.

Όλο το οικοδόμημα της ετεροπατριαρχικής, εθνοφυλετικής, καπιταλιστικής, συνοριοποιημένης κοινωνίας αναπαράγει τη βία. Άρα εστιάζοντας μόνο στις διαπροσωπικές εκφάνσεις της βίας, ή στις διακρίσεις (είτε μιλάμε για ενός είδους διάκριση είτε για «πολλαπλές διακρίσεις») διατρέχουμε τον κίνδυνο να αφαιρεθεί το δομικό, θεσμικό, συστημικό πλαίσιο της βίας, που επίσης ενδυναμώνει κάποιους πολίτες (εν προκειμένου σις στρέιτ άντρες, οικογενειάρχες, καθηγητές, αφεντικά) αλλά και θεσμικούς εκπροσώπους και όργανα (πχ. μπάτσους, δεσμοφύλακες, βουλευτές, δικαστές) να ασκήσουν βία εν ονόματι του πολιτεύματος. Να το θέσω αλλιώς: είναι σημαντικό ο φεμινισμός σήμερα να είναι διαθεματικός και επίσης είναι σημαντικό ο φεμινισμός να διεκδικεί την κατάργηση θεσμών και συστημάτων που παράγουν και προάγουν τη βία και εξασφαλίζουν την ομαλή τους λειτουργία μέσω της βίας.

Ερ: Μετά από αρκετά χρόνια απαξίωσης από πολλές πλευρές του κυρίαρχου λόγου, ο φεμινισμός σήμερα αποκτά μια νέα δυναμική διεθνώς και συνδέεται ολοένα και περισσότερο με διαφορετικά κινήματα για την ισότητα σε όλες της τις μορφές. Υπάρχουν δυσκολίες σε αυτή την αναζήτηση της κοινότητας και των συμμαχιών, με έναν τρόπο που να αναγνωρίζει ταυτόχρονα τις διαφορές και τις διακριτές ταυτότητες;

Άννα Καραστάθη: Ο φεμινισμός πάντα θα απαξιώνεται από κομμάτι της κοινωνίας που ταυτίζεται με τις βαθιές πατριαρχικές δομές της· που οραματίζεται ως τη μόνη αποδεκτή διαδρομή μιας ζωής αυτή που καθορίζει το αναπαραγωγικό ετεροκανονικό κοινωνικό συμβόλαιο· που επιβάλλει ως φυσικοποιημένη συνθήκη το βίαια επιβεβλημένο δυαδικό σύστημα φύλου και αρνείται την ύπαρξη σωμάτων και επιθυμιών που δεν ευθυγραμμίζονται με τις προσταγές του… Με την ανάδυση της ακροδεξιάς και την νομιμοποίηση του φασισμού ανά τον κόσμο, ο φεμινισμός και σήμερα απαξιώνεται στον κυρίαρχο λόγο, υποδεικνύοντας τη σημασία της ύπαρξης του: όταν ο φεμινισμός δεν θα απαξιώνεται μάλλον δεν θα είναι πλέον απαραίτητος. Θα έλεγα ότι η δυναμική που έχει αποκτήσει ο φεμινισμός διεθνικά στις μέρες μας έχει να κάνει ακριβώς με τη βαθιά και βίαιη απαξίωση των ζωών μας, της οποίας είναι συνέπεια ή συνάρτηση η απαξίωση της αντίστασης μας αλλά και τη δύναμη που αντλούμε η μία από το άλλο, καθώς αντιστεκόμαστε και δημιουργούμε έναν άλλο κόσμο, τον κόσμο στον οποίο θέλουμε να ζήσουμε—ένας κόσμος που χωράει πολλούς κόσμους, όπως λένε οι Ζαπατίστριες.

Η αναζήτηση της κοινότητας είναι πολύ σημαντική και αντιλαμβάνομαι ότι πολλά άτομα αναζητούν κοινότητα μέσα από τον φεμινισμό, ότι απαντάει σε μια βασική ανάγκη μας για σύνδεση, εγγύητητα, αγάπη. Μπορούμε να τα βρούμε αυτά μέσα από τους αγώνες μας, μέσα από τις συμμαχίες που προσδοκούμε να φτιάξουμε; Εξαρτάται από το πώς φερόμαστε η μία στο άλλο, στο μικροεπίπεδο της καθημερινότητας. Κατά πόσο έχουμε εσωτερικεύσει αξίες που πηγάζουν από τον καπιταλισμό, την πατριαρχία, τη λευκή υπεροχή: ηγετικές και ιεραρχικές συμπεριφορές, ανταγωνισμός, προσωποκεντρισμός, αποκλεισμοί, λεκτική βία—μεταξύ άλλων μορφών βίας.

Η αναγνώριση της διαφοράς και η μη ιεράρχηση των διαφορών είναι καίριας σημασίας στη δημιουργία φεμινιστικών κοινοτήτων και συμμαχιών. Η διαφορά είναι μια δημιουργική δύναμη, όπως γράφει η μαύρη λεσβία φεμινίστρια ποιήτρια Audre Lorde (Όντρι Λορντ). Μας συνδέει και μας εμπνέει και η διαφορά, όχι μόνο η ομοιότητα.

Υπάρχουν σίγουρα δυσκολίες που προκύπτουν, καθώς προσπαθούμε να χτίσουμε χώρους που υλοποιούν φεμινιστικά οράματα ακριβώς επειδή δεν έχουμε πολλά παραδείγματα πώς να συν-σχετιζόμαστε και πώς να συνδράμουμε έξω από τις κατεστημένες σχέσεις εξουσίας που διέπουν τις διάφορες εκδοχές του «μαζί» που μας προσφέρει η κοινωνία στην οποία ζούμε: από τις ετερο-πατριαρχικές οικογένειες στις οποίες (ως επί των πλείστων) μεγαλώσαμε, μέχρι τους υποχρεωτικούς θεσμούς που εγκαθιδρύουν την ιεραρχία (όπως η εκπαίδευση)— αλλά και δυστυχώς πολλούς κινηματικούς χώρους και συνελεύσεις…

Πώς παύουμε την αναπαραγωγή των κανονικοποιημένων σχέσεων εξουσίας—οι οποίες συχνά βρίσκουν πάτημα σε «διαφορές και διακριτές ταυτότητες», δηλαδή σε παράγωγα συστημάτων καταπίεσης και προνομίου—στο εσωτερικό φεμινιστικών κοινοτήτων και συμμαχιών; Πώς δημιουργούμε πλαίσια και κινήματα αντίστασης που μας χωράνε όλα, που δεν υποβαθμίζουν τη σημασία κάποιων βιωμάτων στην πρωτεροποίηση άλλων; Πώς επικοινωνούμε η μία στο άλλο ότι η ύπαρξη και η συμμετοχή του καθένα, της καθεμιας μας στα φεμινιστικά κινήματα είναι μοναδική, μη αντικαταστάσιμη και ανεκτίμητης αξίας; Ότι τα κινήματα αυτά υπάρχουν για εμάς, όσο υπάρχουμε και εμείς για εκείνα; Πώς, με άλλα λόγια, φτιάχνουμε μαχητικά κινήματα αντίστασης τα οποία είναι ακαταμάχητα;

Ερ: Ταυτόχρονα, ο φεμινισμός έχει γίνει τα τελευταία χρόνια και μια θεματική που και η κυρίαρχη κουλτούρα επιδιώκει να ενσωματώσει. Η διαφήμιση και ο χώρος του θεάματος ενδιαφέρονται ολοένα και περισσότερο για πιο συμπεριληπτικές αναπαραστάσεις, ενώ ο “lean-in” φεμινισμός κερδίζει έδαφος στον εταιρικό κόσμο. Ένα δύσκολο θέμα που προκύπτει για μένα σε αυτή τη νέα δημοφιλία είναι αν πρόκειται για μια νίκη του φεμινισμού ή για μια τάση που δημιουργεί μια αποπολιτικοποίησή του. Ποιες είναι οι δικές σας σκέψεις πάνω σε αυτό;

Μυρτώ Τσιλιμπουνίδη: Στις συνθήκες του ύστερου καπιταλισμού, η οικειοποίηση αντισυστημικών ιδεών και κινημάτων από κρατικούς μηχανισμούς και η εμπορευματοποίηση τους έχει υπάρξει στρατηγική για την αποδυνάμωσή τους. Η συγχώνευση κινημάτων από κρατικούς φορείς, η αποπολιτικοποίηση τους και στη συνέχεια το αμπαλάρισμά τους ως μοδάτες, cool, αλλά και ακίνδυνες πρακτικές έχει αποδυναμώσει τεράστια κινήματα στο παρελθόν.

Γι᾽αυτό μιλάμε για φεμινισμούς στον πληθυντικό αριθμό και όχι για ένα, μοναδικό, σωστό φεμινισμό. Γι´αυτό θα είμαστε εδώ να πιέζουμε προς κατευθύνσεις που δεν είναι τόσο εύκολο να αφομοιωθούν στην ελληνική κοινωνία, όπως για παράδειγμα τρανς-φεμινισμός, φεμινισμός της κατἀργησης, και αντιρατσιστικός φεμινισμός.

Πιστεύουμε ότι η αλλαγή είναι καθημερινή και οι μεγαλύτερες νίκες έχουν να κάνουν με το πώς συμπεριφερόμαστε η μία στο άλλο και το πώς δομούμε και χτίζουμε τις προσωπικές μας σχέσεις.