Η ματωμένη ιστορία της Ford στην Αργεντινή, την περίοδο της δικτατορίας




Από τις 19 Δεκεμβρίου 2017 βρίσκεται σε εξέλιξη στην Αργεντινή μια ιστορική δίκη για την υπόθεση συνεργασίας ανώτατων στελεχών της αυτοκινητοβιομηχανίας Ford με τη στρατιωτική δικτατορία (1976-1983).


Συντακτική ομάδα pass-world.gr


Ο «βρόμικος πόλεμος» της δικτατορίας του Xόρχε Βιντέλα στην Αργεντινή εξαπέλυσε σκληρές διώξεις, απαγωγές, βασανιστήρια και δολοφονίες εναντίον χιλιάδων πολιτικών αντιφρονούντων, ακτιβιστών, φοιτητών, καθώς και των οικογενειών τους.

Το 1984, η Εθνική Επιτροπή για την Εξαφάνιση Προσώπων (CONADEP), που συστάθηκε επί Προεδρίας Ραούλ Αλφονσίν για τη διερεύνηση των απαγωγών επί δικτατορίας, κατέγραψε 8.961 αγνοούμενους. Οι Μητέρες της Πλατείας Μαΐου, μαζί με άλλες οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δεν έκαναν δεκτό αυτόν τον αριθμό, επισημαίνοντας ότι οι εξαφανισμένοι αγγίζουν τους 30.000. Σήμερα, οι αρχές της Αργεντινής κάνουν λόγο για 13.000 εξαφανισμένους.

Τρεις από αυτούς ήταν εργάτες συνδικαλιστές του εργοστασίου της Ford. Οι σoροί τους δεν βρέθηκαν ποτέ. Οι συνάδελφοί τους που επέζησαν βρίσκονται σήμερα στη δικαστική αίθουσα του Σαν Μαρτίν, απαιτώντας δικαιοσύνη.

Στο εδώλιο των κατηγορουμένων βρίσκονται ο  Pedro Muller (86 χρονών), δεύτερος στην ιεραρχία της Ford Argentina εκείνη την εποχή, ο Hector Sibilla (91 χρονών), υπεύθυνος ασφαλείας του εργοστασίου, ο οποίος αργότερα και έως το 2004 εργάστηκε στην Πρεσβεία της Αμερικής στο Μπουένος Άιρες, και τέλος ο στρατηγός Santiago Riveros (94 χρονών), αρχηγός του 4ου τάγματος του στρατού.

Οι κατηγορίες που αντιμετωπίζουν αφορούν τον βασανισμό 24 εργατών στο εργοστάσιο της Ford, που βρισκόταν στο General Pacheco, στην επαρχία του Μπουένος Άιρες, κατά τη διάρκεια της δικτατορίας. Και οι τρεις αρνούνται της κατηγορίες.

Ο φάκελος της δικογραφίας περιλαμβάνει δύο ακόμα κατηγορούμενους που έχουν αποβιώσει: τον Nicolas Courard, πρώην διευθυντή του εργοστασίου και τον Guillermo Galarraga, πρώην επικεφαλής ανθρωπίνου δυναμικού.

Στο δικαστήριο παρίστανται τα θύματα και οι οικογένειές τους. Τα στελέχη της Ford κατηγορούνται ότι εγκατέστησαν στο εσωτερικό του εργοστασίου κέντρο βασανιστηρίων, και ότι στοχοποίησαν τους συνδικαλιστές ως «εσωτερικούς εχθρούς» για να δικαιολογήσουν τις διώξεις εναντίον τους.

Σύμφωνα με τη Monde και τη δημοσιογράφο Christine Legrand, που καλύπτει τις εξελίξεις της συγκεκριμένης δίκης, η διοίκηση της αυτοκινητοβιομηχανίας επωφελήθηκε του κλίματος τρόμου που δημιούργησε στο εσωτερικό του εργοστασίου για να αυξήσει την παραγωγικότητα και να εξουδετερώσει κάθε συνδικαλιστική διεκδίκηση. Όπως επισημαίνει η ίδια, έναν χρόνο πριν το στρατιωτικό πραξικόπημα, οι εργάτες της Ford πραγματοποίησαν μεγάλη απεργία, με κατάληψη όλων των εργοστασίων, για να διεκδικήσουν καλύτερους μισθούς.

ford-falcon-futura-1967
H Ford Falcon υπήρξε το αυτοκίνητο-σύμβολο της στρατιωτικής δικτατορίας στην Αργεντινή.

Τις συνθήκες των βασανιστηρίων που υπέστησαν μέσα στο εργοστάσιο έχουν ήδη καταθέσει οι πρώην συνδικαλιστές Jorge Constanzo (67 χρονών) και Carlos Propato (69 χρονών). Ο τόπος των βασανιστηρίων ήταν μια σκηνή που είχε εγκαταστήσει ο στρατός στο κέντρο του εργοστασίου.

Οι μαρτυρίες μιλούν για μια αυστηρή στρατιωτική οργάνωση που έλεγχε την είσοδο στο εργοστάσιο και τη δραστηριότητα εντός του, και η οποία προχώρησε τόσο στη διάλυση των συνδικαλιστικών οργάνων όσο και στην απόλυση 300 εργατών χωρίς καμία αποζημίωση. Όπως καταθέτουν οι μάρτυρες οι στρατιωτικοί κυκλοφορούσαν ελεύθερα μέσα στο εργοστάσιο, ζητώντας από τους διευθύνοντες στοιχεία για το προσωπικό τους.

Θύματα της υπόθεσης του εργοστασίου της Ford είχαν καταθέσει και στην CONADEP, όμως ο φάκελος παρέμεινε εγκαταλελειμμένος για χρόνια.

Το 2013, η δικαστής Alicia Vence άνοιξε την υπόθεση για τη διερεύνηση της συμμετοχής στελεχών της Ford στα βασανιστήρια της δικτατορίας Βιντέλα. Οι υπεύθυνοι του εργοστασίου δεν υπάγονται στους νόμους αμνήστευσης που ψηφίστηκαν κατά την επάνοδο στη δημοκρατία.

Λίγες μέρες μετά την έναρξη της δίκης, η δικαιοσύνη της Αργεντινής έλαβε απόφαση για αποφυλάκιση και κατ’ οίκον εγκλεισμό του Miguel Etchecolatz, πρώην επικεφαλής της αστυνομίας και υπευθύνου 21 παράνομων κέντρων φυλάκισης επί δικτατορίας.

Ο Etchecolatz έχει καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη, αλλά το σκεπτικό της απόφασης για κατ’ οίκον περιορισμό βασίστηκε στην ηλικία του (88 χρονών) και στα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει. Η απόφαση προκάλεσε την αντίδραση μεγάλου μέρους της αργεντίνικης κοινής γνώμης. Στις 7 Ιανουαρίου 2018 πραγματοποιήθηκε μαζική διαδήλωση διαμαρτυρίας ενάντια στην απόφαση, στην πόλη Μαρ ντε Πλάτα, όπου θα μεταφερθεί ο Etchecolatz.

Στο ίδιο ζήτημα της αναδρομικής απόδοσης δικαιοσύνης για τα ιστορικά εγκλήματα της δικτατορίας, στα τέλη Νοεμβρίου του 2017, η Δικαιοσύνη της Αργεντινής καταδίκασε για πρώτη φορά τους υπαιτίους για τις «πτήσεις θανάτου» της στρατιωτικής δικτατορίας.

Οι «πτήσεις θανάτου» ήταν η μέθοδος που εφάρμοσε το καθεστώς για τη δολοφονία περίπου 4.000 αντιφρονούντων, τους οποίους αφού απήγαγε και βασάνισε, στη συνέχεια πέταξε στη θάλασσα μέσα από ιπτάμενα αεροσκάφη. Ένα από τα μυστικά κέντρα στα οποία κρατούνταν τα θύματα ήταν η Ανώτατη Σχολή Μηχανικών του Ναυτικού (ESMA).

Συνολικά, το 2017 τα δικαστήρια της Αργεντινής καταδίκασαν 198 κατηγορούμενους και απάλλαξαν από τις κατηγορίες 36, για εγκλήματα κατά την ανθρωπότητας που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας.

Διαβάστε επίσης: “Κατηγορώντας τα θύματα: Σε άνοδο ο ιστορικός αρνητισμός της δικτατορίας στην Αργεντινή”