Η Βικτόρια Βιγιαρουέλ, νεοεκλεγείσα Αντιπρόεδρος της Αργεντινής με τον Χαβιέρ Μιλέι θεωρεί ότι ο χώρος του Πολεμικού Ναυτικού της Αργεντινής, όπου λειτούργησε το μεγαλύτερο κέντρο βασανιστηρίων της δικτατορίας, θα πρέπει να μετατραπεί σε χώρο σχολείων «ώστε να τον απολαμβάνουν όλοι οι Αργεντινοί».
Συντακτική ομάδα pass-world.gr
Σε αυτό το πλαίσιο, έχει επικρίνει πολλάκις το γεγονός ότι σε αυτό το μεγαλύτερο κέντρο κράτησης και εξόντωσης της δικτατορίας, την ESMA, λειτουργεί από το 2015 Μουσείο Μνήμης.
«Πρόκειται για 17 εκτάρια που θα μπορούσε να τα απολαύσει ολόκληρος ο λαός της Αργεντινής, αν μετατρέπονταν σε σχολεία, και αυτό που χρειαζόμαστε περισσότερο είναι σχολεία», δήλωσε πρόσφατα σε τηλεοπτική συνέντευξη. Τα σχολεία που λειτουργούσαν στην ESMA ανήκαν στο πολεμικό ναυτικό.
Μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1976, δόκιμοι μαθητές παρακολουθούσαν μαθήματα ενώ στα υπόγεια, εξαφανισθέντες κρατούμενοι βασανίζονταν και δολοφονούνταν, ενώ έγκυες αιχμάλωτες γεννούσαν σε μια μυστική κλινική.
Το σχέδιο της Βιγιαρουέλ, εγγονής, κόρης και ανιψιάς στρατιωτικών, με έναν θείο που ερευνάται για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, έρχεται σε σύγκρουση με την απόφαση της UNESCO τον περασμένο Σεπτέμβριο να ανακηρύξει το μουσείο ως χώρο πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς της ανθρωπότητας.
Κατά την διάρκεια της τελευταίας στρατιωτικής δικτατορίας, η οποία κυβέρνησε την Αργεντινή μεταξύ 1976 και 1983, λειτούργησαν 700 παράνομα κέντρα κράτησης σε όλη τη χώρα. Η Σχολή Μηχανικών του Πολεμικού Ναυτικού, η ESMA, ήταν το μεγαλύτερο από αυτά.
Η ESMA βρίσκεται στο βόρειο άκρο του Μπουένος Άιρες, απέναντι από τον ποταμό Plata και είναι περιτριγυρισμένη από πολυτελή κτίρια. Παρ’ όλα αυτά, 5.000 άνθρωποι πέρασαν από τα υπόγειά της, ενώ περίπου 4.500 πέθαναν ως αποτέλεσμα βασανιστηρίων ή ρίχτηκαν ζωντανοί στη θάλασσα. Η ESMA φιλοξενούσε, επίσης, ένα παράνομο μαιευτήριο, όπου τα μωρά παραδίδονταν στους απαγωγείς τους μετά τη δολοφονία των μητέρων τους.
Με την επιστροφή στη δημοκρατία το 1983, η σχολή για τους μελλοντικούς ναυτικούς συνέχισε να λειτουργεί εκεί. Τη δεκαετία του 1990, ο πρόεδρος Κάρλος Μένεμ πρότεινε την κατεδάφισή της, αλλά τα δικαστήρια τού υπενθύμισαν ότι υπήρχαν εκεί εκατοντάδες αποδεικτικά στοιχεία από δίκες εναντίον των βασανιστών και τον εμπόδισαν να το πράξει.
Τελικά, το Πολεμικό Ναυτικό εκδιώχθηκε και το 2015 η κυβέρνηση της Cristina Kirchner άνοιξε εκεί ένα μουσείο, το οποίο αποτελεί πλέον μέρος της ιστορικής μνήμης της Αργεντινής.
Η καμπάνια της Βιγιαρουέλ προωθεί αυτό που η ίδια αποκαλεί «ολοκληρωμένη μνήμη», «ένα ευρύ όραμα για τα ανθρώπινα δικαιώματα», το οποίο περιλαμβάνει τη δικαίωση των θυμάτων των ανταρτών και το τέλος των δεκάδων υποθέσεων για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που είναι ακόμη ανοιχτές στην Αργεντινή.
Ενώ ο Mιλέι εκλέχτηκε με την υπόσχεση μιας ριζικής αλλαγής της οικονομικής πολιτικής -με τη δολαριοποίηση και το κλείσιμο της Κεντρικής Τράπεζας ως φάρμακο για τον πληθωρισμό- η Βιγιαρουέλ εκκινεί μια συντηρητική επανάσταση κατά των αμβλώσεων, της σεξουαλικής ποικιλομορφίας και των πολιτικών ισότητας των φύλων που έφεραν την Αργεντινή στην πρώτη γραμμή αυτών των δικαιωμάτων στη Λατινική Αμερική.
Η Βιγιαρουέλ συνήθιζε να επισκέπτεται τον πρώην δικτάτορα Jorge Rafael Videla στη φυλακή, ενώ από το Κέντρο Νομικών Μελετών για την Τρομοκρατία και τα θύματά της (Celtyv) προώθησε την αναγνώριση των καταπιεστών. Το 2015, δικαστής άσκησε δίωξη κατά του θείου της, του αξιωματικού των μυστικών υπηρεσιών Ernesto Villarruel, για φερόμενες απαγωγές στο παράνομο κέντρο κράτησης El Vesubio.
H Βικτόρια Βιγιαρουέλ
Η «πολιτισμική μάχη» που προωθεί η Villarruel επιτίθεται ανελέητα σε μια από τις λίγες συναινέσεις στην Αργεντινή ενόψει της 40ής επετείου της δημοκρατίας.
Η δίκη των στρατιωτικών ηγετών που διεξήχθη κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης του Raúl Alfonsín εγκαινίασε μια διαδικασία ιστορικής επανόρθωσης που, με σκαμπανεβάσματα, αποτελεί παράδειγμα για ολόκληρη τη Λατινική Αμερική. Σήμερα στην Αργεντινή, 1.200 στρατιωτικοί έχουν καταδικαστεί μετά από 336 ποινές, ενώ 17 προφορικές δίκες είναι ακόμη ανοικτές, σύμφωνα με τα τελευταία στατιστικά στοιχεία της Γραμματείας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Η Βιγιαρουέλ θεωρεί ότι οι καταδικασθέντες είναι θύματα μιας «δικτατορίας ενός μοναδικού τρόπου σκέψης» που προωθείται από την Αριστερά. Στον κατάλογο των εχθρών της περιλαμβάνεται και η 93χρονη πρόεδρος των Γιαγιάδων της Πλατείας Μαΐου, Estela de Carlotto. Στο παρελθόν, η Βιγιαρουέλ την έχει αποκαλέσει «μια μάλλον σκοτεινή προσωπικότητα που, με τη γιαγιάδικη καλοσύνη της, δικαιολογεί την τρομοκρατία».
Παρά την τεράστια χρόνια πολιτική πόλωση στην Αργεντινή, κανένας πολιτικός, ούτε καν από την ακροδεξιά, δεν έχει ποτέ δικαιώσει δημοσίως τη δικτατορία.
Ούτε ήταν δυνατόν, μέχρι τώρα, να φανταστεί κανείς ένα εκλογικό πρόγραμμα που να περιλαμβάνει την διακοπή των δικών ή την απονομή χάριτος στους καταδικασθέντες, όπως αυτό που ενέκρινε ο Κάρλος Μένεμ το 1989.
Μόλις πριν από πέντε χρόνια, μια απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου που ωφελούσε τους βασανιστές με μειωμένες ποινές, προκάλεσε μια από τις μεγαλύτερες διαδηλώσεις στην ιστορία της χώρας και δεν εφαρμόστηκε ποτέ.
Η Βιγιαρούέλ επιδιώκει να σπάσει αυτό το κοινωνικό σύμφωνο, καταγγέλλοντας τη βία που άσκησαν οι αντάρτες την δεκαετία του 1970, αμφισβητώντας τον αριθμό των ανθρώπων που εξαφανίστηκαν κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, και την οικονομική βοήθεια που έλαβαν τα θύματα και οι οικογένειές τους.
Ως πρόεδρος του Κέντρου Νομικών Μελετών για την Τρομοκρατία και τα θύματά της (Celtyv), η Βιγιαρουέλ ζητεί αυτό που η ίδια αποκαλεί «ολοκληρωμένη μνήμη», δηλαδή να ληφθούν υπόψη και τα θύματα των ανταρτικών ομάδων όπως οι Montoneros ή ο Επαναστατικός Λαϊκός Στρατός (ERP), μεταξύ άλλων.
Όταν ορκίστηκε βουλευτής, η Βιγιαρουέλ το έκανε στο όνομα «των θυμάτων της τρομοκρατίας», γεγονός που προκάλεσε συζήτηση μεταξύ των πιο προοδευτικών δυνάμεων σχετικά με τη σκοπιμότητα υποβολής νομοσχεδίου κατά της άρνησης της κρατικής τρομοκρατίας.
Η τελευταία διαμάχη ξέσπασε μετά την παρουσίαση του βιβλίου La estafa con los desaparecidos (Η απάτη των εξαφανισθέντων», του δημοσιογράφου και πρώην στρατιωτικού Carapintada José D’Angelo, στη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου. Ο συγγραφέας περιγράφει στις σελίδες του περιπτώσεις υποτιθέμενων ψευδοθυμάτων της τελευταίας δικτατορίας και επικρίνει την έλλειψη διαφάνειας στην καταβολή των αποζημιώσεων που χορηγεί το κράτος.
«Πώς είναι δυνατόν ο ίδιος ο τόπος όπου γεννήθηκε το τέλος των νόμων της ατιμωρησίας να είναι τώρα ο τόπος της άρνησης», διερωτήθηκε τότε η Taty Almeida, Μητέρα της Πλατείας Μαΐου. Μπροστά στις επικρίσεις της Almeida και άλλων ακτιβιστών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, η παρουσίαση ακυρώθηκε κατόπιν αιτήματος της Βουλής των Αντιπροσώπων, επειδή «αντίκειται στις δημοκρατικές και ιστορικές αξίες που η κοινωνία της Αργεντινής έχει κάνει κτήμα της».
«Είναι 30.000»
Ένα από τα αγαπημένα βέλη των αρνητών της δικτατορίας είναι ο αριθμός των 30.000 εξαφανισμένων. Γι’ αυτούς, τα θύματα είναι περίπου 9.000, αναφερόμενοι σε όσους καταγράφηκαν από την Εθνική Επιτροπή για τις Εξαφανίσεις Προσώπων (CONADEP), η οποία συστάθηκε λίγες ημέρες μετά την επιστροφή της Αργεντινής στη δημοκρατία, τον Δεκέμβριο του 1983.
Ο αριθμός των 30.000 που χρησιμοποιείται από τις οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι ένας ανοιχτός αριθμός, «είναι ένα αίτημα για απάντηση», διότι «εξακολουθούμε να αναζητούμε τα πτώματα [των εξαφανισμένων] και τα ιδιοποιημένα παιδιά», υπερασπίστηκε ο συγγραφέας Martín Kohan πριν από χρόνια, αφού ο πρώην πρόεδρος Mauricio Macri είχε δηλώσει σε συνέντευξή του ότι δεν γνώριζε αν οι εξαφανισμένοι «ήταν 9.000 ή 30.000».
«Ολόκληρη η στρατηγική της κρατικής τρομοκρατίας βασιζόταν στον αρνητισμό», υποστηρίζει η δημοσιογράφος María Rosa Gómez σε μια συζήτηση στο φόρουμ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπου αναλύθηκε ο σημερινός και ο προηγούμενος αρνητισμός. «Η βίαιη εξαφάνιση ως άρνηση του σώματος του εγκλήματος. Τα παράνομα κέντρα ως άρνηση του τόπου του εγκλήματος», προσθέτει.
Σύμφωνα με την Gómez, τόσο κατά τη διάρκεια της δικτατορίας με τους εξαφανισθέντες όσο και σήμερα με τα θύματα των γυναικοκτονιών, γίνεται προσπάθεια να επιβληθεί η καχυποψία. Από το «κάτι πρέπει να έκαναν» για τα θύματα του στρατού μέχρι το «αυτή το ζήτησε» όταν μια νεαρή γυναίκα βρίσκεται νεκρή στο δρόμο.
Μέχρι τις τελευταίες εκλογές, όλοι θεωρούσαν πως αυτή η ρητορική ήταν μειοψηφική. Η παρούσα γενιά των 16 με 19 χρόνων, ωστόσο, ψήφισε μαζικά τον Milei, παρ’ ότι είναι η γενιά, η οποία καλύτερα έχει διαπαιδαγωγηθεί σε μια κουλτούρα ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η γενιά αυτή, όπως υποστηρίζουν πολλοί νέοι ψηφοφόροι του Μιλέι, βρήκε στον Μιλέι την ελπίδα για μια οικονομική σταθερότητα.
Διαβάστε επίσης:
Αργεντινή: 30.400 εξαφανισμένοι… ένας αριθμός «ανοικτός»
Ο ακροδεξιός Χαβιέρ Μιλέι κερδίζει την Προεδρία της Αργεντινής