Η ρατσιστική βία που βιώνουν οι Σύριοι στον Λίβανο

Χωρίς δικαιώματα, οι Σύριοι πρόσφυγες έχουν γίνει ο αποδιοπομπαίος τράγος του Λιβάνου, μιας χώρας που ασφυκτιά από την οικονομική και πολιτική κρίση.


Της Marta Maroto

Μετάφραση: Συντακτική ομάδα pass-world.gr


«Αλλάζει η έκφραση του προσώπου τους όταν τους λέω από πού είμαι, μου λένε ότι δεν μοιάζω με Σύριο, και αυτό με έχει σώσει από πολλή βία», δηλώνει ο Khaled με τον σκεπτικισμό κάποιου που σε νεαρή ηλικία έχει ήδη ζήσει πάρα πολλά. Προσπαθεί να κατανοήσει την προέλευση ενός ρατσισμού που τον έχει κάνει να αισθάνεται ότι οι Σύριοι πρόσφυγες στον Λίβανο συχνά αντιμετωπίζονται «σαν ζώα».

Το 1,5 εκατομμύριο Σύριων προσφύγων στο Λίβανο ζει υπό τον φόβο ενός νέου κύματος ρατσισμού, που άφησε πίσω του τουλάχιστον έναν νεκρό, ξυλοδαρμούς και επιδρομές ανώνυμων πολιτών, οι οποίοι απαιτούν από τους Σύριους να εκκενώσουν ορισμένες γειτονιές για «να διατηρήσουν το αίμα τους», όπως γράφουν κάποιες αφίσες κολλημένες στις προσόψεις των σπιτιών.

Σε μια χώρα σε χρεοκοπία με επικαλυπτόμενες κρίσεις μετά την έκρηξη στο λιμάνι της Βηρυτού το 2020, με μια παραλυμένη κυβέρνηση ανίκανη να πραγματοποιήσει μεταρρυθμίσεις για την ανακούφιση των προβλημάτων, η συριακή μετανάστευση αποτελεί τον τέλειο αποδιοπομπαίο τράγο σε μια κοινωνία στην οποία, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, το 80% του πληθυσμού επιβιώνει σε συνθήκες ακραίας φτώχειας.

Η βία ξεκίνησε στα μέσα Απριλίου μετά την απαγωγή του Pascal Sleiman, εκπροσώπου των Λιβανέζικων Δυνάμεων, ενός συντηρητικού χριστιανικού κόμματος. Το άψυχο σώμα του βρέθηκε στη Συρία, σύμφωνα με τον λιβανέζικο στρατό, ο οποίος έσπευσε να αποκαλύψει λεπτομέρειες της έρευνας που βρίσκεται σε εξέλιξη στον λογαριασμό του στο Twitter. Η υπηρεσία υπέδειξε ως δράστη μια «συμμορία Σύριων», προκαλώντας την αντίδραση των υποστηρικτών κυρίως του χριστιανικού κόμματος, οι οποίοι βγήκαν στους δρόμους ζητώντας εκδίκηση.

«Οι θεσμοί επιτρέπουν τη βία», δήλωσε στο CTXT ένας Σύριος ερευνητής, ο οποίος προτιμά την ανωνυμία του από φόβο αντιποίνων. «Υπάρχει μια σκοπιμότητα, μια συνειδητή απόφαση να χρησιμοποιηθούν οι Σύριοι για να διοχετευθεί οργή ορισμένων τμημάτων του πληθυσμού, μεταθέτοντας την ευθύνη προς τα έξω», συνεχίζει, αναφερόμενος στην ιστορική εχθρότητα μεταξύ των συντηρητικών χριστιανικών κομμάτων και της σιιτικής Χεζμπολάχ, η οποία πολεμά το Ισραήλ στο νότιο τμήμα της χώρας από τον Οκτώβριο.

Έπειτα από επτά μήνες πολέμου και σε μια χώρα μειονοτήτων που κάθε τόσο ξυπνάει το παρελθόν του εμφυλίου πολέμου, ο Hassan Nasrallah, ο ηγέτης της πολιτοφυλακής, πρόλαβε τις όποιες κατηγορίες, εκφράζοντας θλίψη για την απαγωγή του Sleiman, αρνούμενος ότι η πολιτική του δύναμη ευθύνεται γι’ αυτήν.

Η στοχοποίηση των Σύριων, λοιπόν, ήταν ένας τρόπος να αποφευχθούν περαιτέρω εσωτερικές εντάσεις. «Οι Σύριοι είναι εύκολοι στόχοι για επίθεση, με την έννοια ότι δεν έχουν δικαιώματα και κανέναν να τους υπερασπιστεί, ενώ είναι ένα ορατό κομμάτι της κοινωνίας», εξηγεί ο David Wood, αναλυτής της ειρηνευτικής οργάνωσης International Crisis Group.

Οι ρίζες του προβλήματος είναι επίσης δημογραφικές και ιστορικές. Ο Λίβανος μοιράζεται σύνορα σχεδόν 400 χιλιομέτρων με τη γειτονική Συρία και είναι η μεγαλύτερη κατά κεφαλήν χώρα υποδοχής προσφύγων στον κόσμο: η κυβέρνηση σταμάτησε να μετράει το 2015, αλλά ο αριθμός φαίνεται να πλησιάζει το 1,5 εκατομμύριο για έναν πληθυσμό μόλις τεσσάρων εκατομμυρίων Λιβανέζων.

Δεν χρειάζεται να πάει κανείς πολύ πίσω στο χρόνο για να καταλάβει την εχθρότητα μεταξύ των δύο χωρών: το 2005, η Επανάσταση του Κέδρου κατάφερε να εκδιώξει τον συριακό στρατό από τον Λίβανο, μετά από σχεδόν τρεις δεκαετίες κατοχής σε διάφορα μέρη της χώρας που ξεκίνησαν την εποχή του εμφυλίου πολέμου.

«Στη λιβανέζικη φαντασία, οι Σύριοι είτε φορούν στρατιωτικές στολές είτε φόρμες οικοδομών είναι ταυτόσημοι. Αλλά το ίδιο καθεστώς (της οικογένειας Άσαντ) που κατέλαβε τον Λίβανο είναι αυτό που με έδιωξε από τη χώρα μου», συνοψίζει ο Khaled.

«Το έχουμε συνηθίσει, είναι κυκλικό, κάθε φορά που υπάρχει πρόβλημα στοχοποιούν τους Σύριους. Με καταδιώκουν στη χώρα μου και τώρα και εδώ. Και δεν έχεις κανέναν να απευθυνθείς: ούτε τον δήμο ούτε την αστυνομία», αφηγείται ένας άλλος μεσήλικας Σύριος, ο οποίος έπεσε θύμα απαγωγής από εγκληματικές συμμορίες που εκμεταλλεύονται την ευαλωτότητα και την απελπισία των προσφύγων.

Μέσω των κοινωνικών δικτύων, η μαφία παριστάνει τα Ηνωμένα Έθνη και υπόσχεται στις οικογένειες ότι θα μετεγκατασταθούν σε άλλη χώρα. Οι ομάδες αυτές δρουν ατιμώρητα μεταξύ Λιβάνου και Συρίας και οι θιγόμενοι δεν έχουν κανένα επίσημο παράθυρο για να απευθυνθούν για βοήθεια.

Το ρατσιστικό κλίμα επιτάχυνε την εκστρατεία μαζικών απελάσεων της κυβέρνησης

Το ρατσιστικό κλίμα έχει χρησιμεύσει για να επιταχύνει την εκστρατεία μαζικών απελάσεων της κυβέρνησης: 13.772 άνθρωποι απελάθηκαν στη Συρία το 2023, σύμφωνα με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες. Στα μέσα Απριλίου, ο εκτελών χρέη πρωθυπουργού του Λιβάνου, Najib Mikati, διαβεβαίωσε ότι «οι περισσότεροι Σύριοι που βρίσκονται στον Λίβανο θα απελαθούν όταν η διεθνής κοινότητα δημιουργήσει ασφαλείς ζώνες στη Συρία».

Ο καθορισμός περιοχών για τη νομιμοποίηση των επιστροφών στη Συρία είναι η πολιτική του Λιβάνου, ο οποίος πιέζει την ΕΕ μαζί με την Κύπρο, μια γειτονική χώρα που δέχεται ολοένα και μεγαλύτερο αριθμό Σύριων που φτάνουν με βάρκες από το βόρειο Λίβανο.

Οι τρεις φορείς επισφράγισαν την καλή τους θέληση κατά τη διάρκεια επίσκεψης στη Βηρυτό, κατά την οποία η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ursula von der Leyen ανακοίνωσε πακέτο βοήθειας ύψους 1 δισ. ευρώ για το Λίβανο για τη μεταρρύθμιση του ελέγχου των συνόρων και του στρατού.

Τον ίδιο στρατό που, σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, «απελαύνει μαζικά χιλιάδες Σύριους, συμπεριλαμβανομένων ασυνόδευτων παιδιών, κατά παράβαση της λιβανέζικης νομοθεσίας και των διεθνών υποχρεώσεων του Λιβάνου για τα ανθρώπινα δικαιώματα», εξηγεί ο Ramzi Kaiss, ερευνητής της οργάνωσης.

«Οι κανόνες για την απόκτηση νόμιμης διαμονής εκ των πραγμάτων εξαλείφουν τη δυνατότητα νομιμοποίησης. Αλλά ούτε αυτό εμποδίζει την απέλαση, καθώς τουλάχιστον το 17% των απελαθέντων είχε χαρτιά», επισημαίνει.

Ο Khaled έχει προσπαθήσει αρκετές φορές να νομιμοποιήσει το καθεστώς του, αλλά όλα οδηγούν σε αδιέξοδο. «Δεν μπορούμε να επιστρέψουμε στη Συρία, επειδή οι ασφαλείς περιοχές στις οποίες θέλουν να μας στείλουν είναι υπό τον έλεγχο του καθεστώτος, όπου η στρατιωτική θητεία είναι υποχρεωτική, και δεν μας θέλουν ούτε εδώ», λέει. Μετά την πολιορκία του Χαλεπίου, κατέφυγε στον Λίβανο με την οικογένειά του και μόνο μια βαλίτσα. Πήγε να εργαστεί με τον πατέρα του ως ράφτης, πιστεύοντας ότι σύντομα θα επέστρεφαν. Περισσότερο από μια δεκαετία αργότερα, συνεχίζει να ράβει, χωρίς χαρτιά και χωρίς ελπίδα να τα αποκτήσει.

Μετά το τελευταίο κύμα βίας, ζήτησε από το αφεντικό του να μην πάει στη δουλειά, καθώς ζει σε μια από τις γειτονιές όπου υπήρξαν οι περισσότερες απειλές κατά των Σύριων: «Μου είπε να περιμένω μερικές ώρες και ότι αν δεν πάω θα μου αφαιρέσει τα τρία ημερομίσθια». «Είναι μια παγίδα, αυτή η χώρα στην οποία έχω αφιερώσει όλη μου την επαγγελματική ζωή έχει γίνει μια μεγάλη φυλακή για τους Σύριους», καταλήγει.

Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στο Contexto