Υπάρχει σκοτάδι μέσα στο καταμεσήμερο στη Ρώμη αυτές τις μέρες. Και δεν μιλάω για την ξαφνική χειμωνιάτικη κακοκαιρία. Έχει επικρατήσει ένα δυσοίωνο είδος αδιαφορίας, ένα βασικό στοιχείο της τοξικής ζύμωσης που εδώ και πολύ καιρό έχει τροφοδοτήσει την ιταλική ιδεολογία της Δεξιάς – και δυστυχώς, όχι μόνο της Δεξιάς. Την περασμένη εβδομάδα, την Τρίτη 2 Απριλίου, το βράδυ, συνέβη κάτι που τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, λίγο-πολύ λόγω μιας απλής επιπόλαιης συνήθειας, επέλεξαν να αποκαλέσουν «η εξέγερση του Τόρε Μάουρα».
Του Tommaso Di Francesco
Μετάφραση: Σάκης Στεργενάκης
Όλα συνέβησαν κατά τη διάρκεια της διάλυσης των καταυλισμών των Ρομά στην περιφέρεια της πόλης, που ξεκίνησε από τη δημοτική διοίκηση, υπό την αιγίδα του Υπουργού Μίσους, του ίδιου του Σαλβίνι, ο οποίος αισθάνεται την πίεση να παραγάγει έργο εν όψει των προσεχών εκλογών.
Καθώς οι αρχές ξεκίνησαν τη μετεγκατάσταση των Ρομά σε κέντρο υποδοχής που χρηματοδοτήθηκε από την ΕΕ, το οποίο βρίσκεται επίσης στο Τόρε Μάουρα, κοντά στην προηγούμενη τοποθεσία διαμονής τους, ξέσπασαν διαμαρτυρίες, με ένα πλήθος να ουρλιάζει «δεν τους θέλουμε εδώ», αποκαλώντας αδιάκριτα όλους τους Ρομά «κλέφτες» και απαιτώντας να τους διώξουν από τη γειτονιά. Κάποιος, μάλιστα, έγινε μάρτυρας της επαίσχυντης πράξης του θεατρινίστικου ποδοπατήματος του ψωμιού και των σάντουιτς που προορίζονταν για τους Ρομά, υπό τις κραυγές «αφήστε τους να πεθάνουν της πείνας». Ο Πρέντραγκ Ματβέεβιτς παρατήρησε δίκαια ότι το ψωμί είναι το σύμβολο του πολιτισμού ολόκληρου του κόσμου.
Η δύναμη που βρίσκεται πίσω από αυτή τη λεγόμενη εξέγερση του
«κυρίαρχου λαού» –δηλαδή, η κυριαρχική ιδεολογία που εφαρμόζεται στο επίπεδο της γειτονιάς, και όχι η μορφή λαϊκής οργάνωσης που είναι ικανή να κατακτήσει προοδευτικούς χώρους– είναι οι ακόμα ατιμώρητοι μαθητευόμενοι μάγοι, οι νεοφασίστες της Κάζα Πάουντ (Casa Pound) και της Φότσα Νουόβα (Forza Nuova), που αυτή τη φορά συνενώθηκαν για να συνενώσουν το μίσος τους εναντίον οποιασδήποτε αδύναμης ομάδας έτυχε να βρίσκεται στο στόχαστρο εκείνη την ημέρα.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, εκείνοι που βρέθηκαν στο στόχαστρο δεν ήταν οι μετανάστες που φεύγουν από τον πόλεμο και τη δυστυχία, αλλά οι Ρομά, που αναγκάζονται να φέρουν το κόκκινο σημάδι του κοινωνικού στίγματος.
Αυτή η «εξέγερση» είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα να αναγκάσει την δήμαρχο Ράτζι σε αναδίπλωση υπό την ασκούμενη πίεση, με αποτέλεσμα να αναγκαστούν οι Ρομά να μετακινηθούν για άλλη μια φορά, υπό τους θριαμβευτικούς φασιστικούς χαιρετισμούς.
Ευτυχώς, την Πέμπτη, κατά τη διάρκεια των συνεχών διαμαρτυριών των νεοφασιστών στην γειτονιά, υπήρξε ένας άνθρωπος στους δρόμους, ένας νεαρός ηλικίας 15 ετών, ο Σιμόνε –για άλλη μια φορά είναι τα παιδιά που υψώνουν ανάστημα για να σώσουν τον κόσμο– ο οποίος μόνος του μπροστά στους διαδηλωτές της Casa Pound, είχε το θάρρος να τους αντιμετωπίσει και να υπερασπιστεί τους Ρομά: «Αυτοί οι άνθρωποι αντιμετωπίζονται σαν αντικείμενα», είπε. «Κυνηγάτε πάντα τις μειονότητες, επιλέγετε να τα βάλετε με τους πιο αδύναμους, αυτό δεν μ’ αρέσει».
Οι έμποροι του μίσους σίγουρα θα επιστρέψουν στους δρόμους, γιατί αυτό που πρέπει να πουλήσουν είναι καθαρό, ανόθευτο μίσος, που τροφοδοτείται από την ψευδή συνείδηση του ρατσισμού.
Φανταστείτε την αναγκαστική απομόνωση και γκετοποίηση μιας κοινωνικής ομάδας που χαρακτηρίζεται ως διαφορετική, βρώμικη, εθισμένη στην κλοπή, σχεδόν εθνοτικά προδιατεθειμένη στην απάτη, ενώ οι πραγματικοί απατεώνες στη Ρώμη, από τον Αλεμάνο μέχρι την Μαφία της Πρωτεύουσας, και μέχρι τη σημερινή διοίκηση της πόλης, ευδοκιμούν και κάνουν μεγάλη ζωή σε πολύ διαφορετικές γειτονιές. Στη συνέχεια, φανταστείτε το κλείσιμο όλων των οδών που θα επέτρεπαν την ενσωμάτωση αυτής της κοινωνικής ομάδας όσον αφορά την εργασία, την υγεία και την εκπαίδευση, αναγκάζοντάς τους έτσι στην περιθωριοποίηση και την παρανομία, χωρίς καμία σύνδεση με τον έξω κόσμο. Έτσι, σε έναν φαύλο κύκλο, η αιτία του μίσους είναι το ίδιο το κοινωνικό στίγμα.
Ας είμαστε προσεκτικοί όταν επικαλούμαστε τα «προάστια», τον τόπο όπου θα θέλαμε να περιορίσουμε κάθε μορφή ανορθολογισμού, καθώς αυτό θα αποτελέσει μόνο μια τέλεια δικαιολογία για την τέλεια αδιαφορία.
Είναι βεβαίως αλήθεια ότι τα περιστατικά ρατσιστικού χαρακτήρα τείνουν να συμβαίνουν στις υπερχειλισμένες περιφέρειες, που χαρακτηρίζονται από ανεπίλυτα κοινωνικά ζητήματα και μια πυορροούσα ταξική σύγκρουση. Αλλά ποια είναι η λύση τότε; Κάποια εκδοχή των αντιμεταναστευτικών συνθημάτων: «Βοηθήστε τους στην πατρίδα τους»; Όχι, ο δικός μας είναι ο κόσμος της παγκοσμιοποίησης: τα πάντα έχουν γίνει περιφέρεια. Η Ρώμη είναι πλέον ουσιαστικά πανομοιότυπη με τα τερατώδη υπερμεγέθη προάστια της. Και όποτε ορισμένες «διαφορετικές» ομάδες, όπως οι Ρομά, εισήλθαν στις ιστορικές περιοχές του κέντρου ή στις «καλές» γειτονιές, ο ρατσισμός προκάλεσε το μίσος με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, τον οποίο πάντα η ακραία νεοφασιστική Δεξιά εκμεταλλευόταν.
Επιπλέον, πώς μπορούμε να αποφύγουμε την επέκταση αυτής της έννοιας της «περιφέρειας» σε ολόκληρη την Ευρώπη; Πράγματι, η ποινικοποίηση των Ρομά βρίσκεται παντού στην ημερήσια διάταξη: ένα ευρωπαϊκό φαινόμενο που αντιπροσωπεύει, όπου εκδηλώνεται, ένα σημάδι της αποτυχίας της πολιτικής ολοκλήρωσης της Γηραιάς Ηπείρου, η οποία παρακολουθεί την εμφάνιση εθνικιστικών κυριαρχιών που αρνούνται να υπερασπιστούν τις παγκόσμιες αξίες της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου και, αντίθετα, προτείνουν ένα εθνοκεντρικό ήθος ως βάση για την εκλογική στήριξη και την πολιτική εξουσία.
Στην Ευρώπη, από την αρχή μόνο του τρέχοντος έτους, υπήρξαν τρία πογκρόμ κατά των Ρομά στην Ουκρανία, μέσα στη γενική αδιαφορία. Στην Ευρώπη, οι Ρομά έχουν νομίμως περιθωριοποιηθεί στη Σλοβακία και την Ουγγαρία. Και ποιος μπορεί να ξεχάσει ότι ο πρώην πρωθυπουργός της Γαλλίας, ο σοσιαλιστής Βαλς, έχτισε την αναπάντεχη εκλογική του επιτυχία στην απομάκρυνση των Ρομά από το Παρίσι, μόλις πριν από λίγα χρόνια;
Οι Ρομά είναι στην πραγματικότητα πρόσφυγες, που εκδιώχθηκαν από τους ιστορικούς τόπους εγκατάστασής τους στη Σλοβακία, την Τσεχική Δημοκρατία, τη Βουλγαρία και την πρώην Γιουγκοσλαβία. Θα πρέπει να περιμένουμε από τον Σαλβίνι να τουιτάρει κάποια μέρα ότι θα πρέπει να «τους στείλουμε πίσω» στο Κοσσυφοπέδιο, όπου είδαμε τη γειτονιά τους στη Μιτρόβιτσα να κατακαίγεται από τις αλβανικές πολιτοφυλακές, τους συμμάχους μας στον πόλεμο;
Οι Ρομά δεν έχουν κάνει ποτέ πόλεμο με κανέναν, αλλά έχουν αναγκαστεί να φύγουν και εξωθήθηκαν στην κατάσταση του «νομαδισμού», όρο με τον οποίο τα κλισέ των μέσων μαζικής ενημέρωσης και της ξενοφοβίας προσπαθούν πάντοτε να τους προσδιορίσουν, με μια θαυμάσια κρανιομετρική μέθοδο, σαν να ήταν κάτι που είναι γραμμένο στο DNA τους. Αυτό είναι απλά ψευδές.
Κάθε μέρα, αυτοί οι άνθρωποι ελπίζουν να βρουν κάποια μόνιμη κατάσταση και ασφάλεια, αλλά χωρίς αποτέλεσμα: υποβαθμισμένοι σε «καταυλισμούς», στην «κατάσταση έκτακτης ανάγκης» στην οποία η κοινωνία μας βουλιάζει.
Μια απλή ερώτηση έρχεται στο μυαλό: δεδομένων των ισχυρών δεσμών που υπάρχουν στη Ρώμη μεταξύ του θεσμικού εγκλήματος και του νεοφασισμού, μήπως αυτή η επιστροφή των μελανοχιτώνων στους δρόμους συνδέεται με ένα νέο σχέδιο για τη «διαχείριση» της τραγωδίας των Ρομά με σκοπό το οικονομικό κέρδος, κάτι για το οποίο υπάρχει άφθονο προηγούμενο;
Από την άλλη πλευρά, ένα σχέδιο στεγαστικής ενσωμάτωσης –και ακόμη πιο σημαντικό, η εκπαίδευση των παιδιών Ρομά– δεν θα είχε καμία σχέση με αυτό και θα έπρεπε να αποτελεί μέρος μιας προοδευτικής αναπτυξιακής ατζέντας για όλη την Ιταλία, ξεκινώντας από την ίδια τη Ρώμη. Και εκείνοι που ισχυρίζονται ότι εκπροσωπούν την Αριστερά στη διοίκηση της πόλης πρέπει να είναι σε θέση να διατυπώσουν αυτό το επιχείρημα, αντί να προσποιούνται ότι μεταφέρουν τα μηνύματα «των ανθρώπων» που εκτοξεύουν το εθνοκυριαρχικό μίσος.
Και χρειαζόμαστε κάτι περισσότερο από αυτό: χρειαζόμαστε μια πολιτιστική επανάσταση. Όπως υποστηρίζει ο Λεονάρντο Πιάζερε στο τεύχος του L’ Antiziganismo («Αντι-Τσιγγανισμός»), στο οποίο περιγράφει έναν έντονο παραλληλισμό με τον αντισημιτισμό: τι θα είχαμε εάν αντικαθιστούσαμε τις λέξεις «Τσιγγάνος», «Ρομά» ή «νομάς» με τις λέξεις «Εβραίος» και «εβραϊκά»; Εξάλλου, οι Ρομά είναι ένας λαός που υπέστη τον Ποραχίμο (Porajmos), μέρος της ίδιας γενοκτονίας όπως η Εβραϊκή Σόα, που διεπράχθη στα ίδια ναζιστικά στρατόπεδα θανάτου (όπως το Άουσβιτς).
Τι εντύπωση θα προκαλούσε –και θα έπρεπε να προκαλέσει– αν ακούγαμε τον πολιτικό μας ηγέτη να περιγράφει αντί αυτών ένα «εβραϊκό σχέδιο», «κέντρα συγκέντρωσης Εβραίων» και την ίδρυση «πλήρως εξοπλισμένων καταυλισμών (στρατοπέδων) Εβραίων»;
To κείμενο δημοσιεύτηκε στο Manifesto, στις 7 Απριλίου 2019.