Ο ρόλος της αποικιοκρατίας στην παγκόσμια κατανομή της χλωρίδας

Στο άρθρο του στην El País, o Miguel Ángel Criado αναλύει τον τρόπο με τον οποίο η αποικιοκρατία άφησε, για αιώνες, το αποτύπωμά της στο φυσικό τοπίο των πρώην κυριαρχούμενων χωρών.


Του Miguel Ángel Criado

Μετάφραση: Συντακτική ομάδα pass-world.gr


Χιλιάδες χιλιόμετρα χωρίζουν την βόρεια Αυστραλία, τη νότια Αφρική και τον ανατολικό Καναδά, τον μεξικανικό Ειρηνικό και τα Κανάρια Νησιά ή την Νοτιοανατολική Ασία και το Σουρινάμ. Ωστόσο, η χλωρίδα τους μοιάζει περισσότερο από ό,τι θα όριζε η φύση. Είναι το ορατό ίχνος της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας.

Μια ομάδα ερευνητών έχει συσχετίσει την έκταση και τη διάρκεια τεσσάρων μεγάλων αυτοκρατοριών με τη σημερινή κατανομή χιλιάδων φυτικών ειδών.

Διαπίστωσαν ότι σε πολλές περιοχές τα τοπία είναι κοινά, αιώνες μετά την πτώση αυτών των αυτοκρατοριών. Οι Βρετανοί άλλαξαν το περιβάλλον περισσότερο, ενώ οι Ολλανδοί λιγότερο. Στο μέσο της κλίμακας βρίσκονται οι Ισπανοί και οι Πορτογάλοι.

Στα ταξίδια τους, οι άνθρωποι πάντα έπαιρναν μαζί τους μέρος της χλωρίδας της πατρίδας τους. Είτε για λόγους διατροφής, είτε για λόγους αισθητικής, είτε από νοσταλγία, είτε τυχαία, η εισαγωγή εξωτικών ειδών που τελικά προσαρμόζονται στο νέο περιβάλλον (εγκλιματίζονται) είναι μια σταθερά στην ανθρώπινη ιστορία.

Όμως αυτή η τάση εντατικοποίήθηκε, σε πρωτοφανή βαθμό, με την έναρξη των αποικιακών αυτοκρατοριών, όταν από το 1492 και μετά, οι Ευρωπαίοι επέκτειναν την επιροή τους όλες τις γωνιές του πλανήτη.

Οικολόγοι, με εμπειρία στις βιολογικές εισβολές, χρησιμοποίησαν τα πιο πρόσφατα δεδομένα από το GloNAF, μια παγκόσμια βάση δεδομένων για την κατανομή των εγκλιματισμένων φυτών, για να προσδιορίσουν την παρουσία τους σε σχεδόν 1.200 περιοχές που κάποτε ήταν αποικίες μιας ή περισσότερων μητροπόλεων. Τα αποτελέσματα δημοσιεύθηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Nature Ecology & Evolution.

Όπως ήταν αναμενόμενο σε αυτοκρατορίες τόσο εκτεταμένες και διαφορετικές όσο οι τέσσερις που μελετήθηκαν (βρετανική, ολλανδική, πορτογαλική και ισπανική), υπάρχει μεγάλη ετερογένεια των τοπίων.

Η μεταβλητή που επηρεάζει περισσότερο την ποικιλομορφία της χλωρίδας είναι το κλίμα.

Ωστόσο, οι ερευνητές γρήγορα παρατήρησαν ότι όταν συνέκριναν διαφορετικές και απομακρυσμένες περιοχές που ανήκαν στην ίδια αυτοκρατορία, εντόπιζαν σε ορισμένες από αυτές μεγαλύτερο βαθμό ομοιότητας φυτών από ό,τι θα υποδείκνυε το κλίμα, το γεωγραφικό πλάτος ή η απλή τύχη.

Η ομοιότητα αυτή είναι μεγαλύτερη μεταξύ ορισμένων από τις πρώην βρετανικές αποικίες, εν΄ώ έπονται περιοχές από τις ισπανικές, τις πορτογαλικές και, τέλος, τις ολλανδικές αποικίες.

Ο βοτανολόγος του Πανεπιστημίου της Βιέννης Bernd Lenzner, επιστημονικός υπεύθυνος του έργου, σημειώνει ότι υπάρχουν διάφορες εξηγήσεις για αυτή την τάση ομοιομορφίας εντός κάθε αυτοκρατορίας. «Η Βρετανική Αυτοκρατορία ήταν μεν μακρόβια, αλλά και πρόσφατη».

Πράγματι, στην ανάλυσή τους, σημειώνουν ότι όταν μια περιοχή ανήκε επί μακρότερον σε μια αυτοκρατορία, η φυτική ομοιότητα με την μητρόπολη ήταν μεγαλύτερη.

Επιπλέον, η αυτοκρατορική μακροζωία εξηγεί σε μεγάλο βαθμό και το κοινό τοπίο σε διάφορες περιοχές της πρώην ισπανικής αυτοκρατορίας. Ορισμένες, όπως αρκετές οικοπεριοχές του Μεξικού ή των Άνδεων, ανήκαν στο ισπανικό στέμμα για 290 χρόνια.

Η χρονική περιόδος ακμής κάθε αυτοκρατορίας παίζει, επίσης, ρόλο. Η ισπανική αυτοκρατορία ξεκίνησε νωρίτερα από τη βρετανική. Η επέκταση της πρώτης έγινε με ξύλινα πλοία, ενώ της δεύτερης με ατμοκίνητα πλοία και τρένα, τα οποία διευκόλυναν τις συνδέσεις μεταξύ των διαφόρων τμημάτων της βρετανικής επικράτειας.

Κατά τον 16ο και 17ο αιώνα, όπου κυριαρχούσαν οι Ισπανοί, δεν υπήρχαν σχεδόν καθόλου σχέδια για τη συνειδητή εισαγωγή και τον εγκλιματισμό ειδών από τον ένα τόπο στον άλλο. Μόνο τον 18ο και 19ο αιώνα, τη χρυσή εποχή των Άγγλων, έγιναν δημοφιλείς οι βοτανικοί κήποι και οι εταιρείες εγκλιματισμού, οι οποίες προσπαθούσαν να κλωνοποιήσουν την αγγλική ύπαιθρο στις αποικίες.

Ο τρόπος διακυβέρνησης κάθε αυτοκρατορίας είναι και αυτός σημαντικός.

«Οι περιοριστικές εμπορικές πολιτικές των ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών εξασφάλιζαν ότι τα φυτά διακινούνταν κυρίως μεταξύ περιοχών που κατείχε η ίδια αποικιακή δύναμη».

Ως εκ τούτου, το σύνολο των ειδών που ανταλλάσσονταν μεταξύ των περιοχών περιοριζόταν στην επικράτεια της αυτοκρατορίας και ως αποτέλεσμα, οι περιοχές αυτές γίνονταν πιο όμοιες ως προς τη χλωρίδα τους, σε σύγκριση με τις περιοχές εκτός αυτής», υποστηρίζει ο Lenzner. Τόσο η Ισπανία, όσο και η Πορτογαλία, και σε μικρότερο βαθμό η Αγγλία, επέτρεπαν το εμπόριο μόνο εντός της αυτοκρατορίας, ενώ το υπόλοιπο ήταν λαθρεμπόριο.

Η περίπτωση της ολλανδικής αυτοκρατορίας, της αυτοκρατορίας με τις λιγότερες φυτικές ομοιότητες μεταξύ των αποικιών της, αποδεικνύει την αντίθετη σχέση. Η Ολλανδία διατήρησε πιο ανοικτές εμπορικές πολιτικές, οι οποίες διευκόλυναν τη μεγαλύτερη ετερογένεια.

Υπάρχουν, ωστόσο, και ακραίες περιπτώσεις, όπως η εμπορική εισαγωγή της παραγωγής καουτσούκ στη Νοτιοανατολική Ασία, η οποία απέχει χιλιάδες χιλιόμετρα και δύο ωκεανούς από το σημερινό Σουρινάμ, την περιοχή από όπου λαμβάνεται το φυσικό λάτεξ.

Οι εργαζόμενοι της εταιρείας καπνού και καουτσούκ Tanjung-Morawa παίρνουν κολλημένο λατέξ από το Lubuk Pakam, μια πόλη στην επαρχία της Βόρειας Σουμάτρας της Ινδονησίας

Η επιστημονική μελέτη, η οποία βασίζεται στην ανάλυση δικτύων, αποκαλύπτει ότι οι κεντρικές περιοχές κάθε αυτοκρατορίας έχουν επίσης μεγαλύτερη ομοιότητα στο φυτικό τους τοπίο.

Ειδικότερα, οι περιοχές με εμπορική σημασία, οι διοικητικές πρωτεύουσες ή σημαντικά λιμάνια, παρουσιάζουν μεγαλύτερη σύγκλιση φυτών εντός κάθε αυτοκρατορίας. Αυτή είναι η περίπτωση των ακτών της σημερινής Πολιτείας Guerrero, της Baja California (Μεξικό) και του Nariño (Κολομβία). Στη Βρετανική Αυτοκρατορία, ξεχωρίζουν η ανατολική Αυστραλία και η Ινδία.

Όσον αφορά την αντίθετη κατεύθυνση, από τις αποικίες προς τη μητρόπολη, δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου σημαντικές αλλαγές στο φυσικό τοπίο των πρώην αυτοκρατοριών, εκτός από τους κήπους εξωτικών φυτών ή γεωργικών ειδών (που δεν περιλαμβάνονται στη μελέτη).

Εξαίρεση αποτελεί η εισαγωγή διαφόρων ειδών κάκτων, όπως οι κάκτοι φραγκόσυκου, σε μεγάλο μέρος της Ισπανίας και της νότιας Ιταλίας. Ο Franz Essl, επίσης από το Πανεπιστήμιο της Βιέννης και συνσυγγραφέας αυτής της μελέτης, σχολιάζει: «Οι κάκτοι χρησίμευαν ως κέντρο για τον πολλαπλασιασμό εξωτικών φυτών, καθώς σε πολλές περιπτώσεις νέα είδη εισήχθησαν από τις αποικίες πρώτα στη μητρόπολη και στη συνέχεια εξαπλώθηκαν σε άλλες περιοχές της αυτοκρατορίας».

Κάκτοι στην Σύρο

Οι βιολογικές εισβολές από ζώα, όπως τα κουνέλια στην Αυστραλία ή οι γάτες σε πολλά νησιά, είναι γνωστές. Ωστόσο, και ο αντίκτυπος της ξενικής χλωρίδας μπορεί να είναι καταλυτικός.

«Πράγματι, υπάρχουν διαβόητες περιπτώσεις ειδών γνωστών στους ανθρώπους, όπως τα κουνέλια, τα οποία είναι ιδιαίτερα επιβλαβή. Αλλά και τα μη ενδημικά φυτά μπορούν να αλλοιώσουν βαθιά τους οικοτόπους και τα οικοσυστήματα», μας υπενθυμίζει ο Essl.

Ο Essl δίνει δύο παραδείγματα. Αφενός, το μεσημβριάνθεμο ή μπούζι (Carpobrotus edulis). Με καταγωγή από τη Νότια Αφρική, «εισήχθη ως καλλωπιστικό είδος σε μεσογειακές περιοχές σε όλο τον κόσμο, όπου έχει αφθονήσει, κατά μήκος των ακτών και όπου ανταγωνίζεται εξειδικευμένα είδη αυτοφυών φυτών».

Μεσημβριάνθεμα στην ακτογραμμή της Corniche (Sète, Γαλλία)

Από την άλλη πλευρά, ο Essl αναφέρει επίσης το πρόβλημα  που αντιμετωπίζουν πολλά νησιά.

Σε προηγούμενες μελέτες τους έδειξαν ότι πάνω από το ένα τέταρτο όλων των νησιών που μελετήθηκαν έχουν συσσωρεύσει περισσότερα ξενικά από ό,τι ενδημικά φυτικά είδη.

Εξέχοντα παραδείγματα είναι η Χαβάη ή ο Μαυρίκιος, όπου θεωρούνται από πολλούς σχεδόν παρθένοι παραδείσοι. «Εκεί, τα εξωτικά είδη φυτών έχουν μεταμορφώσει σε μεγάλο βαθμό τα οικοσυστήματα των νησιών», προειδοποιεί ο επιστήμονας.

Ένας παράγοντας που επιδεινώνει τον αντίκτυπο της φυτικής αποικιοκρατίας είναι ότι τα φυτά αποτελούν τη βάση κάθε οικοσυστήματος. Άλλος ένας είναι ο χρόνος.

«Γνωρίζαμε ότι τα ξενικά είδη μπορεί να χρειαστούν δεκαετίες για να εγκατασταθούν και να εξαπλωθούν σε μια περιοχή στην οποία έχουν εισαχθεί και ότι η διαδικασία αυτή συχνά καθυστερεί σημαντικά», αναφέρει.

Αλλά προσθέτει: “Η ανίχνευση τέτοιων κληρονομιών αρκετές δεκαετίες, μερικές φορές ακόμη και αιώνες, μετά την κατάρρευση των ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών, είναι κάτι που πρέπει να ληφθεί υπόψη. Δείχνει ότι πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί και να γνωρίζουμε ποια είδη μετακινούμε σε όλο τον κόσμο”.

Η ερευνήτρια του Πανεπιστημίου Friedrich-Alexander της Γερμανίας, Nussaibah Raja, δεν πιστεύει ότι η ιδέα της αποικιοκρατίας των φυτών είναι καινούργια, αλλά τονίζει τη σημασία αυτής της έρευνας: «Νομίζω ότι αυτή η μελέτη είναι η πρώτη που αναγνωρίζει πραγματικά τον αντίκτυπο της αποικιοκρατίας στην παγκόσμια κατανομή της χλωρίδας και πώς αυτό άλλαξε ριζικά τον κόσμο όπως τον ξέρουμε.

Αυτού του είδους οι έρευνες σηματοδοτούν μια στροφή προς την αναγνώριση του τρόπου με τον οποίο τα ιστορικά γεγονότα έχουν επηρεάσει την οικολογία».

Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στην El País.

Διαβάστε επίσης:

Αποικιοκρατία: Οι απαρχές της περιβαλλοντικής κρίσης

H εκδίωξη των Μασάι στο όνομα της περιβαλλοντικής προστασίας