Η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό εξακολουθεί να ζει σε συνθήκες συντριπτικής πολιτικής βίας, αλλά η διεθνής κοινότητα σιωπά. Για ποιους λόγους; Τον Φεβρουάριο του 2017, ένα βίντεο που είχε τραβηχτεί στο χωριό Mwanza Lomba έγινε viral. Έδειχνε άμαχο πληθυσμό, γυναίκες και παιδιά, να δολοφονούνται από τον κρατικό στρατό.
Των Ishiaba Casonga και Serge Egola Angbakodolo
Σύντομα, οι εικόνες πέρασαν από τα social media στα δελτία ειδήσεων όλου του πλανήτη. Όμως μετά από λίγο, το θέμα εξαφανίστηκε χωρίς περαιτέρω συζήτηση για το τι σήμαιναν και τι αποκάλυπταν αυτές οι εικόνες.
Τον Απρίλιο του 2017, περισσότεροι από 40 μαζικοί τάφοι ανακαλύφθηκαν στην ίδια περιοχή, στο Κασάι, όπου μετά από την εξέγερση Καμουίνα Νσάπου, τον περασμένο Αύγουστο, χιλιάδες πολίτες εκτοπίστηκαν από τις ένοπλες δυνάμεις του καθεστώτος του Καμπιλά. Και πάλι, η ιστορία αυτής της τραγωδίας μοιάζει να μην κινητοποιεί μια ευρεία δημόσια συζήτηση.
Σύμφωνα με την έκθεση του 2011-2015 του Προγράμματος Πρόβλεψης Βιαιοτήτων του Πανεπιστημίου του Σίδνεϊ [1] το Κονγκό ήταν δεύτερο στην κατάταξη των χωρών με το μεγαλύτερο κίνδυνο διάπραξης γενοκτονιών ή δολοφονιών λόγω πολιτικών πεποιθήσεων, με τη Συρία να κατατάσσεται τότε 11η στη συγκεκριμένη έκθεση. Κι όμως παρά τις μαζικές θηριωδίες που διαπράττονται σήμερα στο Κονγκό, ο ίδιος οργανισμός παρέλειψε να συμπεριλάβει στην έκθεσή του για το 2016-2020 τη χώρα, ενώ η Συρία, που βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο της παγκόσμιας συζήτησης, έχει τοποθετηθεί στην 6η θέση.
Η γενοκτονία, όπως ορίζεται από τον ακτιβιστή ανθρωπίνων δικαιωμάτων Τζον Πρέντεργκαστ ως «εξαφάνιση μιας ομάδας ανθρώπων στη βάση της ταυτότητάς τους», είναι μια καθημερινή πραγματικότητα στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό – μια πραγματικότητα στην οποία εμπλέκεται άμεσα ο Πρόεδρος της χώρας Ζοζέφ Καμπιλά.
Την ίδια στιγμή που στη Συρία οι χημικές επιθέσεις εναντίον αμάχων, οι οποίες επίσης αποτυπώθηκαν σε βίντεο, προκάλεσαν αμερικανικές στρατιωτικές επεμβάσεις και εκκλήσεις από όλο τον κόσμο για απομάκρυνση του Άσαντ, ο Καμπιλά μοιάζει να απολαμβάνει μιας ασυλίας που του επιτρέπει να συνεχίζει το έργο του.
Mια παγκόσμια αποθήκη μεταλλευμάτων
Η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό είναι γνωστή όχι μόνο ως ένα τεράστιο νεκροταφείο ξεχασμένων ολοκαυτωμάτων και συγκαλυμμένων γενοκτονιών, αλλά και ως ένας μεγάλος μαζικός τάφος των Αφρικανών που πέθαναν στο όνομα της παγκόσμιας κουλτούρας της κατανάλωσης.
Αυτή είναι μια κληρονομιά που έχει τις ρίζες της στο 1885, όταν o βέλγος μονάρχης Λεοπόλδος Β’ θυσίασε και ακρωτηρίασε δεκάδες χιλιάδες Κονγκολέζους. Ο θάνατος και οι εκτοπισμοί ήταν το τίμημα που κλήθηκαν να πληρώσουν οι Κονγκολέζοι, στο όνομα της ακόρεστης αναζήτησης καουτσούκ, υλικού πολύτιμου για την αναδυόμενη τότε αυτοκινητοβιομηχανία.
Κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, οι ΗΠΑ χρησιμοποίησαν το εξαιρετικά τοξικό ουράνιο του ορυχείου του Σινκολόμπουε για να τροφοδοτήσουν το μυστικό Πρόγραμμα Μανχάταν στο πλαίσιο του οποίου δημιουργήθηκαν οι πρώτες ατομικές βόμβες, συμπεριλαμβανομένων αυτών που χρησιμοποιήθηκαν στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι.
Για μια ακόμα φορά, ήταν το κονγκολέζικο αίμα που θυσιάστηκε για τα σχέδια της Δύσης.
Από το 1996, σε διαδοχικούς και περίπλοκους πολέμους, χιλιάδες Κονγκολέζοι πεθαίνουν εξαιτίας της εξόρυξης του κολτάν, ενός μεταλλεύματος που περιγράφεται συχνά και ως «γκρίζος χρυσός».
Το κολτάν είναι ένα μετάλλευμα υψηλής αξίας για την τεχνολογική βιομηχανία, που έχει μετατρέψει το Ανατολικό Κονγκό σε «επίκεντρο βιασμών». Οι πολιτοφυλακές και ο εθνικός στρατός χρησιμοποιούν τις επιθέσεις στις γυναίκες ως μέσο εκτοπισμού των πληθυσμών, προκειμένου να εξασφαλίσουν τον έλεγχο των ορυχείων.
Η παγκόσμια ζήτηση για ταντάλιο, νιόβιο, κασσίτερο, χρυσό και βολφράμιο –όλα τους μέταλλα που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή εξαρτημάτων για τους υπολογιστές και τα smartphone– αποδεικνύεται ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο σε οποιαδήποτε προσπάθεια επίλυσης των συγκρούσεων στη χώρα.
H ζήτηση κοβαλτίου σήμερα αυξάνεται λόγω της αυξημένης ζήτησης μπαταριών λιθίου-ιόντων που φορτίζουν τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα και αποθηκεύουν ανανεώσιμη ενέργεια.
Οι χώρες, λοιπόν, που διατηρούν πρόσβαση σε αυτό το υψηλό απόθεμα κοβαλτίου του Κονγκό ελέγχουν και την ενέργεια του μέλλοντος.
Σήμερα, καθώς το ενδιαφέρον για αναζωογόνηση της βιομηχανικής παραγωγής της Δύσης αυξάνεται, η ζήτηση για χαμηλού κόστους μεταλλεύματα από το Κονγκό δεν μπορεί παρά να αυξάνεται κι αυτή. Προκειμένου να ικανοποιηθεί αυτή η ζήτηση και να κρατηθούν χαμηλά τα κόστη, ένας πολιτικός ηγέτης που λειτουργεί ως αδίστακτος Διευθύνων Σύμβουλος είναι «ό, τι πρέπει».
Απόλυτη ασυλία
Τα μεγάλης κλίμακας ορυχεία επιφανειακής εκμετάλλευσης χαλκού που υπάρχουν στο Κονγκό είναι στα δέκα μεγαλύτερα του κόσμου. Στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η χώρα βρίσκεται στη χαμηλότερη βαθμίδα.
Η βρετανική ΜΚΟ «Απελευθέρωση από τα Βασανιστήρια» [Freedom from Torture] κατατάσσει το Κονγκό τέταρτο στις χώρες με την υψηλότερη καταγραφή βασανιστηρίων. Το 70% των εγκλημάτων και των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που καταγράφηκαν στο Κονγκό το 2016, διαπράχθηκε από τις εθνικές δυνάμεις ασφαλείας, κατόπιν άμεσων ή έμμεσων εντολών από τον επικεφαλής του κράτους ή από τον στενό του περίγυρο.
O κατάλογος των μη ερευνημένων μαζικών τάφων είναι ενδεικτικός: στις περιοχές Kibumba, Makobola, Tingi-Tingi, Mbandaka, Kisangani, Beni, Sumbi, Nienge, Lolo Bene, Rubare, Camp Kibembe και Lubumbashi. Δύο χρόνια μετά την ανακάλυψή του, ο μαζικός τάφος του Maluku, παραμένει, όπως και τόσο πολλοί άλλοι, ένα μυστήριο.
Έγγραφα που διέρρευσαν στη δημοσιότητα αποκαλύπτουν ότι, ήδη από το 2014, εντολές του Υπουργείου Εσωτερικών που διαβιβάστηκαν σε ανώτατους αξιωματούχους της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, της Αστυνομίας και της Γενικής Διεύθυνσης Μετανάστευσης, περιέγραφαν ως θεμιτή τη χρήση βασανιστηρίων σε πολιτικούς αντιπάλους, στον βαθμό που εφαρμόζεται με «διακριτικότητα», και ως «μέθοδος για τη σιωπηρή καταστολή και τον εκφοβισμό» στην προσπάθεια διατήρησης της εξουσίας.
Μια ιδιωτική επιχείρηση
Όπως συνέβαινε με τον Βασιλιά Λεοπόλδο Β’, το Κονγκό είναι σήμερα η ιδιωτική επιχείρηση του Ζοζέφ Καμπιλά. Υπάρχουν ορυχεία που ελέγχονται άμεσα από τον Πρόεδρο και την οικογένειά του. Είναι αυτά που δεν έχουν ανατεθεί από τον Καμπιλά σε πολιτοφύλακες, μισθοφόρους και εμπορικά συστήματα εταιριών που κάνουν δουλειές σε «άδειες εκτάσεις» πέρα από τον έλεγχο του κράτους.
Η οικονομική αυτοκρατορία του Καμπιλά περιλαμβάνει τουλάχιστον 70 εταιρίες, των οποίων τη διαχείριση ή την πλειοψηφία των μετοχών έχουν μέλη της οικογένειάς του. Αυτή η αυτοκρατορία περιλαμβάνει τα τάγματα θανάτου που κάνουν επιχειρήσεις σε όλη τη χώρα, στο πλαίσιο της γενικής στρατιωτικής στρατηγικής της κυβέρνησης.
Στρατιωτικοί αξιωματούχοι και μυστικοί πράκτορες στρατολογούν μισθοφόρους για λογαριασμό του Προέδρου και της οικογένειάς του, κάτω από την προστασία των υπηρεσιών πληροφοριών χωρών της περιοχής, όπως η Ρουάντα, η Ουγκάντα, το Μπουρούντι, η Ζιμπάμπουε και το Σουδάν.
Αυτές οι ένοπλες συμμορίες, γνωστές και ως «προεδρικές πολιτοφυλακές», επιχειρούν ελεύθερα στο Κονγκό και λειτουργούν επίσης ως ένα τοπικό παρακλάδι της μαφίας της περιοχής, που διευκολύνει αυτό που εύσχημα ονομάζεται διαδικασία «διασυνοριακής οικονομικής ανάπτυξης».
Η εταιρία Saracen Uganda Ltd, για παράδειγμα, που επικεντρώνεται στην παροχή ιδιωτικών υπηρεσιών ασφάλειας στην Ανατολική Αφρική, δίνοντας τεχνογνωσία στον εντοπισμό και την απενεργοποίηση εκρηκτικών υλών, στον εντοπισμό οχημάτων, στην εκπαίδευση σκυλιών και φρουρών, επικρίθηκε, το 2002, σε μια έκθεση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για εκπαίδευση ένοπλων παραστρατιωτικών οργανώσεων στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό.
Ο Στρατηγός Σαλίμ Σαλέχ, ετεροθαλής αδελφός του Προέδρου της Ουγκάντα Γιουέρι Μουσεβένι, είναι ένας από τους ιδρυτές της συγκεκριμένης εταιρίας. Η Ουγκάντα έχει μετατραπεί σε ένα εργοστάσιο παραγωγής μισθοφόρων και σε εμπορικό επίκεντρο της εμπορίας χρυσού, παρά τις καταγγελίες διεθνών ΜΚΟ και παρατηρητών.
Στο Κονγκό οι άδειες χρήσης ορυχείων εκχωρούνται σε τεράστιες πολυεθνικές εξόρυξης είτε σε ύποπτα χαμηλές τιμές είτε έναντι δισεκατομμυρίων δολαρίων που όμως δεν φτάνουν ποτέ στα κρατικά ταμεία του Κονγκό.
Η εξαγορά της σιωπής
Οι New York Times ανέφεραν πρόσφατα σε ρεπορτάζ τους ότι ο Καμπιλά «πέτυχε την άμβλυνση της κριτικής από τους δυτικούς συμμάχους του, εξασφαλίζοντάς τους ότι θα επωφεληθούν από τον πλούτο του Κονγκό. Τεράστια συμβόλαια παραχώρησης ορυχείων συνάφθηκαν με επιχειρήσεις χωρών που χρηματοδοτούν τις εκλογές του Κονγκό και τροφοδοτούν την κυβέρνηση Καμπιλά με ξένη βοήθεια».
Το 2010, πέρασε στις ΗΠΑ ο νόμος Dodd-Frank, που στόχευε στην απαγόρευση εμπορίας μεταλλευμάτων που έχουν αποκτηθεί από εμπόλεμες συνθήκες. Ωστόσο, μετά τη θεσμοθέτηση του συγκεκριμένου νόμου, σημειώθηκε ως ανεπιθύμητη ενέργεια μια ώθηση στην παράνομη διασυνοριακή εμπορία, με τρόπους που καθίστατο αδύνατο να εντοπιστεί η αλυσίδα τροφοδοσίας.
Σύμφωνα με ερευνητές του ΟΗΕ, η παράνομη εμπορία διευκολύνεται από τις εθνικές στρατιωτικές δυνάμεις του Κονγκό (FARDC), καθώς και από τους εθνικούς στρατούς της Ρουάντα, του Μπουρούντι και της Ουγκάντα.
Χρυσός από την επαρχία Ιτούρι του Κονγκό εξάγεται στην Ουγκάντα και πωλείται σαν να προέρχεται από την Ουγκάντα. Κολτάν από Βόρειο Κιβού εξάγεται στη Ρουάντα και ομοίως παρουσιάζεται σαν να προέρχεται από τη Ρουάντα. Το ίδιο με τα διαμάντια από την περιοχή Μπούτζι-Μάγι που εξάγονται στην Κίνα και τη Ζιμπάμπουε· και με τον χρυσό από το Νότιο Κιβού και τη Βόρεια Κατάνγκα που εξάγονται στο Μπουρούντι και την Τανζανία.
Η ευθύνη για προστασία
Οι ευρωπαϊκές και αμερικανικές κυρώσεις σε αξιωματούχους του Κονγκό –αλλά όχι και στον Πρόεδρο Καμπιλά– είναι στην πραγματικότητα αναποτελεσματικές. Αυτοί οι αξιωματούχοι παραμένουν πρίγκιπες του Κονγκό, τους οποίους δεν μπορεί κανείς να αγγίξει, και ζουν με στυλ και ατιμωρησία. Και σε κάθε περίπτωση, η ιστορία μάς διδάσκει ότι πολλά αυταρχικά καθεστώτα, ενάντια στις προβλέψεις, επιβίωσαν από παρόμοιες διεθνείς κυρώσεις.
Τα μέλη του ΟΗΕ που δεσμεύονται από την «Ευθύνη για Προστασία» [Responsibility to Protect] –μια πολιτική δέσμευση με στόχο την αντιμετώπιση των χειρότερων μορφών βίας και διώξεων– θα έπρεπε να τιμήσουν με ειλικρίνεια αυτή τη δέσμευση απέναντι στον λαό του Κονγκό.
Είναι καιρός ο Ζοζέφ Καμπιλά να λογοδοτήσει για τα εγκλήματά του. Το status quo θυσιάζει κάθε στοιχειώδες δικαίωμα στη ζωή και την αξιοπρέπεια των ανθρώπων του Κονγκό, προκειμένου εμείς να μπορούμε να απολαμβάνουμε ηλεκτρονικές συσκευές, αυτοκίνητα, αεροπλάνα, smartphone και drone.
Για πόσο καιρό μπορεί να συνεχιστεί αυτή η αδικία;
[1] Atrocity Forecasting Project, University of Sydney
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο Red Pepper, στις 24 Ιουνίου 2017.
Για τους συγγραφείς
Οι Ishiaba Casonga και Serge Egola Angbakodolo είναι οι ιδρυτές του Orion Congon Studies Network (OCSN).
Διαβάστε επίσης:
“Γιατί αφρικανικές χώρες αποχωρούν από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο;”
“Τα πυρηνικά σχέδια της Αφρικής και το Πρόγραμμα Μανχάταν”