Ζούμε σε καιρούς όχι μόνο οικονομικής και πολιτικής κρίσης, αλλά και μιας κρίσης στον τρόπο που βιώνουμε τον χρόνο. Ο χρόνος είναι αναμφίβολα συνδεδεμένος με την εξουσία: περισσότερο από οπουδήποτε αυτή η σύνδεση μπορεί να εντοπιστεί στη διαμάχη για το ποιος έχει το δικαίωμα να αποφασίσει τι θα κάνει με τον χρόνο του και ποιος όχι.
Του Jorge Moruno
Ο διαχωρισμός ανάμεσα σε αυτούς που έχουν χρόνο και σε αυτούς που δεν έχουν παίρνει τη μορφή μιας διάκρισης ανάμεσα στους γνωρίζοντες και σε αυτούς που αγνοούν, ανάμεσα σε αυτούς που διατάζουν και σε αυτούς που υπακούν.
H οργάνωση του χρόνου καθορίζει το σύνορο ανάμεσα σε αυτούς που εμφανίζονται στον δημόσιο χώρο και σε αυτούς που παρατηρούν, ανάμεσα στην ορατότητα και την αφάνεια, ανάμεσα σε αυτούς που κατορθώνουν να εισακουστούν από την κοινωνία και σε αυτούς που δεν το πετυχαίνουν. Συνοπτικά, η κατανομή του χρόνου ορίζει ποιος είναι ελεύθερος και ποιος όχι.
Από τη δομή των πόλεων και τις υποδομές μέχρι ζητήματα που αφορούν την πρόσβαση στη στέγη, τις τοπικές ανισότητες και την ανάληψη των καθηκόντων φροντίδας, υπάρχει πάντοτε μια χρονική ιεραρχία που αφορά την κατανομή των ρόλων, των τοποθεσιών και των πλαισίων μιας δεδομένης κοινωνικής τάξης. Αυτοί με τον λιγότεροι χρόνο είναι οι ίδιοι που απολαμβάνουν μικρότερη ελευθερία.
Στη σύγχρονη κοινωνία μας, ο χρόνος που υπολογίζουμε λιγότερο είναι εκείνων που δουλεύουν στην καθαριότητα, στη φροντίδα ανθρώπων και στη συγκομιδή.
Συνήθως, αυτά τα καθήκοντα αφορούν κυρίως –αν και όχι αποκλειστικά– τον χρόνο των γυναικών, των μεταναστών και των νέων. Το προλεταριακό αρχιπέλαγος συνίσταται, λοιπόν, σε αυτούς που έχουν στερηθεί τον χρόνο τους, μέσα σε μια κοινωνία που ωθεί την πλειοψηφία να πουλά τον χρόνο της σε αντάλλαγμα χρημάτων.
Ανεξάρτητα από τις απόψεις του καθενός για τον αν ζούμε την εποχή του τέλους της εργασίας –και άρα του καπιταλισμού– ή όχι, αυτό που σίγουρα φτάνει στο τέλος του είναι η εποχή όπου η δουλειά είχε τη μορφή μιας θέσης εργασίας. Αντίθετα, μοιάζει να πηγαίνουμε πίσω σε ένα μοντέλο εργασίας πλησιέστερο στον 19ο αιώνα: διακεκομμένο και επισφαλές.
Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μας υπάγεται στον τομέα της εργασίας και των χρημάτων, και ο τρόπος πρόσβασης σε αυτά τα μέσα εξαρτάται από τις θέσεις εργασίας. Σήμερα, η κοινωνική εξάρτηση από τη δουλειά είναι πολύ πιο εντατική και διευρυμένη, ωστόσο την ίδια στιγμή η δουλειά δεν επαρκεί για την αναπαραγωγή της ζωής.
Σε αυτό το πλαίσιο, όταν το εργατικό δυναμικό βλέπει τη δυνατότητα επιλογής του πάνω στον ελεύθερο του χρόνο να ελαχιστοποιείται και αναγκάζεται να διαθέσει όλο τον χρόνο του για τη δουλειά, τότε η ίδια η δουλειά παύει να εξασφαλίζει ένα ελάχιστο επίπεδο ασφάλειας και επιδεινώνει την έλλειψη ελευθερίας.
Ο καπιταλισμός παράγει πληθυσμούς που δυσκολεύονται να επιβιώσουν γιατί ενισχύει αφενός την αφθονία των μέσων επιβίωσης και αφετέρου τη σπανιότητα των μορφών απασχόλησης. Αυτό με τη σειρά του αναδεικνύει ότι η κεντρική δυναμική του καπιταλισμού δεν αφορά την ικανοποίηση των αναγκών, αλλά τον πολλαπλασιασμό των χρημάτων.
Το να σκεφτούμε την ελευθερία με όρους ισότητας στο δικαίωμα του χρόνου, μας επιτρέπει να συγκεκριμενοποιήσουμε τον διάλογο για το βασικό εγγυημένο εισόδημα μέσα από μια δημοκρατική προοπτική.
Η διασφάλιση αδιαπραγμάτευτων υπηρεσιών σε οικουμενικό επίπεδο μπορεί, σε αυτό το πλαίσιο, να λειτουργήσει ως ένας τρόπος σύνδεσης των ζητημάτων της ασφάλειας, της ελευθερίας και της ισότητας, προωθώντας μια κοινωνία στην οποία ο εγγυημένος χρόνος αξιοπρέπειας θα μας δίνει το δικαίωμα να αξιολογούμε και αν χρειαστεί να απορρίπτουμε μια δουλειά, αντί να πρέπει πάντοτε να την αποδεχόμαστε ανεξάρτητα από το πόσο επισφαλής είναι.
Ο Άνταμ Σμιθ πίστευε ότι «όπου κυριαρχεί το κεφάλαιο, ανθεί η βιομηχανία. Όπου κυριαρχεί το εισόδημα, ανθεί η αδράνεια». Με άλλα λόγια, όταν η κοινωνία έχει τις απαραίτητες εγγυήσεις αισθάνεται λιγότερο εξαναγκασμένη να πουλήσει φθηνά την εργατική της δύναμη για τη διασφάλιση μισθού, γεγονός που αυξάνει τη δυνατότητα επένδυσης του χρόνου σε άλλες δραστηριότητες που δεν μπορούν να μετρηθούν με όρους παραγωγικής εργασίας.
Μια ολοκληρωμένη πολιτική για τον χρόνο είναι, επομένως, όχι απλώς ένα σύνολο μέτρων ανακούφισης της ανισότητας, αλλά πάνω από όλα ένας τρόπος ορισμού του περιγράμματος ενός νέου πολιτισμικού μοντέλου, στο οποίο ο πλούτος δεν αφορά την τεράστια συσσώρευση αγαθών.
To άρθρο δημοσιεύτηκε στο Red Pepper, στις 9 Απριλίου 2019.