Αφρικανές ερευνήτριες αντιτάσσονται στην «επιστημονική αποικιοκρατία»

Μόνο μία στους τρεις ερευνητές στον κόσμο είναι γυναίκα, και σε ορισμένες αφρικανικές χώρες τα ποσοστά αυτά είναι ακόμη πιο ανησυχητικά, αν και υπάρχουν γυναίκες επιστήμονες που αγωνίζονται να σπάσουν αυτόν τον ερμητικό κύκλο και να δώσουν λύσεις σε σοβαρά προβλήματα των κοινοτήτων τους.


Της Paula Herrera

Μετάφραση-Απόδοση: Συντακτική ομάδα pass-world.gr


«Μείνε ήσυχη, μη μιλάς, μη ρωτάς, μη ξεχωρίζεις». Η Gloria Dada Chechet έχει χάσει το μέτρημα, πόσες φορές η ίδια και άλλες Νιγηριανές γυναίκες έχουν αναγκαστεί να ακούσουν τέτοια σχόλια. Στη χώρα της, πολιτισμικά, κοινωνικά και θρησκευτικά, η θέση της γυναίκας δεν είναι στο πανεπιστήμιο, όπου μόνο το 15% του διδακτικού προσωπικού είναι γυναίκες, και ακόμη λιγότερο στην επιστημονική κοινότητα.

«Το αποκαλούμε κουλτούρα της σιωπής, καλύτερα να μην κάνουμε θόρυβο», λέει η 40χρονη βιοχημικός και καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Ahmadu Bello της δυτικοαφρικανικής αυτής χώρας, όπου διεξάγει έρευνα στη μοριακή παρασιτολογία.

Σε αντίθεση με πολλές Νιγηριανές, έχει βρει τη θέση της και είχε πάντα την υποστήριξη της οικογένειάς της. Επί του παρόντος, ερευνά τη λεϊσμανίαση στη Νιγηρία, μία από τις 20 πιο παραμελημένες τροπικές ασθένειες που έχει προσδιορίσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ). Η ασθένεια, που προκαλείται από το τσίμπημα ενός κουνουπιού, προσβάλλει περισσότερους από 12 εκατομμύρια ανθρώπους.

«Είναι μία ασθένεια που πλήττει τους φτωχότερους. Αν και η χώρα μου έχει επιβεβαιώσει την έκταση της νόσου, δεν υπάρχει κάποιο πρόγραμμα ελέγχου», εξηγεί από το Εθνικό Κέντρο Μικροβιολογίας του Ινστιτούτου Υγείας Carlos III στη Μαδρίτη.

«Θέλω η δουλειά μου να βελτιώσει την ποιότητα ζωής, όχι μόνο στη Νιγηρία, αλλά και στην Αφρική και σε άλλες περιοχές που πλήττονται από τη λεϊσμανίαση», προσθέτει.

Η Chechet ήταν μία από τις δικαιούχους των μεταδιδακτορικών υποτροφιών Ellas Investigan (Αυτές ερευνούν), του 2022, ένα έργο που υποστηρίζεται από το ισπανικό Ίδρυμα Γυναίκες για την Αφρική, το οποίο ξεκίνησε το 2014 για να δώσει τη δυνατότητα στις γυναίκες επιστήμονες να βρεθούν σε ηγετικές θέσεις στον τομέα τους και να δώσουν διεθνή προβολή στην έρευνα και τα επιτεύγματά τους. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει ήδη 25 ερευνητικά κέντρα και έχει ωφελήσει περισσότερες από 150 γυναίκες.

«Ψάχνουμε για μια αντίθετη προσέγγιση στην επιστημονική αποικιοκρατία. Είναι καιρός να ξεφύγουμε από την εικόνα των Αφρικανών ερευνητών ως διερμηνέων ή ανθρώπων που συλλέγουν μόνο δείγματα και ιστούς που στη συνέχεια χρησιμοποιούνται από άλλους. Η κατάσταση αυτή πλήττει τους ερευνητές αδιακρίτως, αλλά οι γυναίκες είναι πιο ευάλωτες, λόγω της κοινωνικής τους θέσης. Ξεκινούν, πιστεύοντας ότι είναι η αρχή μιας πραγματικής συνεργασίας μεταξύ επιστημόνων, αλλά συχνά αυτό δεν συμβαίνει και γρήγορα ξεχνιούνται», εξηγεί η Anna Fumarola, συντονίστρια του επιστημονικού και ερευνητικού τομέα του Ιδρύματος Γυναίκες για την Αφρική.

Η ίδια επισημαίνει τις πολλές δυσκολίες που αντιμετωπίζει μια νεαρή Αφρικανή που θέλει να γίνει επιστήμονας, ξεκινώντας από τα εμπόδια που υπάρχουν στο να φτάσει στα κέντρα όπου διεξάγεται η έρευνα.

Αν και σε παγκόσμιο επίπεδο, οι γυναίκες αντιπροσωπεύουν το 33% του συνόλου των ερευνητών, σύμφωνα με τον ΟΗΕ, κατέχουν κατά μέσο όρο μόνο το 12% των θέσεων στα εθνικά ιδρύματα έρευνας παγκοσμίως.

Σύμφωνα με στοιχεία της UNESCO, σε αφρικανικές χώρες όπως η Τυνησία, η Μαυριτανία, η Αλγερία και η Αίγυπτος, οι γυναίκες είναι ισάριθμες με τους άνδρες στην επιστημονική κοινότητα. Στο άλλο άκρο, στο Τσαντ, τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (ΛΔΚ), το Τόγκο και την Αιθιοπία, οι γυναίκες αντιπροσωπεύουν μόλις το 10% του συνόλου των ερευνητών.

Με την ευκαιρία της Διεθνούς Ημέρας Γυναικών και Κοριτσιών στην Επιστήμη το περασμένο Σάββατο, η Audrey Azoulay, Γενική Διευθύντρια της UNESCO, τόνισε σε δήλωσή της ότι «οι γυναίκες χρειάζονται την επιστήμη και η επιστήμη χρειάζεται τις γυναίκες».

«Αν οι ανισότητες μεταξύ των φύλων είναι τόσο σημαντικές, είναι επειδή είναι βαθιά ριζωμένες στις κοινωνίες μας. Οφείλονται στην επιμονή των στερεοτύπων και των προκαταλήψεων για το φύλο, τα οποία μερικές φορές πείθουν τις γυναίκες ότι οι επιστημονικές σπουδές δεν είναι για αυτές, παρά τις τεράστιες δυνατότητές τους», επεσήμανε, σημειώνοντας ότι η UNESCO προσπαθεί να ενθαρρύνει το ενδιαφέρον των νεαρών γυναικών για την επιστήμη, για παράδειγμα με την υποστήριξη ενός προγράμματος επιστημονικής καθοδήγησης στην Ανατολική Αφρική.

Η Anissa Aouni, μια 43χρονη Τυνήσια ερευνήτρια, υπογραμμίζει την ανάγκη οι Αφρικανές επιστήμονες να αγωνιστούν για αναγνώριση και πέρα από τον ακαδημαϊκό χώρο ή τις επιστημονικές δημοσιεύσεις.

Η ίδια κατοχυρώνει με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας την έρευνά της σχετικά με την επεξεργασία και την αφαλάτωση του νερού μέσω γραφενίου – μια τεχνική που επιτρέπει την εξαγωγή όχι μόνο του αλατιού από το υγρό, αλλά και των βαρέων μετάλλων και της οργανικής ύλης.

«Εμείς οι γυναίκες πρέπει να αγωνιστούμε για την πνευματική ιδιοκτησία της έρευνάς μας. Δεν αρκεί μόνο να υπογράφουμε τα άρθρα, η δουλειά μας πρέπει να αναγνωρίζεται από τις εταιρείες που πρόκειται να τη χρησιμοποιήσουν», σημειώνει.

Η Aouni, η οποία εκπόνησε μεταδιδακτορική έρευνα με υποτροφία στο Ινστιτούτο Φωτονικών Επιστημών (ICFO) στη Βαρκελώνη, υποστηρίζει ότι καμία επιστημονική έρευνα δεν έχει νόημα αν δεν συνδέεται με τη βιομηχανία και την κοινωνία.

«Στόχος της έρευνάς μας είναι να λειτουργήσουμε ως φορείς μεταφοράς της επιστήμης και της τεχνολογίας για τη βελτίωση των κοινωνιών μας», υπογραμμίζει.

Για την Stephenie Chinwe Alaribe, καθηγήτρια Φαρμακευτικής Χημείας στο Πανεπιστήμιο του Λάγος στη Νιγηρία, η πρόκληση είναι, επίσης, να σπάσει ο κανόνας ότι οι Αφρικανές μητέρες πρέπει να μένουν στο σπίτι.

Η Stephenie έχει τέσσερα παιδιά και διεξάγει έρευνα στο Ερευνητικό Κέντρο του Πανεπιστημίου της Βαλένθια (INCLIVA) για την ανάπτυξη νέων μορίων από φυτά που θα βοηθήσουν στην καταπολέμηση του καρκίνου και της ελονοσίας, από μία διαφορετική οπτική γωνία από εκείνη της χημειοθεραπείας.

«Η εκπόνηση διδακτορικού απαιτεί τρία έως έξι χρόνια έρευνας. Η πρόκληση είναι να συντονίσουμε αυτή την επιστημονική δραστηριότητα με αυτό που ονομάζω ενεργή ηλικία, δηλαδή με την εργασία μας ως μητέρες, τη γονική μέριμνα και την φροντίδα της οικογένειας», συνοψίζει.

Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στην El País.

Διαβάστε επίσης:

Η απλήρωτη εργασία των γυναικών στον πυρήνα της παγκόσμιας οικονομικής ανισότητας

Ο ρόλος της αποικιοκρατίας στην παγκόσμια κατανομή της χλωρίδας