Για την απο-αποκιοποίηση των υπηρεσιών ψυχικής υγείας




O τομέας της ψυχικής υγείας στη Μεγάλη Βρετανία αδυνατεί μέχρι σήμερα να χειριστεί ζητήματα που αφορούν τη φυλή και την εθνότητα. Ο Ντέιβιντ «Ρόκυ» Μπένετ, λίγο πριν πεθάνει σε μια ψυχιατρική μονάδα, πριν από 18 χρόνια, έστειλε ένα γράμμα στην προϊσταμένη των νοσηλευτών, επισημαίνοντάς της ότι δεν υπήρχαν καθόλου μαύροι στο προσωπικό του νοσοκομείου. «Σε αυτήν την κλινική νοσηλεύονται μισή ντουζίνα μαύρα αγόρια. Δεν ξέρω αν το έχετε συνειδητοποιήσει, αλλά δεν υπάρχουν Αφρικανοί στο προσωπικό σας», έγραφε.


Της Penny Wangari-Jones


Ο Μπένετ πέθανε την ώρα που τέσσερα μέλη του νοσηλευτικού προσωπικού επιχειρούσαν να τον ακινητοποιήσουν, μετά από έναν βίαιο καβγά με κάποιον άλλο ασθενή και μια νοσοκόμα. Τα στοιχεία γύρω από τον πρόωρο θάνατό του δείχνουν ότι το γεγονός ότι ήταν μαύρος εκλαμβανόταν ως απειλή από το προσωπικό της κλινικής. Ήταν χρήστης υπηρεσιών ψυχικής υγείας για περισσότερο από μια δεκαετία, κι όμως οι ανάγκες του ως μαύρου Ρασταφάρι δεν μπορούσαν να γίνουν αντιληπτές.

Ο θάνατος του Μπένετ λειτούργησε ως καταλύτης του κινήματος για την «εξασφάλιση της φυλετικής ισότητας» στον χώρο της υγείας. Ωστόσο, με τις περικοπές που έγιναν στην Υγεία από το 2010 και μετά, η πρόοδος σε αυτό το επίπεδο είναι ελάχιστη.

Ο Μπένετ υπήρξε ένα παράδειγμα της αποτυχίας του συστήματος ψυχικής υγείας να υπηρετήσει τον μη λευκό πληθυσμό. Ένα ακόμα παράδειγμα είναι η Σάρα Ριντ, που πέθανε φέτος μέσα σε ένα κελί φυλακής, αφού προηγουμένως είχε δεχτεί σεξουαλική επίθεση. Και η λίστα είναι πολύ μεγαλύτερη.

Σύμφωνα με τις καταγραφές, το 61% των προσφύγων είναι πιθανόν να εκδηλώσει ψυχικές δυσκολίες. Οι περισσότεροι έχουν βιώσει τραυματικές καταστάσεις πριν φτάσουν στη Μεγάλη Βρετανία και είναι αναγκασμένοι να αντεπεξέλθουν σε ένα σύνθετο, γραφειοκρατικό σύστημα μεταναστευτικής πολιτικής. Οι πρόσφυγες βρίσκονται αντιμέτωποι με την πρόκληση να χτίσουν μια νέα ζωή σε μια καινούργια χώρα, συχνά όντας μακριά από την οικογένειά τους και έχοντας να διαχειριστούν το πολιτισμικό σοκ και τις γλωσσικές δυσκολίες. Η κατανόηση των ψυχικών δυσκολιών που αντιμετωπίζουν, η οποία θα λαμβάνει υπόψη της και τις συγκεκριμένες πολιτισμικές διαφορές, μπορεί να οδηγήσει σε πολύ πιο αποτελεσματική θεραπευτική μέριμνα.

Είναι γνωστό ότι οι μειονότητες διαφορετικών γενεών που ζουν στη Μεγάλη Βρετανία αισθάνονται αποξενωμένες από το σύστημα υγείας. Αυτό σημαίνει ότι συχνά δεν νιώθουν άνετα σε περιβάλλοντα που υποτίθεται ότι στοχεύουν στη βελτίωση της ψυχικής τους υγείας. Η αναζήτηση υποστήριξης δεν είναι πάντοτε έγκαιρη: σύμφωνα με ερευνητικά δεδομένα, τα μέλη της μαύρης κοινότητας έχουν 40% περισσότερες πιθανότητες από τους λευκούς Βρετανούς να έρθουν για πρώτη φορά σε επαφή με τις υπηρεσίες ψυχικής υγείας μέσω του ποινικού συστήματος, αντί του συστήματος παραπομπών του γενικού πληθυσμού.

Υπάρχουν, επίσης, έρευνες που καταδεικνύουν ότι οι κοινότητες των εθνικών μειονοτήτων είναι λιγότερο πιθανό να αναζητήσουν ψυχολογική βοήθεια σε ένα πρώιμο στάδιο της διαταραχής, καθώς ο συνδυασμός ελλιπούς πληροφόρησης και στίγματος λειτουργεί αποτρεπτικά. Όμως, αυτή η συνθήκη επιδεινώνεται από ρατσιστικά μοντέλα διάγνωσης που οδηγούν συχνά σε πολύ κακές εμπειρίες από τις υπηρεσίες ψυχικής υγείας, όπως για παράδειγμα η υπερ-χορήγηση φαρμάκων, οι καθηλώσεις και η επιτήρηση μετά τη νοσηλεία.

Patrick-b-212x300

Για το Εθνικό Σύστημα Υγείας της Μεγάλης Βρετανίας, ο τομέας της ψυχικής υγείας κοστίζει 105 δισεκατομμύρια λίρες. Επίσης, το ΕΣΥ διαθέτει το εξειδικευμένο πρόγραμμα «Ισότητα και Διαφορετικότητα», το οποίο καταγράφει μια σειρά από αποτυχίες. Οι συνεχιζόμενες περικοπές, άλλωστε, δείχνουν ότι το συγκεκριμένο πρόγραμμα δεν αποτελεί πια προτεραιότητα. Όσον αφορά τους ειδικούς ψυχικής υγείας, δεν υπάρχει επαρκής ευαισθητοποίηση απέναντι στις πολιτισμικές διαφορές που αφορούν τις εθνικές μειονότητες. Αυτό σημαίνει ότι οι θεραπευτικές μέθοδοι που προσφέρονται είναι όχι μόνο αναποτελεσματικές αλλά και δαπανηρές για τους φορολογούμενους.

Οι διαγνωστικές μέθοδοι που χρησιμοποιούνται στις υπηρεσίες ψυχικής υγείας είναι δυτικο-κεντρικές και συχνά βασίζονται στη φροϋδική παράδοση. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχουν οικουμενική ισχύ. Παγκοσμιοποίηση σημαίνει ότι οι βρετανικές πόλεις δεν είναι πλέον μονοπολιτισμικές, όμως το σύστημα ψυχικής υγείας δεν αντανακλά αυτήν την πραγματικότητα.

Το σύστημα ψυχικής υγείας της Μεγάλης Βρετανίας χρειάζεται να απο-αποικιοποιηθεί προκειμένου να ανταποκριθεί στις ανάγκες των μειονοτήτων που ζουν στη χώρα. Για παράδειγμα, σε κάποιες κοινωνίες οι γιατροί-μάγοι και οι προφήτες θεωρείται ότι έχουν τη δύναμη να θεραπεύουν και να μεταφέρουν μηνύματα των θεών ή των νεκρών στην οικογένεια ή την κοινότητα. Σε αυτούς τους πολιτισμούς, οι συγκεκριμένοι άνθρωποι θεωρούνται σεβάσμια μέλη της κοινότητας, ενώ σε άλλους πολιτισμούς αντιμετωπίζονται ως άτομα που πάσχουν από παραισθήσεις και χρειάζονται φαρμακευτική αγωγή.

Σύμφωνα με στοιχεία του Ιδρύματος για τη Φυλετική Ισότητα (Race Equality Foundation), οι μαύροι πολίτες έχουν τριπλάσιες πιθανότητες να διαγνωστούν με σχιζοφρένεια και να νοσηλευτούν. Πρόκειται για ένα είδος θεσμικού ρατσισμού ή για μια φυλετικοποιημένη πρόσληψη των εκδηλώσεων που σχετίζονται με τη σχιζοφρένεια.

Το να χειρονομεί κάποιος ή να μιλά δυνατά μπορεί να θεωρείται απειλητικό στις δυτικές κοινωνίες, αλλά ενδεχομένως σε άλλα πολιτισμικά πλαίσια να είναι μια αποδεκτή συμπεριφορά. Άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους εξαιτίας τέτοιου είδους παρανοήσεων.

Η απο-αποικιοποίηση της ψυχικής υγείας θα εξασφαλίσει στους ειδικούς καλύτερη κατανόηση των αναγκών των διαφορετικών κοινοτήτων. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσα από μια διαπολιτισμική αντίληψη και επιπλέον μέσα από πολυπολιτισμικές ομάδες προσωπικού, καθώς η γνώση για τις κοινότητες δεν αποκτιέται μόνο τυπικά.

Μόνο έτσι, οι υπηρεσίες ψυχικής υγείας μπορούν να γίνουν προσβάσιμες, αφού πολλοί χρήστες υπηρεσιών ψυχικής υγείας αποφεύγουν να πηγαίνουν σε μέρη όπου κανείς δεν τους μοιάζει. Επίσης, μια τέτοια αλλαγή θα μείωνε τις αυξημένες προσδοκίες που υπάρχουν απέναντι στο Εθνικό Σύστημα Υγείας ως τον μοναδικό φορέα για τα ζητήματα ψυχικής υγείας. Οι κοινότητες διαθέτουν επίσης δυνάμεις αυτοφροντίδας, όπως για παράδειγμα η άσκηση της αφρικανικής φιλοσοφίας του Ουμπούντου.

Το Ουμπούντου υποστηρίζει ότι οι άνθρωποι βιώνουν την ανθρώπινη υπόστασή τους μέσα από την αποδοχή των συνανθρώπων τους, μέσα από την ένταξη, τη συμμετοχή και το μοίρασμα με τους άλλους. Το αίσθημα έλλειψης μιας κοινότητας αναφοράς και «αποπροσωποποίησης» είναι μια συνθήκη με την οποία πολλές κοινότητες πρέπει να παλέψουν. Ο ατομισμός των δυτικών κοινωνιών είναι ένας παράγοντας που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά έναν άνθρωπο που έχει μεταναστεύσει. Η αποκατάσταση των αξιών του Ουμπούντου θα μπορούσε, για παράδειγμα, να βελτιώσει την ψυχική υγεία ενός ανθρώπου που έχει μεταναστεύσει, αντί για τη φαρμακευτική αγωγή ως μονόδρομο.

Η δυνατότητα επιλογής ανάμεσα σε πολλές διαθέσιμες θεραπείες που ανταποκρίνονται στις πολιτισμικές ανάγκες ενός ανθρώπου μπορεί να παράσχει ενδυνάμωση, ούτως ώστε να αισθάνεται ενεργός δρων και όχι πρόβλημα ή θύμα.

Έτσι, η κατανόηση των λόγων που οδηγούν σε χαμηλά επίπεδα ψυχικής υγείας μέσα σε μια κοινότητα, καθώς και η δουλειά μαζί με τις κοινότητες είναι διαδικασίες πολύ πιο αποτελεσματικές και οικονομικές από αυτή της νοσηλείας. Η φαρμακευτική αγωγή δεν μπορεί να είναι η μοναδική λύση. Η δουλειά μαζί με τους ανθρώπους και τις οικογένειές τους θα επιτρέψει την καλύτερη κατανόηση των όρων που απαιτούνται προκειμένου οι άνθρωποι αυτοί να κάνουν τις επιλογές που τους ταιριάζουν καλύτερα.

Η τομεοποίηση των υπηρεσιών έχει δείξει τα τελευταία χρόνια ότι υπάρχουν παράγοντες που καθιστούν ορισμένους ανθρώπους και κοινότητες πιο ευάλωτους από άλλους. Ο W.E.B Dubois είχε αναλύσει το αίσθημα διπλής συνείδησης και εσωτερικής σύγκρουσης που μπορεί να βιώνει κάποιος σε ένα περιβάλλον αποξένωσης. Για να βελτιωθούν οι παρεχόμενες υπηρεσίες προς τις εθνικές μειονότητες χρειάζεται να γίνονται σεβαστές οι φυλετικές διαφορές. Αυτό είναι ένα παράδειγμα ισότητας.

Η αίσθηση ότι όλοι έχουν την ίδιες ανάγκες ψυχικής φροντίδας είναι ένα λανθασμένο σημείο εκκίνησης. Για τους ανθρώπους που βιώνουν καθημερινά ανισότητες, το να έχουν απλώς πρόσβαση στις υπηρεσίες ψυχικής υγείας δεν σημαίνει απαραίτητα ισότητα. Ισότητα, σε αυτήν την περίπτωση, σημαίνει ότι οι άνθρωποι δεν λαμβάνουν μια ομογενοποιημένη θεραπεία, αλλά δέχονται ξεχωριστή φροντίδα ανάλογα με τις διαφορετικές μεταβλητές τους. Επίσης σημαίνει ότι όλοι οι τομείς συνεργάζονται ώστε να ανταποκριθούν στις ανάγκες αυτών των ανθρώπων.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο Open Democracy, στις 5 Απριλίου 2016.

Για τη συγγραφέα

Η Penny Wangari-Jones είναι ακτιβίστρια για ζητήματα φυλετικής και κοινωνικής δικαιοσύνης, με έδρα το δυτικό Γιόρκσαϊρ. Είναι συντονίστρια του Δικτύου Φυλετικής Δικαιοσύνης του Δυτικού Γιόρκσαϊρ (West Yorkshire Racial Justice Network) και επίσης εργάζεται για την ανάπτυξη και την ενίσχυση συστημάτων ψυχικής υγείας με έμφαση στην ενσωμάτωση για τις κοινότητες εθνικών μειονοτήτων της Αγγλίας.