Ο πόλεμος στην Ουκρανία και ο επανεξοπλισμός της Γερμανίας. Δύο συγκοινωνούντα δοχεία;

Το γιγαντιαίο πακέτο εξοπλισμών του Όλαφ Σολτς ανοίγει έναν επικίνδυνο και λανθασμένο δρόμο. Με την απόφαση της Bundestag να αυξήσει τις εξοπλιστικές δαπάνες κατά 100 δισεκατομμύρια ευρώ ως απάντηση στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ορισμένα γερμανικά μέσα ενημέρωσης θεωρούν ότι πρόκειται για μια αλλαγή παραδείγματος στη γερμανική εξοπλιστική πολιτική μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το πολύ ενδιαφέρον άρθρο του συντάκτη της Der Freitag αναλύει την αναβίωση αυτού που κάποιοι έχουν ήδη χαρακτηρίσει ως «πνεύμα του 1914».


Tου Jakob Augstein

Μετάφραση: Μάγδα Φυτιλή


Στις 27 Φεβρουαρίου, ο καγκελάριος Olaf Scholz ανακοίνωσε ενώπιον της Bundestag ότι η Bundeswehr (ο γερμανικός στρατός ή οι ένοπλες δυνάμεις) θα λάβει ειδικό κονδύλι ύψους 100 δισεκατομμυρίων ευρώ και ο αμυντικός προϋπολογισμός θα ανέλθει στο εγγύς μέλλον σε ποσοστό άνω του 2% του ΑΕΠ. Ποτέ στο παρελθόν δεν είχε επιτευχθεί τέτοιο ποσοστό. Πως αντέδρασαν οι βουλευτές; Σηκώθηκαν από τις θέσεις τους και χειροκρότησαν για πολλή ώρα. Τα λόγια του καγκελαρίου χάθηκαν μέσα στα χειροκροτήματα. Ήταν τρομακτικό.

Οι Γερμανοί βουλευτές πανηγύριζαν για τον μεγαλύτερο επανεξοπλισμό που έχει σημειωθεί ποτέ στη γερμανική ιστορία μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η σιωπή θα ήταν πιο κατάλληλη.

Οι βουλευτές ενέκριναν τα 100 δισεκατομμύρια στο κτίριο του Reichstag, όπως ακριβώς οι προκάτοχοί τους είχαν εγκρίνει τις πολεμικές πιστώσεις το καλοκαίρι του 1914: με ενθουσιασμό και με καθαρή τη συνείδηση.

Η Annalena Baerbock [βουλευτής των Πρασίνων και υπουργός Εξωτερικών] δήλωσε το πρωί μετά την εισβολή στην Ουκρανία: «Ξυπνήσαμε σε έναν διαφορετικό κόσμο». Είναι πράγματι έτσι; Οι μεγάλες δυνάμεις δεν διατηρούν αναλλοίωτο το δικαίωμα να επεμβαίνουν στρατιωτικά όποτε και όπου το επιθυμούν; Ο πόλεμος είναι ένα συνηθισμένο μέσο πολιτικής, ακόμη και στην εποχή μας. Χρειάζεται πραγματικά να το υπενθυμίσουμε μόλις ένα χρόνο μετά την επιστροφή του στρατού από έναν εικοσαετή πόλεμο;

Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι ένα έγκλημα. Αλλά δεν επρόκειτο για μία αλλαγή παραδείγματος, όπως νομίζουν πολλοί.

Αντιθέτως, αυτό που αποτελεί αλλαγή παραδείγματος είναι η γερμανική αντίδραση στον πόλεμο. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν φέρει την ευθύνη για τη μετατροπή της σύγκρουσης με την Ουκρανία σε ευρωπαϊκό πόλεμο. Αλλά ο Olaf Scholz είναι υπεύθυνος για τη γερμανική απάντηση.

Θα υπάρξει άραγε ένα νέο ειρηνευτικό κίνημα ως αντίδραση στον επανεξοπλισμό;

Στην Bundestag, ο Olaf Scholz έθεσε στην κυβέρνησή του ένα μακρόπνοο σχέδιο: «Πρέπει να αναρωτηθούμε: ποιες δυνατότητες διαθέτει η Ρωσία του Πούτιν και ποιες δυνατότητες έχουμε εμείς για να αντιμετωπίσουμε αυτή την απειλή, σήμερα αλλά και στο μέλλον». Σε τι αναφερόταν ακριβώς; Ακόμη και αν δαπανηθούν δισεκατομμύρια, «εμείς» δεν θα μπορέσουμε ποτέ να φτάσουμε τις συμβατικές δυνατότητες των Ρώσων.

Με αυτή τη φράση θα μπορούσε μόνο να αναφερθεί στη Γερμανία ως πυρηνική δύναμη. Η Frankfurter Allgemeine Zeitung εξέφρασε την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι η «αλλαγή πορείας, παρά την καθυστέρηση στην πολιτική ασφάλειας και άμυνας περιλαμβάνει και το πυρηνικό ζήτημα, έστω και αν αυτό είναι ιδιαίτερα δύσκολο για τους Γερμανούς».

Πρέπει να μάθουμε τώρα να αγαπάμε τις πυρηνικές βόμβες; Κανείς δεν θέλει να πιστέψει ότι οι βουλευτές είχαν επίγνωση αυτής της τρέλας όταν χειροκροτούσαν όρθιοι. Από την άλλη πλευρά, κανείς δεν θέλει, επίσης, να πιστέψει ότι «εμείς» προμηθεύουμε τώρα όπλα σε μια εμπόλεμη ζώνη. Ο «πράσινος» αντικαγκελάριος Robert Habeck, ως ειδικός στην οντολογία της σύγχυσης, δήλωσε ότι ενώ η απόφαση αυτή είναι σωστή, «κανείς δεν ξέρει σήμερα αν είναι καλή». Κάνει λάθος: η απάντηση είναι γνωστή. Υπάρχουν ελάχιστες περιπτώσεις στην ιστορία, όπου η συνταγή «προωθείστε την ειρήνη με όλο και περισσότερα όπλα» έχει λειτουργήσει. Και η σημερινή δεν είναι μία από αυτές. Η Δύση, αντιθέτως, παρατείνει τον πόλεμο με τις αποστολές όπλων. Μόλις χρησιμοποιηθούν γερμανικά όπλα εκεί, δεν θα είναι πλέον μόνο ο θάνατος του Πούτιν, αλλά και ο δικός μας.

Το γνώριζαν αυτό οι αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτές που εξέφρασαν τη φρίκη τους για τον πόλεμο στην Ουκρανία στους δρόμους του Βερολίνου;  Αυτοί οι άνθρωποι ήταν συγκινημένοι από ένα συναίσθημα: δεν μπορούμε να καθόμαστε άπραγοι και να παρακολουθούμε τα δεινά του ουκρανικού λαού! Πρέπει να κάνουμε κάτι! Έχουν δίκιο. Υπάρχει επείγουσα ανάγκη να βοηθηθεί ο λαός της Ουκρανίας.

Αλλά τα δυτικά όπλα παρατείνουν τα δεινά του πολέμου και δεν θα αλλάξουν την έκβασή του.

Όποιος αυξάνει το κόστος για τον Ρώσο επιτιθέμενο, το αυξάνει και για τα ουκρανικά θύματα. Οι διαδηλωτές πρέπει να προσέξουν, ώστε η δίκαιη αγανάκτησή τους να μην εκτραπεί από τη γερμανική κυβέρνηση στον δικό της ανεμόμυλο για να ακολουθήσει μια λανθασμένη και επιζήμια πολιτική.

Μόλις τα δισεκατομμύρια για τα οποία μιλούσε ο Scholz μετατραπούν σε νέα όπλα, θα δούμε αν οι νέοι θα βγουν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν μπροστά από τις αποθήκες όπλων του στρατού, όπως ακριβώς κάνουν στους αυτοκινητόδρομους κατά της κλιματικής αλλαγής. Με άλλα λόγια, αν ο νέος επανεξοπλισμός θα προκαλέσει ένα νέο κίνημα ειρήνης.

Η Ουκρανία δεν είναι ακόμη έτοιμη για ένταξη στην ΕΕ

Ίσως όντως να υπήρξε μια κοσμογονική αλλαγή. Ίσως η μεταμόρφωση των Πρασίνων – από περιστέρια σε γεράκια– να είναι αντιπροσωπευτική μιας εξέλιξης που έχει σαρώσει ολόκληρη την κοινωνία. Το 1999, οι Πράσινοι έπρεπε να παλέψουν με τους εαυτούς τους για να δώσουν την έγκρισή τους στην πρώτη αποστολή Γερμανών στρατιωτών μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τώρα, το «ναι» στο μεγαλύτερο πακέτο όπλων όλων των εποχών της Γερμανίας ήρθε πολύ εύκολα.

Θα δούμε, λοιπόν, αν η ειρηνιστική παράδοση της γερμανικής κοινωνίας έχει φτάσει στο τέλος της και έχει απλώς αντικατασταθεί από την πολιτική διαμαρτυρία με βάση το Instagram: ένα dislike για τον Πούτιν, ένα μεγάλο like για την Ουκρανία.

Σε κάθε περίπτωση, έχει κανείς την εντύπωση ότι τα μέσα ενημέρωσης και η πολιτική αδυνατούν όλο και περισσότερο να ξεφύγουν από τα κύματα των συναισθημάτων που σαρώνουν τη χώρα. Τότε είναι που όχι μόνο η πολιτική ανάλυση βυθίζεται γρήγορα σε μια δίνη, αλλά και οι αναλογίες χάνονται εντελώς. Ένα τέτοιο παράλογο παράδειγμα είναι το Μόναχο: ο δήμαρχος της πόλης απαίτησε από τον Ρώσο μαέστρο της Φιλαρμονικής Ορχήστρας να αποστασιοποιηθεί «απερίφραστα και ξεκάθαρα» από τον πόλεμο του Πούτιν. «Εάν ο Valery Gergiev δεν πάρει σαφή θέση πριν από τη Δευτέρα, δεν μπορεί πλέον να είναι ο μαέστρος της Φιλαρμονικής μας», δήλωσε. Και, πράγματι, την επόμενη ημέρα τον απέλυσε.

Είναι κρίμα που δεν αντιμετωπίζονται οι ρίζες της σύγκρουσης. Έχουν τις ρίζες τους στο παρελθόν, έχουν αναπτυχθεί ιστορικά και έχουν διακλαδωθεί. Θα χρειαστούν χρόνος, δεξιότητα και υπομονή για να τα καταφέρουμε. Σε αυτό το στάδιο, ποιος από τους εμπλεκόμενους είναι πρόθυμος να το πράξει; Τουλάχιστον όχι αυτοί που έχουν να χάσουν τα περισσότερα: οι ίδιοι οι Ουκρανοί. Ο πρόεδρός τους, Volodymyr Zelenski, ζητά με σθένος την ταχύτερη ένταξη της χώρας του στην ΕΕ. Θα ήταν προτιμότερο να λεγόταν στον Ζελένσκι η αλήθεια: η ρωσική απειλή από μόνη της δεν καθιστά την Ουκρανία κατάλληλη για ένταξη στην ΕΕ. Αντιθέτως, η πρόεδρος της Επιτροπής Ursula von der Leyen δίνει στους Ουκρανούς ελπίδα: «Είστε ένας από εμάς, σας θέλουμε μέσα». Με τέτοιες φράσεις, όμως, ξεκίνησε όλο αυτό το χάος.

«Ουκρανικέ λαέ, αυτή είναι η ώρα σας, ο ελεύθερος κόσμος είναι μαζί σας! Η Αμερική είναι μαζί σας», φώναξε ο Αμερικανός γερουσιαστής John McCain στο Maidan τον Δεκέμβριο του 2014, και ο λαός τον πίστεψε. Πότε θα σταματήσει η Δύση να υπόσχεται στην Ουκρανία περισσότερα από όσα μπορεί να της προσφέρει;

Για τον συγγραφέα

Ο Jakob Augstein είναι εκδότης της Der Freitag.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα γερμανικά στις 2 Μαρτίου 2022, στην εφημερίδα Der Freitag και αναδημοσιεύτηκε στα ισπανικά στην εφημερίδα Sinpermiso.