Η διαπραγμάτευση και το αβέβαιο μέλλον της Συρίας




Μετά από 15 ώρες…διαπραγμάτευση στη Γενεύη, ο Σεργκέι Λαβρόφ και ο Τζον Κέρι φάνηκαν διατεθειμένοι να προχωρήσουν σε μια προσπάθεια διαχείρισης της κρίσης της Συρίας, εκφράζοντας τη βούλησή τους για επιβολή κατάπαυσης του πυρός. Προχωρώντας ένα βήμα παρακάτω, μάλιστα, δήλωσαν ότι  σε περίπτωση επιτυχούς έκβασης στη Συρία, οι δύο χώρες θα συντονίσουν τη δράση τους στη μάχη κατά της τρομοκρατίας (ισλαμιστών τζιχαντιστών στην Συρία).


Του Βίκτωρα Χρηστίδη


Όμως, η εξέλιξη αυτή δεν απέτρεψε τον βομβαρδισμό στην πόλη Ιντλίμπ  –η οποία ελέγχεται από τους αντάρτες– που προκάλεσε τον θάνατο τουλάχιστον 25 ανθρώπων και τον τραυματισμό πολλών άλλων. Την ίδια στιγμή η συριακή αντιπολίτευση ανέφερε ότι δεν έχει λάβει αντίγραφο του κειμένου της ειρηνευτικής συμφωνίας μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, ενώ μέλη της εκφράζονται με σκεπτικισμό για την αποτελεσματικότητα αλλά και τους στόχους της.

Δεν είναι η πρώτη φορά που ΗΠΑ (ΝΑΤΟ) και Ρωσία έχουν συνεργαστεί στρατιωτικά και πολιτικά σε διεθνή θέματα, ειδικά στο ζήτημα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας. Από το 1991, όταν η Ρωσία έλαβε μέρος στο Συμβούλιο Συνεργασίας της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, και από την συμμετοχή της χώρας στη Συνεργασία για την Ειρήνη (Partnership for Peace), οι σχέσεις ΝΑΤΟ-Ρωσίας έχουν περάσει πολλές διακυμάνσεις, με κοινά σημεία προσέγγισης αλλά και σταθερές αποκλίσεις.

Θα πρέπει να τονιστεί ότι διαχρονικά κοινός παράγοντας στη συνεργασία αποτέλεσε η απειλή της τρομοκρατίας, δηλαδή η ανάγκη για τη διαμόρφωση ενός «ασφαλούς πεδίου διαβουλεύσεων», καθώς και για τον σχεδιασμό επιχειρήσεων έρευνας και διάσωσης. Για παράδειγμα, το 2001, στον απόηχο των τρομοκρατικών ενεργειών της 11ης Σεπτεμβρίου ανοίγει γραφείο Πληροφόρησης του ΝΑΤΟ στη Μόσχα, αλλά και αργότερα, το 2011, ιδρύεται ένα ταμείο για την υποστήριξη των δυνάμεων ασφαλείας στο Αφγανιστάν, καθώς και ένα Action Plan για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Η κρίση της Γεωργίας και της Ουκρανίας έβαλαν πάγο στις παραπάνω διαδικασίες.

Πρόωρες σκέψεις

Απούσα από τις πρωτοβουλίες για την κατάπαυση του πυρός είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, συμπεριλαμβανομένων κρατών-μελών, όπως η Γερμανία ή  η Γαλλία, και σε γραφειοκρατικό επίπεδο οι Βρυξέλλες. Αυτό δεν οφείλεται μόνο στην απουσία ενιαίας στρατιωτικής διοίκησης, έτοιμης να λειτουργεί αποτελεσματικά ως εργαλείο πολιτικής-διπλωματίας-οικονομίας και ως προέκταση του εκάστοτε πόλου εξουσίας (ως δυτικός πόλος εξουσίας δεν μπορεί να θεωρηθεί εξ ολοκλήρου η Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά μεμονωμένα κράτη όπως η Γαλλία και η Γερμανία που έχουν ίσως περισσότερη ισχύ, ενώ κύριος παράγοντας παραμένουν οι ΗΠΑ).

Αν και στο μεγαλύτερο ποσοστό τους οι Σύροι πρόσφυγες μεταβαίνουν μέσα από επικίνδυνες διαδρομές στην Ευρώπη, οι Βρυξέλλες εκπροσωπούνται ουσιαστικά από τις ΗΠΑ, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι πολλοί στην Κομισιόν δεν θα επιθυμούσαν να είναι παρούσα στις συνομιλίες η Μονγκερίνι, για παράδειγμα.

Σε πολιτικό αλλά και οικονομικό επίπεδο, η Ευρώπη έχει χάσει μέρος της ισχύος της, ενώ η στάση πολλών ηγετών κομματικών δυνάμεων σε κράτη μέλη της Ευρώπης δυναμιτίζει την κοινή γνώμη εις βάρος των προσφύγων.

Η προσπάθεια κατάπαυσης του πυρός είναι ένα σημαντικό βήμα αν επιτευχθεί. Όμως σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει το τέλος της κρίσης. Ίσως πιο σωστό είναι να πούμε ότι θα εισέλθουμε σε μια νέα φάση όπου η αντιπαράθεση θα μετατοπιστεί σε πολιτικό-διπλωματικό επίπεδο. Μετά από το μεγάλο χρονικό διάστημα που διήρκεσε ο Συριακός “εμφύλιος” και το δράμα των Σύρων και των υπόλοιπων φυλών, μια αποτελεσματική διακοπή των στρατιωτικών επιχειρήσεων είναι καλοδεχούμενη.

Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι η κατάπαυση του πυρός θα αφορά όλες τις πλευρές της κρίσης, δηλαδή τις “τρομοκρατικές” δυνάμεις. Θα πρέπει πρώτα οι ΗΠΑ και η Ρωσία να επιτύχουν έναν κοινό συντονισμό στις επιχειρήσεις κατά “τρομοκρατικών” ομάδων για να μιλάμε για κάποια μορφή εκεχειρίας.

Αλλά ακόμα και σε ένα τέτοιο σενάριο τίποτα δεν θα εξασφαλίσει μια μορφή διοίκησης της χώρας (το ζήτημα των συνόρων είναι άγνωστο, καθώς και της ενότητας) που θα προσφέρει ένα επίπεδο ζωής ανάλογο της περιόδου πριν από την έναρξη του πολέμου. Με λίγα λόγια, ακόμα και σε ένα αισιόδοξο σενάριο, το δράμα των Σύρων θα χρειαστεί αρκετό χρονικό διάστημα για να τελειώσει.

Η Ρωσία και οι ΗΠΑ ενδεχομένως να έχουν αγγίξει το όριο της ισχύος τους στην Συρία. Μετά από ένα σημείο, άλλωστε, καμία χώρα δεν θα δεχόταν να εκχωρήσει τα συμφέροντά της στην περιοχή. Οι Ρώσοι μετά την έναρξη της εμπλοκής τους πέτυχαν να στηρίξουν τις δυνάμεις του Άσαντ, επεκτείνοντας τη ζώνη επιρροής του καθεστώτος, ενώ και οι ΗΠΑ έχουν διαμορφώσει τις “δικές” τους περιοχές. Η στρατιωτική επέμβαση της Τουρκίας αλλά και ο ρόλος άλλων δυνάμεων, όπως το Ιράν και η Σαουδική Αραβία, έπαιξαν πιθανότατα σημαντικό ρόλο στις διαπραγματεύσεις.

Τέλος, η 15ωρη αυτή διαπραγμάτευση δεν θα πρέπει να θεωρείται ένδειξη προσέγγισης ΗΠΑ-Ρωσίας και στα υπόλοιπα διεθνή θέματα, αλλά περισσότερο ως μια αρχικού σταδίου σύγκλιση συμφερόντων στο πλαίσιο μεγαλύτερων απειλών. Παρόμοιες συμφωνίες μπορεί στο παρελθόν να έχουν δώσει μια βιώσιμη λύση σε βάθος χρόνου. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που αποτελούν απλώς μια παράταση του αδιεξόδου. Επίσης, αυτές οι συμφωνίες μπορεί να χρησιμοποιηθούν ως πρόφαση για να καταγγείλει η μια πλευρά την άλλη για την παραβίαση των όρων. Σε κάθε περίπτωση, ο δρόμος είναι ακόμα μακρύς για την ανοικοδόμηση της περιοχής.